Η Ενίσχυση της Στρατιάς Μικράς Ασίας σε Αξιωματικούς και Οπλίτες από το Μάρτιο μέχρι την 21η Ιουνίου 1921 για την εκτέλεση των επιχειρήσεων κατάληψης του Εσκή Σεχήρ, της Κιουτάχειας και του Αφιόν Καραχισάρ

Σύνοψη

Στα τέλη Φεβρουαρίου 1921 ο Πρωθυπουργός της χώρας Νικόλαος Καλογερόπουλος και ο Υπουργός Στρατιωτικών Δ. Γούναρης ευρισκόμενοι στο Λονδίνο, όπου είχαν μεταβεί για να συμμετάσχουν στη διάσκεψη που είχε συνέλθει με σκοπό την ειρήνευση της Ανατολίας, έδωσαν το πράσινο φως στο διοικητή της Στρατιάς Μικράς Ασίας να εκτελέσει τις σχεδιασθείσες επιχειρήσεις για την κατάληψη του Εσκή Σεχήρ και του Αφιόν Καραχισάρ καθώς και της σιδηροδρομικής γραμμής που συνέδεε τις δύο αυτές πόλεις. Συγχρόνως αντιλαμβανόμενοι –επιτέλους- ότι η ενίσχυση της δύναμης της Στρατιάς Μικράς Ασίας ήταν επιβεβλημένη αποφάσισαν να καλέσουν υπό τα όπλα τρεις κλάσεις εφέδρων . Επί της εν λόγω αποφάσεώς τους ενημέρωσαν και τον Πρωθυπουργό της Μεγάλης Βρετανίας Λόϋδ Τζώρτζ ο οποίος τους δήλωσε ότι τίποτε δεν πρέπει να αφεθεί στην τύχη του διότι σε περίπτωση αποτυχίας οι Τούρκοι θα καθίσταντο ανοικονόμητοι. Την 6η Μαρτίου 1921 η Κυβέρνηση κάλεσε υπό τα όπλα τις κλάσεις της εφεδρείας 1913β, 1914 και 1915. Ημέρα παρουσίασης των εφέδρων ορίστηκε η 14η Μαρτίου. Οι επιχειρήσεις άρχισαν τη 10η Μαρτίου, εκτελεστήκαν χωρίς τη συμμετοχή των κληθέντων εφέδρων και απέτυχαν. Μία από τις κύριες αιτίες της αποτυχίας ήταν η κατά 50% και πλέον μειωμένη έναντι της προβλεπομένης μάχιμη δύναμη της Στρατιάς. Περισσότερες πληροφορίες στο κείμενό μας Οι επιθετικές επιχειρήσεις του Μαρτίου 1921 προς Εσκή Σεχήρ και Αφιόν Καραχισάρ – Μέρος Α΄. Η κατάταξη των κληθέντων εφέδρων ολοκληρώθηκε περί τα μέσα Απριλίου. Συνολικά παρουσιάστηκαν 53.000 περίπου έφεδροι στην Ελλάδα, καθώς και 8.000 Μικρασιάτες Έλληνες το γένος που κλήθηκαν ταυτόχρονα υπό τα όπλα. Τη 15η Απριλίου κλήθηκαν επίσης υπό τα όπλα και οι κλάσεις της εφεδρείας 1912 και 1913α, καθώς και οι έφεδροι των κλάσεων 1903 και 1904. Οι τελευταίοι θα αναλάμβαναν υπηρεσία στο Εσωτερικό της Χώρας προκειμένου να αποδεσμευτούν οι οπλίτες των νεοτέρων κλάσεων, καθώς και οι πολλοί απεσπασμένοι σε διάφορες Μονάδες και υπηρεσίες (στρατιωτικές, κρατικές και ιδιωτικές) για να διατεθούν στη Μικρά Ασία. Η επιστράτευση αυτών των κλάσεων απέδωσε 58.000 περίπου εφέδρους, ως επίσης και 5.000 οπλίτες Μικρασιάτες Έλληνες το γένος. Την 15η Απριλίου ο Πρωθυπουργός Δ. Γούναρης συνοδευόμενος από τον Υπουργό των Στρατιωτικών Νικόλαο Θεοτόκη και τον Αρχηγό της Επιτελικής Υπηρεσίας Στρατού (ΕΥΣ) Υποστράτηγο Βίκτωρα Δούσμανη έφθασαν στη Σμύρνη προκειμένου να ενημερωθούν επί της επικρατούσας κατάστασης και τη λήψη γενικότερων αποφάσεων. Η Στρατιά ζήτησε να ενισχυθεί ταχύτατα δια οπλιτών μέσων και υλικών ώστε μέχρι τη 10η Μαΐου να διαθέτει τρία πλήρη Σώματα Στρατού, επτά Μεραρχίες των οποίων η παρούσα δύναμη να είναι ίδια με την προβλεπόμενη υπό των πινάκων συνθέσεως (13.143 Οπλίτες) και τρεις εισέτι Μεραρχίες που θα συγκρατούσαν στα δευτερεύοντα μέτωπα τις εκεί Τουρκικές δυνάμεις. Δια των δυνάμεων αυτών η Στρατιά θα μπορούσε να επιτεθεί μέχρι τη 15η Μαΐου το αργότερο. Σε περίπτωση μη έγκαιρης άφιξης των ενισχύσεων η επιχείρηση θα μετατίθετο για αργότερα και οι απαιτήσεις σε ενισχύσεις θα αυξάνονταν. Κάθε καθυστέρηση όμως ήταν επ’ ωφελεία της προετοιμασίας του Τουρκικού Στρατού. Ο Πρωθυπουργός μετά την ενημέρωσή του από τη Στρατιά και την επιθεώρηση του μετώπου αποφάσισε να ενισχυθεί ισχυρά η Στρατιά δια αξιωματικών και οπλιτών, καθώς και δια νέων Μονάδων μέσων και υλικών προκειμένου να αναλάβει την εκτέλεση ευρέων επιχειρήσεων για την κατάληψη του Εσκή Σεχήρ, της Κιουτάχειας και του Αφιόν Καραχισάρ με κύριο σκοπό τη συντριβή του Τουρκικού Στρατού.

