Περί θητείας : Μικρό Ιστορικό

(Αναρτήθηκε στο Εν Κρυπτώ την Πέμπτη, 23 Δεκεμβρίου 2010)

Καθολική στρατιωτική θητεία και επαγγελματικός στρατός: Ένα μικρό ιστορικό

567zΗ καθολική υποχρεωτική στρατιωτική θητεία ξεκίνησε στη Γαλλία με τη Γαλλική Επανάσταση, και αξιοποιήθηκε αρχικά από τους Γάλλους στρατηγούς, και κατ΄εξοχήν από το Ναπολέοντα, για να αντισταθούν παρ’ ελπίδαν τότε, στους ξένους μοναρχικούς στρατούς που εισέβαλαν στη Γαλλία, και εν συνεχεία να τους τρομοκρατήσουν μέχρι το 1815. Οι Γερμανοί – οι πλέον ταπεινωμένοι από τους Ναπολεόντειους πολέμους – συνειδητοποίησαν πρώτοι την αξία της καθολικής στράτευσης, τις βαθιές αλλαγές που αυτή επέφερε στη διεξαγωγή του πολέμου, και τις κοινωνικές μεταβολές που αυτή προκαλούσε στο εσωτερικό των κοινωνιών. Την υιοθέτησαν και τη διαχειρίστηκαν – στρατιωτικά και πολιτικά.΄Επιπλέον, ανάδυση της καθολικής στράτευσης συνδέθηκε στενά με την βιομηχανική επανάσταση, που καθιστούσε δυνατή τη μαζική παραγωγή τυποποιημένου οπλισμού, που επέτρεπε τον αποτελεσματικό εξοπλισμό τέτοιου είδους στρατών.

Η υιοθέτηση της καθολικής στράτευσης, ειδικά μετά τους Πολέμους της Γερμανικής Διαδοχής, υιοθετήθηκε σταδιακά από όλες τις ηπειρωτικές ευρωπαϊκές χώρες. Εδώ έχει σημασία να παρατηρήσει κανείς ότι η καθολική στράτευση δεν υιοθετήθηκε από δύο προηγμένες χώρες: τη Βρετανία και τις ΗΠΑ, κι αυτό για λόγους υψηλής στρατηγικής και εσωτερικής πολιτικής. Η Βρετανία θεωρούσε ότι σαν νησί δεν ήταν εκτεθειμένη στην άμεση απειλή εισβολής ισχυρών στρατών στο έδαφός της – απειλή από την οποία την εξασφάλιζε το ναυτικό της. Επιπλέον, η Βρετανία επιζητούσε κυρίως την κυριαρχία της σε αποικίες ανά τον κόσμο, που στρατιωτικώς εξαφαλιζόταν από ισχυρό ναυτικό, κι από μικρές, σχετικά, χερσαίες δυνάμεις με προσανατολισμό στις υπερπόντιες εκστρατείες. Αυτός ο Βρετανικός στρατός είναι και το ιστορικό αρχέτυπο του “μικρού κι ευέλικτου” στρατού που έχει επανέλθει στην επικαιρότητα. Από την άλλη, στις ΗΠΑ, η (σχεδόν) καθολική, και πάντως υποχρεωτική στράτευση επιβλήθηκε εκτάκτως μόνον κατά τον Αμερικάνικό Εμφύλιο, και καταργήθηκε αμέσως μετά. Οι αιτίες ήταν δύο: αφ΄ενός η ισχυρότατη (ακόμη τότε) πολιτική παράδοση του ασθενούς κεντρικού κράτους (και των τοπικών εθνοφυλακών – militia), καθώς και το απλούστατο γεγονός ότι οι ΗΠΑ δεν απειλούταν από καμία ισχυρή χώρα, λόγω της γεωγραφικής της απομόνωσης, οπότε απλούστατα δεν υπήρχε και κανείς λόγος ύπαρξης ισχυρού στρατού.

Ο Α΄ΠΠ οδήγησε την καθολική υποχρεωτική στράτευση σε πλήρη επικράτηση στην Ευρώπη, ενώ αμέσως μετά τη λήξη του εμφανίστηκαν οι πρώτες στρατιωτικές ενστάσεις προς αυτόν. Η δραματική εμπειρία του πολέμου, η σοβαρή υποχώρηση της πειθαρχίας κατά το τέλος του πολέμου, καθώς και η αυξανόμενες απαιτήσεις σε εκπαίδευση και πολυπλοκότητα, ιδίως κατά το τέλος του Α’ ΠΠ, οδήγησαν ορισμένους σημαντικούς στρατιωτικούς (τον Ντε Γκωλ στη Γαλλία και τον Φον Σέεκτ στη Γερμανία) να εισηγηθούν την υιοθέτηση μικρών (δηλαδή μικρότερων από τους τεράστιους του Α΄ΠΠ) και επαγγελματικών στρατών (αλλά όχι “ευέλικτων” – αυτό είναι μια τελείως διαφορετική ιστορία). Ο Β΄ΠΠ διέψευσε κατηγορηματικά τις ανησυχίες τους, καθώς ένας στρατός βασιζόμενος στην καθολική στράτευση έθεσε το ιστορικό μέτρο για την στρατιωτική απόδοση – τουλάχιστον στη νεώτερη ιστορία.

