Μετάβαση από την άμυνα στην επίθεση στο Θέατρο Επιχειρήσεων της Θράκης σε περίπτωση Ε-Τ πολέμου

γράφει ο Αρματιστής

(Ταξίαρχος ε.α. Βασίλειος Λουμιώτης)

 

Ώρα Μάχης

Το παρόν κείμενο συντάχθηκε με αφορμή το άρθρο του φίλου του ιστολογίου Τ.Τ., «Από την Άμυνα στην Επίθεση – Η Τέχνη της Μετάβασης» (Μέρος 1ο και Μέρος 2ο) και έχει σαν σκοπό να εξετάσει τη δυνατότητα μετάβασης του Ελληνικού Στρατού από την άμυνα στην επίθεση στο Θέατρο Επιχειρήσεων της Θράκης, σε περίπτωση Ε-Τ πολέμου.

Εκφράζοντας αποκλειστικά και μόνο προσωπική άποψη, πιστεύω ότι ο αμυντικός αγώνας που θα διεξαχθεί από τις Ελληνικές δυνάμεις στη περιοχή του Έβρου μπορεί, κάτω από προϋποθέσεις (ευνοϊκές συνθήκες), να επιτρέψει στην Ελληνική διοίκηση να αναλάβει τη διεξαγωγή επιχειρήσεων επιθετικής επιστροφής, μεταφέροντας τον πόλεμο στο έδαφος του αντιπάλου.

Με δεδομένη τη Τουρκική αριθμητική υπεροχή σε προσωπικό, οπλικά συστήματα και μέσα διεξαγωγής του πολέμου, το εύλογο ερώτημα που τίθενται είναι, «ποιες είναι εκείνες οι ευνοϊκές συνθήκες που θα επιτρέψουν στον Ελληνικό στρατό στο θέατρο επιχειρήσεων της Θράκης, να μεταβεί από την άμυνα στη διεξαγωγή επιθετικών επιχειρήσεων και πως μπορούν αυτές οι συνθήκες να δημιουργηθούν;».

Ιστορικό υπόβαθρο

Για να κατανοήσουμε καλύτερα το ζήτημα των «ευνοϊκών συνθηκών», θα ήταν σκόπιμο να φέρουμε σαν παράδειγμα τον Ε-Ι Πόλεμο του 1940 και να περιγράψουμε τις τότε συνθήκες που επέτρεψαν στην ανώτατη Ελληνική ηγεσία να αποφασίσει την ανάληψη από τις 14 Νοεμβρίου 1940 επιθετικών επιχειρήσεων για την εκδίωξη των Ιταλών από την Ελλάδα και τη μεταφορά του αγώνα πέρα των Ελληνικών συνόρων. Όπως είναι γνωστό, η τότε ηγεσία είχε σχεδιάσει να «παραχωρήσει» έδαφος στην Ήπειρο, προκειμένου να δώσει τον αμυντικό αγώνα στην οικονομική και «φύσει» ισχυρή τοποθεσία «Ελαία-Καλαμάς», επί της οποίας η διεξαγωγή της άμυνας από την VIII Μεραρχία (τη μόνη μεγάλη Μονάδα που βρισκόταν στην Ήπειρο) ήταν δυνατή υπό καλύτερους όρους. Βεβαίως, η ηγεσία, είχε αφήσει στο Μέραρχο της VIII Μεραρχίας την πρωτοβουλία, να επιλέξει το αν θα δώσει την αμυντική μάχη στην τοποθεσία «Ελαία-Καλαμάς», ή στην ακόμη οικονομικότερη και ισχυρότερη τοποθεσία του ποταμού Αράχθου, υπενθυμίζοντάς του όμως διαρκώς, ότι η Κύρια Αποστολή του ήταν η ισχυρή κάλυψη του Τμήματος Θεάτρου Επιχειρήσεων της Δυτικής Μακεδονίας και των οδεύσεων που οδηγούν από την Ήπειρο στη Θεσσαλία και την Αιτωλοακαρνανία. Και τούτο, επειδή μόνο έτσι ήταν δυνατή η κάλυψη του βασικού κορμού της χώρας και η ολοκλήρωση της επιστράτευσης και της στρατηγικής συγκέντρωσης του Ελληνικού Στρατού σε συνθήκες ασφάλειας, πράγμα που αποτελούσε και το καταλύτη για τη μετάβαση σε επιθετικές επιχειρήσεις. Επομένως, οι ευνοϊκές συνθήκες για την ανάληψη επιθετικών επιχειρήσεων, ήταν κατ’ αρχάς: Ανάγνωση του υπολοίπου άρθρου

Από την Άμυνα στην Επίθεση – Η Τέχνη της Μετάβασης (Μέρος 2ο)

γράφει ο Τ.Τ.