Στο παρόν κείμενο εξετάζεται η ενίσχυση της Στρατιάς δια αξιωματικών και οπλιτών. Ειδικότερα εξετάζεται η διαχείριση της επιστρατευθείσας δύναμης των 124.000 περίπου οπλιτών στην Ελλάδα και στη Μικρά Ασία και αν αυτή χρησιμοποιήθηκε με κύριο σκοπό την ενίσχυση της Στρατιάς Μικράς Ασίας. Η γενική διαπίστωση του γράφοντος είναι ότι η στρατιωτική δύναμη των 318.000 περίπου ανδρών που συγκέντρωσε το Ελληνικό κράτος –η μεγαλύτερη στην νεότερη ιστορία μας- διατέθηκε κατά τρόπο ανήθικο. Η ενίσχυση της Στρατιάς Μικράς Ασίας βράδυνε πέραν κάθε λογικού ορίου. Την 8η Ιουνίου ελάχιστες ημέρες πριν την έναρξη των επιχειρήσεων η μάχιμη δύναμη της Στρατιάς υπολειπόταν της προβλεπομένης, ειδικά σε αξιωματικούς. Η ΧΙΙ Μεραρχία έφθασε στη Μικρά Ασία στις αρχές Ιουνίου. Εκ των 111.000 εφέδρων που επιστρατεύθηκαν στην Ελλάδα μόνο οι 43.000 απεστάλλησαν στη Μικρά Ασίας, ενώ οι 68.000 περίπου ενίσχυσαν της δυνάμεις του Εσωτερικού, της Ηπείρου, της Μακεδονίας και της Θράκης, με αποτέλεσμα η στρατιωτική δύναμη στις εν λόγω περιοχές να υπερδιπλασιαστεί έναντι αυτής της 1ης Μαρτίου και να ανέλθει την 1η Ιουνίου στις 131.000 άνδρες. Η δύναμη των Εμπέδων και Υπηρεσιών της Ζώνης εσωτερικού από τις 18.000 του Μαρτίου ανήλθε τον Ιούνιο στις 51.000 άνδρες. Το Ε΄ Σώμα Στρατού που πριν την 1η Νοεμβρίου 1920 δεν υφίστατο συγκροτήθηκε και πάλι για να διοικεί ΜΟΝΟ την VIII Μεραρχία. Στην πραγματικότητα για να τακτοποιηθούν οι ημέτεροι. Τα Έμπεδα, οι Υπηρεσίες και οι Μη Μεραρχιακές Μονάδες (Μ.Μ.Μ.) της Στρατιάς Θράκης, του ανύπαρκτου Δ΄ Σώματος Στρατού και του Ε΄ Σώματος Στρατού πλημύρισαν από οπλίτες που απέφευγαν δια της πλαγίως την μετακίνησή τους στη διακεκαυμένη ζώνη της Μικράς Ασίας. Μετατίθεντο, αποσπώνταν και προσκολλούνταν στα μετόπισθεν των μετόπισθεν. Η δύναμη των απεσπασμένων αντί να περιοριστεί άνθισε. Οι λιποτάκτες και ανυπότακτοι τακτοποιούνταν εφόσον μπορούσαν να καταβάλουν το ορισθέν αντισήκωμα. Κληρωτοί οπλίτες αντί να βρίσκονται στο μέτωπο της Μικράς Ασίας μετατάσσονταν στη Χωροφυλακή, μισθοδοτούμενοι. Ένας στους τρεις από τη δύναμη της Ζώνης Εσωτερικού ήταν απών, ενώ στη Στρατιά Μικράς Ασίας οι απόντες ήταν 1 στους εννέα, πράγμα εντελώς φυσιολογικό για ένα στράτευμα που διεξήγαγε επιχειρήσεις και διαβιούσε υπό σκηνές και ακραίες καιρικές συνθήκες, συν τα προβλήματα που αντιμετώπιζε από τις λοιμώδεις ασθένειες. Τέλος πολλοί αξιωματικοί εκ των επανελθόντων 1.500 αποτάκτων της Βενιζελικής διακυβέρνησης αρνούνταν ατιμωτητί να μεταβούν στη Μικρά Ασία. Εν πάση περιπτώσει οι φυγόμαχοι και δειλοί, οι αποκαλούμενοι ειρωνικά κουραμπιέδες, μπορούσαν να αποφύγουν το μέτωπο της Μικράς Ασίας όταν διέθεταν τη δυνατότητα. Ο φόρος του αίματος δεν καταβαλλόταν δίκαια και τούτο θα βλάψει δραματικά την πειθαρχία και το ηθικό μετά το πέρας των θερινών επιχειρήσεων του 1921. Η Κυβέρνηση και η ΕΥΣ δεν κατόρθωσαν, εντελώς αδικαιολόγητα, μέχρι την έναρξη των επιχειρήσεων, την 25η Ιουνίου, να φέρουν την παρούσα δύναμη της Στρατιάς Μικράς Ασίας στην προβλεπόμενη εκ των πινάκων συνθέσεως οροφή, πράγμα που η Στρατιά είχε θέσει ως προϋπόθεση για να εκτελεστούν οι επιχειρήσεις το αργότερο μέχρι τη 15η Μαΐου. Ακόμη χειρότερα η μάχιμη δύναμη της Στρατιάς, δηλαδή η δύναμη των Μεραρχιακών Ταγμάτων της και των Λόχων Επιτελείου των Συνταγμάτων της δεν συμπληρώθηκε στην προβλεπόμενη υπό των πινάκων συνθέσεως. Ειδικότερα εξαιρετικά μειωμένη ήταν η μάχιμη δύναμη των αξιωματικών. Τα προβλήματα θα φανούν ανατολικά του Σαγγάριου όταν ο διοικητής της Στρατιάς θα απωλέσει τη βούληση του για τη συνέχιση των επιχειρήσεων εξ αιτίας της δραματικής ελάττωσης της μάχιμης δύναμης της Στρατιάς, χωρίς μάλιστα την ύπαρξη προοπτικής αναπλήρωσης της.   