Μεταπολεμικά, διεθνώς το θέμα του συστήματος στράτευσης επηρεάστηκε από ορισμένους βασικούς παράγοντες:

Ο Ψυχρός Πόλεμος και ιδίως η αντιπαράθεση στην Ευρώπη επέβαλε την ύπαρξη εξαιρετικά μεγάλων στρατών, που με τη σειρά τους απαιτούσαν καθολική στράτευση. Μόνη εξαίρεση στον κανόνα οι ΗΠΑ, που αδυνατώντας, για λόγους πολιτικής παράδοσης να επιβάλουν καθολική στράτευση (αλλά βασιζόμενες στο σύστημα της επιλεκτικής καθολικής στράτευσης, από το οποίο, μην ξεχνάμε, προέρχεται και η συνήθης ακυρολεξία: “κληρωτός”), που έφερναν έτσι τη Δυτική πλευρά σε μειονεκτική θέση και στην ανάγκη προσφυγής στα πυρηνικά όπλα.
Ο πόλεμος του Βιετνάμ, με τη φθορά που επέβαλε στις Ένοπλες Δυνάμεις των ΗΠΑ, και κυρίως στο πολιτικό τους κύρος στο εσωτερικό, έστρεψαν την πολιτική και στρατιωτική τους ηγεσία στην επιλογή του επαγγελματικού στρατού. Δύο βασικές παρατηρήσεις, σχετικά:

α) Η επιλογή της στροφής από υποχρεωτικά (αλλά όχι καθολικά) στρατεύσιμους σε επαγγελματίες δεν αφορούσε καμία διαπίστωση υστέρησης σε ικανότητα των στρατευσίμων. Όλες οι σχετικές συζητήσεις της δεκαετίας του ’70 μετά το Βιετνάμ, αφορούσαν, ουσιαστικά, την “μόνωση” των ενόπλων δυνάμεων από την κοινωνία ώστε να είναι μεγαλύτερη η αντοχή του στρατού (και η ανοχή της κοινωνίας) σε μακρές εκστρατείες. Αυτό αποτελούσε την απλή αναγνώριση του “εκστρατευτικού” ρόλου των αμερικανικών ΕΔ από την πολιτική και στρατιωτική ηγεσία, ρόλος αναγνωρισμένος από τη Μεγάλη Βρετανία (με αντίστοιχη γεωπολιτική θεώρηση) ήδη από αιώνες.

β) Η ύπαρξη και ανάπτυξη πυρηνικών όπλων έθεσε την όλη συζήτηση της υψηλής στρατηγικής σε νέα βάση, αφού στην πράξη απομάκρυνε τον ενδεχόμενο μείζονος πολεμικής σύγκρουσης μεταξύ των μεγάλων συμβατικών στρατών (κατά τα πρότυπα των παγκοσμίων πολέμων, ή των μεγάλων ευρωπαϊκών πολέμων του 19ου αιώνα). Η συσχέτιση ισχύος των συμβατικών δυνάμεων, ιδίως στο πεδίο της Ευρώπης, δεν έχασε τη σημασία της αλλά παρέμενε κρίσιμη για την έναρξη και την εξέλιξη οποιασδήποτε κλιμάκωσης, και λιγότερο για την συνολική έκβασή της. Αντίθετα, σε περιφερειακά θέατρα συγκρούσεων, που δε συνδέονταν αυτόματα με πυρηνική κλιμάκωση, και οι συμβατικές δυνάμεις παρέμεναν ο κρίσιμος παράγων ισχύος, η καθολική υποχρεωτική στράτευση διατήρήθηκε ως αυτονόητη αναγκαιότητα.

Τέλος, η λήξη του Ψυχρού Πολέμου οδήγησε σε μία νέα πραγματικότητα: η κατάρρευση του Ανατολικού Συνασπισμού οδήγησε στη λήξη της αντιπαράθεσης στην Ευρώπη. Με τη σειρά του, αυτό οδήγησε στην εξάλειψη της ανάγκης για παρουσία ισχυρών στρατιωτικών δυνάμεων στην Κεντρική Ευρώπη, ενώ επέτρεψε στους νικητές – δηλαδή στους αμερικανούς – πολύ μεγαλύτερη ευχέρεια επεμβάσεων παγκοσμίως, κυρίως έναντι σαφώς υποδεέστερων αντιπάλων, ενισχύοντας πολύ περισσότερο τον εκστρατευτικό ρόλο των Ενόπλων Δυνάμεών τους. Η αποστράτευση των ευρωπαϊκών στρατιωτικών δυνάμεων, που κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου προστάτευαν τα πάτρια εδάφη τους, καθώς και η παρότρυνση (ή απαίτηση) για μεγαλύτερη εμπλοκή τους σε υπερπόντιες επεμβάσεις οδήγησε κι αυτές στην αναζήτηση εθελοντών επαγγελματιών για τις ανάγκες της επάνδρωσης, αφού μπορούσε να πείσει κανείς Ολλανδούς πολίτες να στρατεύονται υποχρεωτικά για να προστατεύσουν την Ολλανδία από τα σοβιετικά στρατεύματα μερικές εκατοντάδες χιλιόμετρα από τα σύνορά τους, αλλά δύσκολα θα μπορούσε να τους πείσει να στρατευθούν υποχρεωτικά για να εκστρατεύσουν στον Αφγανιστάν..

Σχολιάστε