Σημείωση: Η παρούσα ανάρτηση αποτελεί συνέχεια του πρώτου μέρους που αναρτήθηκε στις 14/01/2015. Το δεύτερο μέρος, μετά την έκθεση ενός ακόμη ιστορικού παραδείγματος μετάβασης από την Άμυνα στην Επίθεση, ολοκληρώνεται με εκτενή σχολιασμό της κατάστασης στα καθ’ ημάς, που αποτελεί και το πλέον σημαντικό μέρος της ανάρτησης.

Εισαγωγή

Από τις χιονισμένες στέπες της Ουκρανίας, του πρώτου μέρους, ας περάσουμε τώρα στις ερήμους του Σινά. Επειδή θεωρώ ότι το ιστορικό πλαίσιο της αραβοϊσραηλινής διαμάχης καθώς και τα της διάβασης της Διώρυγας του Σουέζ είναι ευρέως γνωστά, γι’ αυτό θα μεταφερθούμε αμέσως στο βράδυ της 7ης Οκτωβρίου 1973, οπότε η κατάσταση είχε διαμορφωθεί ως εξής:

Εικόνα 1

  • Οι Αιγύπτιοι επιτιθέμενοι από τις 14:00 της 6ης Οκτωβρίου είχαν επιτύχει να εγκαταστήσουν προγεφυρώματα στην ανατολική όχθη της Διώρυγας βάθους 3 έως 5 χλμ. Ο στρατιωτικός σκοπός των Αιγυπτίων ήταν μετά την ολοκλήρωση της επιθετικής τους ενέργειας να περάσουν γρήγορα στην άμυνα και να προκαλέσουν βαριές απώλειες στις ισραηλινές δυνάμεις που θα προσπαθούσαν να εξαλείψουν τα προγεφυρώματα. Στη συνέχεια, και αφού οι ισραηλινές δυνάμεις είχαν κατατριβεί σε μάχες φθοράς, θα κινούνταν ανατολικότερα καταλαμβάνοντας τα περάσματα Μίτλα και Γκίντι. Ο πολιτικός σκοπός που εξυπηρετούνταν από την πολεμική επιχείρηση ήταν να ευρεθεί το Ισραήλ σε κατάσταση αδυναμίας και να πιεστεί από τον διεθνή παράγοντα να επιστρέψει στα σύνορα του 1967.
  • Από το απόγευμα της 6ης Οκτωβρίου οι τρεις τεθωρακισμένες ταξιαρχίες της 252ης Τεθωρακισμένης Μεραρχίας (Υπτγος Μάντλερ) είχαν εκτοξεύσει τις αντεπιθέσεις τους και είχαν αποτύχει να εξαλείψουν τα αιγυπτιακά προγεφυρώματα, ενώ οι ίδιες είχαν απολέσει τα 2/3 των αρμάτων τους. Μέχρι το βράδυ της 7ης Οκτωβρίου ο όγκος των δυνάμεων της ισραηλινής Νότιας Διοίκησης, δηλαδή οι: 143η, 162η και 252η Τεθωρακισμένες Μεραρχίες, ήταν συγκεντρωμένες 8 χλμ. ανατολικά από την Διώρυγα. Το ίδιο βράδυ ο αρχηγός των ισραηλινών ενόπλων δυνάμεων, Αντιστράτηγος Ελαζάρ, μετέβη στο στρατηγείο της Νότιας Διοίκησης για να συντονίσει την αντεπίθεση που θα εξαπολύονταν την επόμενη μέρα. Η στρατηγική του Ισραήλ, σε περίπτωση πολέμου, ήταν να καταστρέψει τις ένοπλες δυνάμεις των Αράβων και να καταλάβει αραβική γη ώστε να τη χρησιμοποιήσει στις επακόλουθες διαπραγματεύσεις. Ο επιχειρησιακός σχεδιασμός των Ισραηλινών επικεντρώνονταν στην απορρόφηση της αραβικής επίθεσης και στην ταχύτατη μετάβαση στην επίθεση.
  • Επειδή ο αμερικανικός παράγων έπαιξε κρίσιμο στην εξέλιξη της αναμέτρησης κρίνεται σκόπιμο να αναφερθούν οι στόχοι της αμερικανικής στρατηγικής. Συνοπτικά, και κατά την έναρξη των επιχειρήσεων, αυτοί ήταν:

1. Να μην επιτραπεί στη Σοβιετική Ένωση να αναδυθεί ως εκπρόσωπος των Αράβων.