Πίνακας περιεχομένων

1.      Εισαγωγή

2.      Η δύναμη του Ελληνικού Στρατού και της Στρατιάς Μικράς Ασίας το Μάρτιο του 1921

2.1        Η συγκρότηση του Ελληνικού πριν την πολιτική αλλαγή της 1ης Νοεμβρίου 1920

2.2        Η δύναμη του Ελληνικού Στρατού την 1η Μαρτίου 1921

2.3        Η δύναμη της Στρατιάς Μικράς Ασίας την 1η Μαρτίου 1921

3.      Η επιστράτευση εφεδρικών κλάσεων για την ενίσχυση της Στρατιάς Μικράς Ασίας

3.1        Η επιστράτευση του Μαρτίου 1921

3.2        Η διακοπή της μεταφοράς εφέδρων στη Μικρά Ασία

3.3        Η επιστράτευση του Απριλίου 1921

3.4        Η επιστράτευση των Ελλήνων κατοίκων της Μικράς Ασίας

3.5        Η τακτοποίηση των ανυπότακτων και των λιποτακτών

4.      Αποφασίζεται η εκτέλεση επιθετικών επιχειρήσεων με σκοπό τη συντριβή του Τουρκικού στρατού

4.1        Η απαίτηση της ενίσχυσης της Στρατιάς Μικράς Ασίας καθίσταται επιτακτική μετά την αποτυχία των εαρινών επιχειρήσεων

4.2        Ο Πρωθυπουργός Δ. Γούναρης μεταβαίνει στη Σμύρνη προς ενημέρωση επί της επικρατούσας κατάστασης και λήψη γενικότερων αποφάσεων

4.3        Ήταν δυνατή η ενίσχυση της δύναμης της Στρατιάς μέχρι τη 10η Μαΐου 1921;

5.      Η με χαλαρούς ρυθμούς ενίσχυση της δύναμης της Στρατιάς Μικράς Ασίας μεταξύ της 14ης Μαρτίου και 8 Ιουνίου 1921

6.      Η δύναμη του Ελληνικού Στρατού στις 1 Ιουνίου 1921 και η κατανομή της στις Μεγάλες Μονάδες του Στρατού

6.1        Διαπιστώσεις από την μελέτη του πίνακα 5

6.2        Η ανήθικη διαχείριση της επιστρατευθείσας δύναμης

6.3        Η παρούσα δύναμη της Στρατιάς Μικράς Ασίας την 21η Ιουνίου 1921

7.      Η μάχιμη δύναμη της Στρατιάς Μικράς Ασίας πριν την έναρξη των θερινών επιχειρήσεων

8.      Η διαχείριση ζητημάτων που ανυψώνουν ή ρίχνουν στα τάρταρα το ηθικό και την πειθαρχία

8.1        Το σκοτεινό «κέντρο» των Αθηνών

8.2        Το κράτος αποδεικνύεται ανίκανο να αντιμετωπίσει τους αξιωματικούς που αρνούνταν να αναλάβουν υπηρεσία στη Μικρά Ασία

8.3        Ο αφανισμός της μάχιμης δύναμης των αξιωματικών της Στρατιάς κατά τις επιχειρήσεις προς την Άγκυρα

8.4        Το ζήτημα της μετάταξης οπλιτών θητείας στο σώμα της Χωροφυλακής

9.      Γενικές πληροφορίες για την δύναμη των υπολοίπων Μεγάλων Μονάδων του Στρατού

9.1        Η Στρατιά Θράκης

9.2        Το Ε΄ Σώμα Στρατού Ηπείρου

9.3        Οι Δυνάμεις της Ζώνης Εσωτερικού

10.      Διαπιστώσεις

11.      Επίλογος

1. Εισαγωγή

Το παρόν κείμενο αποτελεί εν δυνάμει συνέχεια του κειμένου που αναρτήθηκε στο εδώ ιστολόγιο με τίτλο «Η διαμόρφωση της δύναμης του ανθρώπινου δυναμικού του Ελληνικού Στρατού και ειδικότερα της Στρατιάς Μικράς Ασίας κατά το διάστημα 1η Μαρτίου – 21η Ιουνίου 1921, Μέρος Α΄». Το Β΄ Μέρος του κειμένου είχε ολοκληρωθεί κατά το μεγαλύτερο μέρος του αλλά δεν δημοσιεύτηκε.

Υπενθυμίζω ότι η κύρια αιτία της συγγραφής του αναφερόμενου και δημοσιευμένου κειμένου ήταν να ερευνηθούν οι λόγοι που παρά την επιστράτευση στην Ελλάδα και τη Μικρά Ασία 124.000 εφέδρων οπλιτών προκειμένου να ενισχυθεί η δύναμη της Στρατιάς Μικράς Ασίας ώστε να δυνηθεί να συντρίψει τον Τουρκικό Στρατό κατά τις νέες επιχειρήσεις που είχε αποφασιστεί η εκτέλεσή τους, ο διοικητής της Στρατιάς έφθασε στο σημείο να ζητήσει από την κυβέρνηση τη διακοπή των επιχειρήσεων που διεξάγονταν ανατολικά του ποταμού Σαγγάριου επειδή η μάχιμη δύναμή της Στρατιάς είχε «ξεμείνει» από αξιωματικούς και οπλίτες. Ακολουθεί απόσπασμα της αναφοράς που υπέβαλε ο διοικητής της Στρατιάς στην κυβέρνηση και το οποίο αποτελεί την προμετωπίδα του δημοσιευμένου κειμένου.

«22α Αυγούστου 1921. Η Στρατιά Μικράς Ασίας προς τον Κον Υπουργόν Στρατιωτικών: Ούτως η κύκλωσις του αριστερού του εχθρού δεν ηδύνατο να επιτευχθεί. … Προς τούτο διετάχθη η κατά μέτωπον επίθεσις. … Αι εννέα Μεραρχίαι ημών, οίτινες προ της ενάρξεως των επιχειρήσεων του Ιουλίου ηρίθμουν περίπου 8.500 μαχίμους, ήτοι ολικήν δύναμιν 76.000 ανδρών, ήδη αριθμούν μόνο 5.200 ήτοι 47.000 μόνο μαχίμων. Αι ελάχισται αφικνούμεναι ενισχύσεις μόλις επαρκούν δια καταρτισμόν μικρών τινών τμημάτων προς κάλυψιν των συγκοινωνιών ημών, η άφιξις δε της Ανεξαρτήτου Μεραρχίας δεν δύναται να υπολογισθή προ δεκαπενθημέρου. Η έλλειψις αξιωματικών είναι μεγίστη και το βαρύ πυροβολικόν ημών υποδεέστερον αριθμητικώς και ποιοτικώς του εχθρικού. … Πλεονέκτημα επομένως καθαρόν ημών απέναντι του εχθρού απομένει η επιθετική ημών ενέργεια και το εκ ταύτης πηγάζον υπέρτερον ηθικόν. Δέον όμως να λαμβάνηται υπ’ όψιν ότι η προϊούσα ελάττωσις της μαχίμου δυνάμεως θα καταστήση ανέφικτον μετ’ ολίγον την εξακολούθησιν της επιθέσεως και ο στρατιώτης αντιλαμβανόμενος την έλλειψιν ισχύος δυνατόν να απολέση και την ηθικήν αυτού δύναμιν. Αναστάσιος Παπούλας Αντιστράτηγος»

Η δημοσίευση του Β΄ Μέρους με τον τίτλο που βλέπετε την αποφάσισα πριν λίγο καιρό με σκοπό να γίνει μία συνολική παρουσίαση των θερινών επιχειρήσεων για την κατάληψη του Εσκή Σεχήρ, της Κιουτάχειας και του Αφιόν Καραχισάρ, που είχαν ως κύριο σκοπό τη συντριβή του Τουρκικού Στρατού. Κατόπιν τούτου πλην του παρόντος κειμένου θα ακολουθήσει μία σειρά κειμένων με την εξής θεματολογία:

  • Η ενίσχυσης τη Στρατιάς Μικράς Ασίας με μέσα και υλικά
  • Ο Τουρκικός στρατός δύναμη – μέσα – διάταξη – δυνατότητες
  • Το σχέδιο επιχειρήσεων
  • Η διεξαγωγή των επιχειρήσεων
  • Η μάχη του Εσκή Σεχήρ της 8ης Ιουλίου 1921

Στο παρόν κείμενο αναφέρονται αποσπάσματα του Μέρους Α΄ προς σύνδεση με αυτό.

2. Η δύναμη του Ελληνικού Στρατού και της Στρατιάς Μικράς Ασίας το Μάρτιο του 1921

2.1 Η συγκρότηση του Ελληνικού πριν την πολιτική αλλαγή της 1ης Νοεμβρίου 1920

Είναι εξαιρετικά σημαντικό να αναφέρουμε ότι κατά την περίοδο πριν την 1η Νοεμβρίου 1920 το σύνολο της δύναμης του Ελληνικού Στρατού διοικούταν από το Γενικό Στρατηγείο που είχε την έδρα του στη Σμύρνη, ενώ στην πρώην έδρα του στη Θεσσαλονίκη παρέμενε ένα κλιμάκιο του Γενικού Στρατηγείου.

Με βάση κατάσταση δυνάμεως του Ελληνικού Στρατού της 21ης Σεπτεμβρίου 1920 προκύπτει ότι η συγκρότηση του Ελληνικού Στρατού υπό το Γενικό Στρατηγείο περιελάμβανε τις εξής Μεγάλες Μονάδες:

  • Α΄ Σώμα Στρατού (Ι, ΙΙ, ΧΙΙΙ Μεραρχίες, Μ.Μ.Μ.)
  • Β΄ Σώμα Στρατού (ΙΙΙ και IV Μεραρχίες, Μ.Μ.Μ.)
  • Μεραρχία Κρήτης (περιορισμένης επάνδρωσης)
  • Σώμα Στρατού Εθνικής Αμύνης (Μεραρχίες Σερρών και Ξάνθης, XIV Μεραρχία, Μ.Μ.Μ.)
  • Σώμα Στρατού Σμύρνης (Μεραρχίες Αρχιπελάγους και Κυδωνιών, Μ.Μ.Μ.)
  • Μεραρχία Μαγνησίας (Νικομήδεια)
  • VIII και ΙΧ Μεραρχίες με ένα μικρό Απόσπασμα των Μ.Μ.Μ. του Ε΄ Σώματος Στρατού (22 Αξιωματικοί και 387 οπλίτες). Είναι προφανές ότι δεν υφίσταται Διοίκηση και Επιτελείο του Ε΄ Σώματος Στρατού.

Την 19η Οκτωβρίου 1920 η γενική συγκρότηση του Στρατού έχει ως ακολούθως:

  • Στρατός Μικράς Ασίας εκ 4.362 αξιωματικών και 130.721 οπλιτών.
  • Στρατιά Θράκης (Μεραρχίες Σερρών και Ξάνθης, ΙΧ και XIV Μεραρχίες, Αναπληρωματική Διοίκηση Στρατού Εθνικής Αμύνης, Ανεξάρτητο Τάγμα Θράκης) εκ 1.654 αξιωματικών και 63.223 οπλιτών.
  • VIII Μεραρχία εκ 221 αξιωματικών και 7.816 οπλιτών.
  • Συνολική δύναμη: 6.257 αξιωματικοί και 201.760 οπλίτες.

Από την ως άνω κατανομή της δύναμης προκύπτει ότι δεν υπήρχε στρατιωτική δύναμη στη Ζώνη Εσωτερικού. Θεωρώ ότι η δύναμη της Ζώνης Εσωτερικού περιλαμβανόταν σε αυτή των Σχηματισμών του Γενικού Στρατηγείου εξ 918 Αξιωματικών και 21.738 Οπλιτών· και τούτο επειδή το Γενικό Στρατηγείο διοικούσε πλήρως το σύνολο του Ελληνικού Στρατού.

Τα παραπάνω περιγραφόμενα έχουν τη σημασία τους για σύγκριση με τη συγκρότηση και δύναμη του Στρατού την 1η Μαρτίου 1921.