2. Να μην απομονωθεί η αμερικανική πλευρά από τον ισλαμικό κόσμο, καθώς και να μη δημιουργηθεί ρήγμα μεταξύ Ευρωπαίων και ΗΠΑ.

3. Να κερδηθεί χρόνος στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, ώστε να διασαφηνιστεί η στρατιωτική κατάσταση και να μπορέσουν οι Αμερικανοί να διαχειριστούν πολιτικά την αναμενόμενη ισραηλινή στρατιωτική νίκη.

Ανάγνωση του υπολοίπου άρθρου

Άμυνα περιοχής και κλιμάκωση των αμυντικών δυνάμεων σε βάθος

Γράφει ο Αρματιστής

(Ταξίαρχος ε.α. Βασίλειος Λουμιώτης)

Στην ανάρτηση με τίτλο «Μικρό αίνιγμα – και τροφή για σκέψη: Η λύση», παρατέθηκε η άποψη του στρατηγού Ιωάννη Μεταξά αναφορικά με το πώς ένας στρατός θα πρέπει να σχεδιάζει την άμυνα του και κυρίως με το πώς πρέπει να κλιμακώνει τις δυνάμεις του, ιδίως αν η αναμονή της επιθέσεως θα είναι μακρά και θα πρέπει να αναμένει «χρόνια ή και πολλές δεκαετίες» την εκδήλωσή της.

Είναι ενδιαφέρον να εξετάσουμε ένα ιστορικό παράδειγμα για να αντιληφθούμε την αλήθεια των λόγων του Μεταξά αλλά και τα πλεονεκτήματα που παρέχει η κλιμάκωση των δυνάμεων σε βάθος κατά την άμυνα περιοχής, καθώς και τους λόγους για τους οποίους είναι λάθος να τάσσεται ο όγκος των διατιθέμενων δυνάμεων επί των προωθημένων τοποθεσιών, όπως τουλάχιστον καθορίζεται στο παλαιό εγχειρίδιο επιχειρήσεων χερσαίων δυνάμεων [έχω τη γνώμη ότι μάλλον το ίδιο θα προβλέπει και το νέο] και όπως πράττει ο Ελληνικός Στρατός εδώ και πολλές δεκαετίες.

Το παράδειγμα που θα παραθέσουμε αφορά τον αμυντικό αγώνα που διεξήγαγαν οι Τουρκικές δυνάμεις για την απόκρουση της Ελληνικής επίθεσης προς την Άγκυρα τον Αύγουστο του 1921 και ειδικότερα τη διάταξη των δυνάμεων τους επί της αμυντικής τοποθεσίας ανατολικά του ποταμού Σαγγάριου. Όπως είναι γνωστό, μετά την ήττα των Τουρκικών δυνάμεων στις μάχες που διεξήχθησαν το 1ο δεκαήμερο του Ιουλίου 1921 γύρω από τον οχυρωμένο θύλακα της Κιουτάχειας, οι Τουρκικές δυνάμεις για να αποφύγουν τη καταστροφή συμπτύχθηκαν προς τα ανατολικά και εγκατασταθήκαν πίσω από το Σαγγάριο [η Ελληνική Στρατιά – τελείως αδικαιολόγητα – δεν καταδίωξε τις συμπτυσσόμενες Τουρκικές δυνάμεις!!!]. Η Τουρκική ηγεσία ανέλαβε μία εργώδη και τιτάνια προσπάθεια για να ανασυντάξει τις δυνάμεις της, να συγκροτήσει νέες και να οχυρώσει την αμυντική τοποθεσία ανατολικά του ποταμού Σαγγάριου, προκειμένου να προστατεύσει αποτελεσματικά τη πρωτεύουσα του Κεμαλικού κράτους, επειδή ενδεχόμενη κατάληψη της από τον Ελληνικό Στρατό θα είχε σοβαρότατες συνέπειες για τη συνέχιση του πολέμου.  Η απόφαση της Τουρκικής ηγεσίας ήταν να διεξαγάγει άμυνα περιοχής και να διεκδικήσει το έδαφος μέχρι την Άγκυρα βήμα-βήμα. Για το σκοπό αυτό κινητοποίησε κάθε διαθέσιμο κάτοικο της περιοχής και οχύρωσε με επάλληλες σειρές οχυρών θέσεων τα ζωτικά εδάφη που κάλυπταν όλες τις προσβάσεις που οδηγούσαν στην Άγκυρα. Ανάγνωση του υπολοίπου άρθρου

Μικρό αίνιγμα – και τροφή για σκέψη: Η λύση

Στην προηγούμενη ανάρτηση δημοσιεύτηκε ένα απόσπασμα κειμένου για την οργάνωση της άμυνας. Το κείμενο αναρτήθηκε με μικρές αλλοιώσεις, ώστε να αποκρύπτεται η προέλευσή του.

dixΑναρτάται σήμερα το κανονικό κείμενο. Πρόκειται για απόσπασμα από άρθρο του Ι. Μεταξά, στο πλαίσιο της αντιπαράθεσης δια του τύπου που είχε με τον Ε. Βενιζέλο σχετικά με τα αίτια του Εθνικού Διχασμού, και δημοσιεύθηκαν μεταξύ 13/10/34 και  23/1/35 στο Ελεύθερο Βήμα και την Καθημερινή.