2.2 Η δύναμη του Ελληνικού Στρατού την 1η Μαρτίου 1921

Η νέα συγκρότηση του Ελληνικού Στρατού μετά τις εκλογές της 1ης Νοεμβρίου 1920 περιγράφεται στον πίνακα.[1] Το νέο σημαντικό στοιχείο που προκύπτει είναι ότι στην Ήπειρο ανασυστάθηκε το Ε΄ Σώμα Στρατού με τις Μ.Μ. Μονάδες του, το οποίο διοικεί μία μόνο την VIII Μεραρχία. Η ΙΧ Μεραρχία βρισκόταν στη Νότιο Ελλάδα όπου είχε μεταφερθεί πριν τις εκλογές της 1ης Νοεμβρίου 1920.

Η δύναμη του Ελληνικού Στρατού την 1η Μαρτίου 1921 ανερχόταν σε 8.343 αξιωματικούς και 196.325 οπλίτες και ήταν κατανεμημένη όπως φαίνεται στον παρακάτω πίνακα 1. Η δύναμη της Στρατιάς Μικράς Ασίας σε αυτό τον πίνακα διαφοροποιείται ελάχιστα από την κατάσταση που είχε συντάξει η Στρατιά για τη δύναμη που διέθετε την 1η Μαρτίου (βλ. στη συνέχεια πίνακα 4).

Πίνακας 1: Η δύναμη του Ελληνικού Στρατού την 1η Μαρτίου 1921 και η κατανομή της στη Στρατιά Μικράς Ασίας και στην ηπειρωτική Ελλάδα

Όπως μπορεί να διαπιστωθεί από τον παραπάνω αντί να μεταφερθεί στη Μικρά Ασία όποια δύναμη ήταν διαθέσιμη στην κυρίως Ελλάδα για να ενισχυθεί η Στρατιά Μικράς Ασίας προκειμένου να εκτελέσει με επιτυχία τις αποφασισθείσες επιχειρήσεις του Μαρτίου, ιδρύονταν νέες διοικήσεις και Μονάδες, όπως το Ε΄ Σώμα Στρατού, για τακτοποιηθούν οι ημέτεροι. Εκεί που στην Ήπειρο υπήρχε προηγουμένως μόνο η VIII Μεραρχία που διέθετε 17 ορειβατικά πυροβόλα συγκροτήθηκε με το Στρατηγείο της και τις λοιπές Μονάδες υποστηρίξεως το Ε΄ Σώμα Στρατού, το οποίο απέκτησε και Σύνταγμα Πεδινού Πυροβολικού με 35 πεδινά πυροβόλα. Ένα Σώμα Στρατού για να διοικεί μία μόνο Μεραρχία. Κατ’ αναλογία προκύπτουν ερωτήματα και για την αποστολή που υπηρετούσαν οι πολυπληθείς Μ.Μ.Μ. του Δ΄ Σώματος Στρατού, όταν δεν υπήρχε τέτοια διοίκηση. Υπ’ αυτές τις συνθήκες η μετανοεμβριανή κυβέρνηση απέφυγε να ενισχύσει της Στρατιά Μικράς Ασίας. Υπενθυμίζω την απάντηση του υπουργού των Στρατιωτικών Δημητρίου Γούναρη στο αίτημα της Στρατιάς περί ενισχύσεως της για την εκτέλεση των επιχειρήσεων του Μαρτίου:

«Ενίσχυσις δι’ ανδρών αδύνατος πιθανώς αποσταλώσι κατά μέγιστον εκατόν χωροφύλακες»[2]

Περισσότερες πληροφορίες για αυτό το ζήτημα στο δημοσιευμένο κείμενο μου με τίτλο:

«Οι επιθετικές επιχειρήσεις του Μαρτίου 1921 προς Εσκή Σεχήρ και Αφιόν Καραχισάρ – Μέρος Α΄»

2.3 Η δύναμη της Στρατιάς Μικράς Ασίας την 1η Μαρτίου 1921

Αυτή ανερχόταν σε 4.454 αξιωματικούς και 119.547 οπλίτες εκ των οποίων παρόντες ήταν 4.067 αξιωματικοί και 104.186 οπλίτες. Η κατανομή της δύναμης της Στρατιάς φαίνεται στον παρακάτω πίνακα 2.[3], [4] Πολύ εύκολα μπορεί κάποιος να διαπιστώσει ότι η τοποθετημένη δύναμη της Στρατιάς στον πίνακα διαφέρει ελάχιστα από τη δύναμη του πίνακα 1. Θα χρησιμοποιήσουμε όμως την δύναμη του παρόντος πίνακα ως πλέον ακριβή από αυτή του πίνακα 1 επειδή έχει συνταχθεί από τη Στρατιά Μ. Ασίας.

Πίνακας 2: Η κατάσταση δυνάμεως της Στρατιάς Μικράς Ασίας της 1η Μαρτίου 1921

Υποσημειώσεις πίνακα:

  1. Η μειωμένη δύναμη της Ι Μεραρχίας οφειλόταν στη διάθεση του 5ου Σύνταγμα Πεζικού της στο Γ΄ Σώμα Στρατού.
  2. Τα Α΄ και Γ΄ Σώματα Στρατού εκτός των 36 πυροβόλων εκάστου των Α΄ και Γ΄ Συνταγμάτων Πεδινού Πυροβολικού, διέθεταν από 5 Πυροβολαρχίες Βαρέως Πυροβολικού.
  3. Το Β΄ Σύνταγμα Πεδινού Πυροβολικού διέθετε μόνο 3 Πεδινές Πυροβολαρχίες. Γενικά η συγκρότηση του Β΄ Σώματος Στρατού δεν ήταν η προβλεπόμενη υπό των πινάκων συνθέσεως.
  4. Τα 1.800 εκ των 2.800 αναφερομένων «τυφεκίων» ανήκαν στο 5ο Σύνταγμα Πεζικού.
  5. Τα 5.100 «τυφέκια» ανήκαν στα 4 Τάγματα του 18ου Συντάγματος Πεζικού και στα 6 Τάγματα των 1ου και 2ου Συνταγμάτων Μετόπισθεν.

Σχολιασμός των στοιχείων του Πίνακα 2

Η παρούσα δύναμη των 8 Μεραρχιών της Στρατιάς υπολειπόταν της προβλεπόμενης εμπόλεμης από τους πίνακες συνθέσεως κατά 864 αξιωματικούς (26,7%) και 34.835 οπλίτες, δηλαδή κατά 30% περίπου. Ο υπολογισμός έγινε με την ισχύουσα τότε σύνθεση βάσει της οποία η εμπόλεμη δύναμη Ταγμάτων ανερχόταν σε 906 άνδρες και της Μεραρχίας 404 αξιωματικούς και 12.650 οπλίτες περίπου.

Η δύναμη τυφεκίων που σημειώνεται κάτω από τη στήλη «Μάχιμη δύναμη Στρατιάς» δεν αναφέρεται στη δύναμη των διατιθέμενων τυφεκίων των οκτώ Μεραρχιών της Στρατιάς, αλλά στη συνολική δύναμη των Μεραρχιακών Ταγμάτων Πεζικού. Δηλαδή η αναγραφή της μάχιμης δύναμης ως τυφέκια είναι λάθος. Είναι απολύτως βέβαιο ότι ως μάχιμη δύναμη, ή και παρατακτή δύναμη –το προσδιορίσαμε και παραπάνω- υπολογιζόταν το άθροισμά της δύναμης των Ταγμάτων Πεζικού των Συνταγμάτων, Μεραρχιών και Σωμάτων Στρατού και ως δύναμη τυφεκίων το σύνολο των τυφεκίων των τριών Λόχων του Τάγματος Πεζικού. Τούτο προκύπτει και από τον εξής υπολογισμό. Αν δεχθούμε ότι η σημειούμενη συνολική δύναμη των 41.470 τυφεκίων των οκτώ Μεραρχιών της Στρατιάς αναφέρεται στον αριθμό των διατιθέμενων από τους Λόχους τυφεκίων τότε προκύπτει ότι οι 216 Λόχοι Μεραρχιακοί Λόχοι θα διέθεταν κατά μέσο όρο 192 τυφέκια έκαστος. Επομένως ο κάθε Λόχος θα διέθετε σχεδόν την προβλεπόμενη δύναμη η οποία με βάση τους τότε ισχύοντες πίνακες συνθέσεως ανερχόταν σε 198 οπλίτες εκ των οποίων οι 16 δεν έφεραν τυφέκιο (8 οπλοπολυβολητές και 8 προμηθευτές). Όλοι όμως οι τότε στρατιωτικοί που είχαν λόγο για τα του στρατού (Β. Δούσμανης και Ξ. Στρατηγός αναφέρουν ότι η δύναμη των Λόχων ανερχόταν σε 80 άνδρες. Κατόπιν τούτων τα αναφερόμενα ως 41.470 τυφέκια αφορούν το σύνολο της δύναμης οπλιτών των 72 Μεραρχιακών Ταγμάτων (8 Μεραρχίες x 9 Τάγματα), ήτοι 41.470 οπλίτες.

Με βάση την παραπάνω διευκρίνιση προκύπτει ότι τα 72 Μεραρχιακά Τάγματα της Στρατιάς μία ημέρα πριν την έναρξη των επιχειρήσεων του Μαρτίου διέθεταν μέση δύναμη 600 περίπου ανδρών. Στην εκτίμηση συμπεριελήφθηκε και η δύναμη των 1.800 ανδρών του 5ου Συντάγματος Πεζικού της Ι Μεραρχίας που διατέθηκε στο Γ΄ Σώμα Στρατού και συμπεριλαμβάνεται στις Μεραρχιακές Μονάδες του Γ΄ Σώματος Στρατού. Η εκτίμηση συμφωνεί περίπου και με το γενικό ποσοστό του 30% που όπως αναφέρθηκε στο πρώτο σχόλιο υπολειπόταν η παρούσα δύναμη των Μεραρχιών από την προβλεπομένη το Μάρτιο του 1921. 

Μετά τα παραπάνω μπορεί να εκτιμηθεί ότι η συνολική δύναμη των τριών Λόχων των Ταγμάτων Πεζικού πριν την έναρξη των εαρινών επιχειρήσεων θα ανερχόταν στους 120 άνδρες περίπου κατά Λόχο, ή και λιγότερους, με τους υπόλοιπους μέχρις τους 600 άνδρες του Τάγματος να κατανέμονται στο Επιτελείο, στο Λόχο Πολυβόλων και στα Μεταγωγικά Μάχης του Τάγματος. Προκύπτει όμως ότι η εν λόγω εκτίμηση είναι υπερτιμημένη και τούτο μαρτυρείται από δύο ανώτατους αξιωματικούς που ανέλαβαν σημαντικές θέσεις στο κράτος και στο Στρατό μετά την πολιτική μεταβολή του Νοεμβρίου 1920:

Ο στρατιωτικός σύμβουλος του Γούναρη Υποστράτηγος Ξ. Στρατηγός αναφέρει ότι:

«κατά τις επιχειρήσεις του Μαρτίου οι Λόχοι Πεζικού δεν ηδυνήθησαν να παρατάξωσι πλέον των 80 τυφεκίων.[5] Εν τούτοις η Σμύρνη και αι Αθήναι έβριθον απεσπασμένων ανδρών εις όλα τα Υπουργεία και όλας τας Κρατικάς και μη Κρατικάς υπηρεσίας και επιχειρήσεις».[6]