Το συγκεκριμένο απόσπασμα προέρχεται από από άρθρο του Ι. Μεταξά της 1/11/34 με τίτλο «Πως ακριβώς έχει το ζήτημα των Δαρδανελλίων», που ανήκει στην ενότητα «Αι Εγγυήσεις προς την Ελλάδα και η Εκστρατεία των Δαρδανελλίων».

Ασχέτως της πολιτικής εκτίμησης που έχει κανείς για το πρόσωπο του Μεταξά, είναι δύσκολο να αμφισβητήσει κανείς τη στρατιωτική του ικανότητα, και, πολύ περισσότερο, να αμφισβητήσει την αναφορά του σε γενικές αρχές της Τέχνης του Πολέμου.

Η σχέση του κειμένου με τη σημερινή πραγματικότητα διεφάνη εν πολλοίς από τα σχόλια που ακολούθησαν την ανάρτηση. Ανάγνωση του υπολοίπου άρθρου

Η τάφρος του Έβρου, η Γραμμή Μαζινό και η άγνοια

Σε χρόνους που οι τεχνικές εταιρείες της χώρας θα ζήλευαν…

Σε γνωστό ιστόχωρο που ασχολείται με τα στρατιωτικά θέματα δημοσιεύτηκε πρόσφατα κείμενο στο οποίο ασκείτο κριτική στην κατασκευή της μεγάλης αντιαρματικής τάφρου στον Έβρο κατά τα τελευταία δύο έτη. Το περιεχόμενο της κριτικής είναι χαρακτηριστικό της άγνοιας για το αντικείμενο που πραγματεύεται, και της ευκολίας της κριτικής. Δεν πρόκειται να υπεισέλθουμε στα ακριβή στοιχεία σχετικά με την τάφρο, μιας και πρόκειται για πληροφορίες ευαίσθητες, αλλά προς αποφυγήν δημιουργίας εσφαλμένων εντυπώσεων, θα σχολιάσουμε επί της αρχής τα επιχειρήματα που διατυπώθηκαν .

Η κριτική στη στρατιωτική επιλογή της κατασκευής της τάφρου επικεντρώνεται σε δύο ισχυρισμούς:

  1. Η υιοθέτηση “στατικής” αμυντικής τακτικής έχει ιστορικά αποδειχθεί ατελέσφορη, γιατί “όταν υπάρχει ένα «σταθερό» αμυντικό εμπόδιο, όπως είναι ο φράχτης του Έβρου, πάντα δίνεται στον αντίπαλο η δυνατότητα και ο χρόνος να το υπερβεί με κάποιο στρατήγημα και να μετατρέψει το υποτιθέμενο εμπόδιο σε παγίδα θανάτου για τους αμυνόμενους”. Σαν απόδειξη του ισχυρισμού αυτού, φέρεται το παράδειγμα της Γραμμής Μαζινό (και μάλιστα, η τάφρος του Έβρου αποκαλείται “ελληνική γραμμή Μαζινό”): “[…] πραγματικής γραμμής Μαζινό στα γαλλογερμανικά σύνορα και την υπερφαλάγγισή της από τις τεθωρακισμένες δυνάμεις των Γερμανών”.
  2. Η δημιουργία της τάφρου “[Διαγράφει] οριστικά από ελληνικής πλευράς όλα τα σχέδια αντεπίθεσης στην πεδιάδα της Ανδριανούπολης, αφού μπορεί η τάφρος να αποτρέπει την ταχεία ζεύξη του ποταμού από τα ανατολικά αλλά ταυτοχρόνως είναι απαγορευτική για οποιαδήποτε προσπάθεια αντεπίθεσης από τα δυτικά προς τα ανατολικά

Η κριτική αυτή εδράζεται σε μία θεμελιώδη σύγχυση δύο εννοιών: της στατικής άμυνας («άμυνα περιοχής» στο ελληνικό αμυντικό δόγμα) και της εκμετάλλευσης του εδάφους (πιο συγκεκριμένα, της εκμετάλλευσης μεγάλων κωλυμάτων).

Ανάγνωση του υπολοίπου άρθρου