Ο Υποστράτηγος Βίκτωρ Δούσμανης, που την 1η Απριλίου του 1921 θα αναλάβει Αρχηγός της Επιτελικής Υπηρεσίας Στρατού (ΕΥΣ), αναφέρει ότι μετά την επάνοδο του Γούναρη από το Λονδίνο επεδίωξε να συναντηθεί μαζί του. Τούτο συνέβη στις 27 Μαρτίου στην οικία του κοινού τους φίλου υπουργού εξωτερικών Γεωργίου Μπαλτατζή στην οποία παραβρέθηκε και ο υπουργός Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης. Ο Δούσμανης αναφέρει ότι οι υπουργοί βρίσκονταν σε απορία για το ότι η δύναμη που οι Μεραρχίες παρέταξαν στις μάχες ήταν τόσο μικρή σε σχέση με τη δύναμη της Στρατιάς. Την επομένη ο Δούσμανης συναντήθηκε και πάλι με το Γούναρη στην οικία του Μπαλτατζή, παρευρισκομένου και του Πρωτοπαπαδάκη. Ο Δούσμανης με βάση νέες πληροφορίες που έλαβε ανέφερε στους υπουργούς την κατάσταση της Στρατιάς και τους κινδύνους που προέρχονταν από την κακή διάθεση των δυνάμεών της και ότι οι Λόχοι του Γ΄ Σώματος Στρατού διέθεταν δύναμη 40 ανδρών. Πρότεινε στο Γούναρη να εκδώσει το ίδιο βράδυ διαταγή προς τη Στρατιά να ενισχύσει τα μάχιμα τμήματα με άνδρες που θα απέσυρε από τα Μεταγωγικά Σώματα. Ο Γούναρης όμως, που ο Δούσμανης τον παρουσιάζει ως πολιτικό των μέσων λύσεων, αποφάσισε να στείλει διαταγή στον Παπούλα να του αναφέρει το πώς είχε διαθέσει τη δύναμη της Στρατιάς.[7]

3. Η επιστράτευση εφεδρικών κλάσεων για την ενίσχυση της Στρατιάς Μικράς Ασίας

Στις αρχές Μαρτίου του 1921 η Κυβέρνηση αποφάσισε να καλέσει υπό τα όπλα 2-4 κλάσεις εφέδρων προκειμένου να ενισχυθεί η δύναμη της Στρατιάς ώστε μετά την κατάληψη της γραμμής Εσκή Σεχήρ – Αφιόν Καραχισάρ δια των επιχειρήσεων του Μαρτίου του 1921, που η εκτέλεσή τους είχε αποφασιστεί χωρίς τη συμμετοχή της εφεδρείας, η Στρατιά να συνεχίσει τις επιθετικές επιχειρήσεις μέχρι την Άγκυρα και ενδεχομένως και μέχρι το Ικόνιο. Ό Πρωθυπουργός Καλογερόπουλος και ο Υπουργός Στρατιωτικών Δ. Γούναρης ενημέρωσαν τον Πρωθυπουργό της Μ. Βρετανίας Λόϋδ Τζωρτζ επί της εν λόγω απόφασής τους ό οποίος τους είπε ότι τίποτε δεν πρέπει να αφεθεί στην τύχη του διότι σε εναντία περίπτωση οι Τούρκοι θα καθίσταντο ανοικονόμητοι.

3.1 Η επιστράτευση του Μαρτίου 1921

Την 6η Μαρτίου 1921 κλήθηκαν υπό τα όπλα οι έφεδροι των κλάσεων 1913β, 1914 και 1915, με ήμερα προσέλευσης την 14η Μαρτίου. Οι καταγόμενοι εκ των νήσων του Αρχιπελάγους, καθοριζόταν ότι θα παρουσιάζονταν στο Έμπεδο Πεζικού της ΙΙ Μεραρχίας στη Σμύρνη. Ο προεδρεύων της κυβέρνησης υπουργός Πρωτοπαπαδάκης σε ανακοίνωση του προς τον Αθηναϊκό τύπο ανέφερε ότι ο λόγος που επέβαλε την κήρυξη της επιστράτευσης ήταν:

«Η κυβέρνηση δεν προβαίνει εις την ενέργειαν ταύτην επιδιώκουσα πόλεμον. Η Ελλάς δεν είναι πολεμοχαρής. Είναι ανάγκη να σημειωθή καλώς τούτο. Αλλ’ επιθυμεί να αντιμετωπίση εγκαίρως μερικάς μετακινήσεις και συγκεντρώσεις των εν Ανατολή οργανώσεων»[8]

Τη 10η Μαρτίου 1921 η Στρατιά Μικράς Ασίας θα επετίθετο για την κατάληψη της γραμμής Εσκή Σεχήρ – Αφιόν Καραχισάρ. Ασφαλώς για πόλεμο επρόκειτο, μόνο που οι έφεδροι των κλάσεων που κλήθηκαν υπό τα όπλα δεν έλαβαν μέρος. Η αποτυχία των επιχειρήσεων του Μαρτίου 1921 οφείλεται πλέον των άλλων και στη μειωμένη μάχιμη δύναμη που διέθετε η Στρατιά έναντι της προβλεπομένης και ειδικά στην εξαιρετικά μειωμένη δύναμη των Λόχων Πεζικού. Επίσης και στην απόφαση της κυβέρνησης να μην ενισχύσει τη Στρατιά πριν την έναρξη των επιχειρήσεων, διότι περί συνειδητής αποφάσεως επρόκειτο. Στη συνέχεια ο Γούναρης, ο Μπαλτατζής και ο Πρωτοπαπαδάκης απορούσαν για το ότι οι Μεραρχίες παρέταξαν στις μάχες τόσο μικρή δύναμη.

Η προσέλευση των εφέδρων ολοκληρώθηκε το πρώτο δεκαήμερο του Απριλίου. Η επιστράτευση των κλάσεων 1913β, 1914 και 1915 απέδωσε κατά τη Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού 53.000 άνδρες.[9] Με βάση την κατάσταση δυνάμεως του Ελληνικού Στρατού της 11ης Απριλίου η τοποθετημένη δύναμη του Στρατού είχε ανέλθει στις 252.660 άνδρες.[10] Ήτοι είχε αυξηθεί έναντι αυτής της 1ης Μαρτίου 1921 κατά 56.335 άνδρες. Μάλλον κατά 809 περισσότερους άνδρες, αν ληφθούν υπόψη ότι οι 809 νεκροί των επιχειρήσεων του Μαρτίου που λογικά θα είχαν διαγραφεί από τη δύναμη των Μονάδων και της Στρατιάς. Η επιπλέον των 53.000 ανδρών δύναμη αφορά Έλληνες της Μικράς Ασίας που κατετάγησαν στη Σμύρνη.[11] Η δύναμη της Στρατιάς Μικράς Ασίας ενισχύθηκε μέχρι την 31η Μαρτίου δια 20.660 περίπου ανδρών. Εξ αυτών 3.500 ήταν οι Έλληνες Μικρασιάτες και 5.050 έφεδροι εκ των νησιών του Αιγαίου που κατετάγησαν στο Έμπεδο της ΙΙ Μεραρχίας στη Σμύρνη,[12] 4.000 εκ των οποίων 1.500 περίπου έφεδροι της IV Μεραρχίας που έφθασε στη Σμύρνη από το Ναύπλιο, 1.080 του 3/40 Συντάγματος Ευζώνων από την Αν. Θράκη, 900 του Τάγματος Μπέϊκος εκ Κωνσταντινούπολης και δια 6.125 εφέδρων εκ της ηπειρωτικής χώρας.[13] Σχετικά βλέπε πίνακα 4 στη συνέχεια.

Επομένως από την παραπάνω δύναμη ενισχύσεων που διατέθηκε στη Μικρά Ασία: 1) 5.050 ήταν έφεδροι εκ των νησιών του Αιγαίου που κατετάγησαν στη Σμύρνη, 1.500 έφεδροι που κατετάγησαν στην IV Μεραρχία στο Ναύπλιο και 6.125 έφεδροι εκ του Εσωτερικού. Εν συνόλω 12.675 έφεδροι από την επιστρατευθείσα δύναμη των 53.000 και πλέον εφέδρων. 2) 3.500 ήταν Μικρασιάτες Έλληνες το γένος που κατετάγησαν στη Σμύρνη. 3) 4.480 ήταν οπλίτες θητείας που υπηρετούσαν στην IV Μεραρχία Ναυπλίου, στο 3/40 Σύνταγμα Ευζώνων και στο Ανεξάρτητο Τάγμα «Μπέϊκος».

Κατόπιν τούτων στην κυρίως Ελλάδα υπήρχε κατά το μήνα Απρίλιο μία δύναμη 40.000 και πλέον εφέδρων που μπορούσε να διατεθεί άμεσα στη Μικρά Ασία.

Η τοποθετημένη δύναμη της Στρατιάς μετά και την άφιξη των παραπάνω ενισχύσεων έπρεπε να ανέλθει την 1η Απριλίου σε 138.000 περίπου οπλίτες – λαμβανομένης υπόψη της δύναμης της 1ης Μαρτίου και των 809 νεκρών των επιχειρήσεων του Μαρτίου. Η παρούσα δύναμη της Στρατιάς ομοίως έπρεπε να ανέλθει στις 120.000 περίπου άνδρες, λαμβανομένων επίσης υπόψη των 3.472 τραυματιών και των 509 αγνοουμένων εκ των επιχειρήσεων του Μαρτίου. Με βάση όμως την κατάσταση δυνάμεως του Ελληνικού Στρατού της 11ης Απριλίου η τοποθετημένη δύναμη της Στρατιάς ανερχόταν σε 132.707 άνδρες και της παρούσας σε 114.562.[14] Επομένως οι υπεύθυνοι αδυνατούσαν να καταγράψουν την ακριβή δύναμη της Στρατιάς ημερολογιακά. Σχετικές πληροφορίες στον πίνακα 4 στη συνέχεια.

3.2 Η μεταφορά ενισχύσεων στη Μικρά Ασία διακόπτεται

Κατ’ αρχάς τούτο προκύπτει από τα αναφερθέντα αμέσως παραπάνω περί των αποσταλλέντων στη Στρατιά ενισχύσεων μέχρι τη 30 Μαρτίου και τη δύναμη που διέθετε η Στρατιά στις 11 Απριλίου. Το γεγονός αυτό το αναφέρει και ο Επιτελάρχης της Στρατιάς σε κρυπτογραφημένο τηλεγράφημά του προς τον Υπαρχηγό της ΕΥΣ:

«Μετά πολυήμερον διακοπήν αποστολής ενισχύσεων κατέφθασαν σήμερον εξακόσιοι βουλγαρόφωνοι αγύμναστοι άπαντες ύποπτοι ευλογιώντες έχοντες ανάγκην δεκαπενθημέρου καθάρσεως και εννεακόσιοι αγύμναστοι stop Τούτο αποτελεί εμπαιγμόν ειρωνίαν εις τόσον κρισίμους στιγμάς. Πάλης»[15]

Παρ’ όλο που στην κυρίως Ελλάδα παρέμεναν 40.000 και πλέον επιστρατευθέντες έφεδροι η προώθηση τους στη Μικρά Ασία βράδυνε. Στο διάστημα 15-30 Απριλίου μεταφέρθηκαν στη Μικρά Ασία 12.118 έφεδροι συνολικά όπως προκύπτει από πρόχειρο και ανυπόγραφο σημείωμα της Στρατιάς. Από τον αριθμό αυτό οι 10.158 έφεδροι ήταν του Πεζικού. Εκ τούτων 583 ήταν αγύμναστοι (ανεκπαίδευτοι), 1.491 βουλγαρόφωνοι και 781 ασθενείς που εστάλησαν στο λοιμοκαθαρτήριο. Επομένως το Πεζικό ενισχύθηκε δια 7.300 εφέδρων μόνο.[16] Κάπως έτσι έβλεπαν οι υπεύθυνοι ταγοί της πολιτείας το ζήτημα της ενίσχυσης της Στρατιάς.

3.3 Η επιστράτευση του Απριλίου 1921

Στις 15 Απριλίου 1921 κλήθηκαν υπό τα όπλα οι κλάσεις της εφεδρείας 1912 και 1913α, καθώς και οι κλάσεις 1903 και 1904 της δεύτερης σειράς εφεδρείας, προκειμένου η δύναμη του Ελληνικού Στρατού και ειδικότερα της Στρατιάς Μικράς Ασίας να ενισχυθεί ακόμη περισσότερο εν όψει των νέων ευρύτερων επιθετικών επιχειρήσεων που προετοιμάζονταν για τη κατάληψη της γραμμής Εσκή Σεχήρ — Κιουτάχεια — Αφιόν Καραχισάρ. Η υπόψη κινητοποίηση απέδωσε άλλους 58.000 άνδρες σύμφωνα με τη ΔΙΣ.[17] Τούτο είναι μάλλον ακριβές όπως φαίνεται από την τοποθετημένη δύναμη του Ελληνικού Στρατού στις 1 Ιουνίου 1921 που είχε αυξηθεί έναντι της αντίστοιχης της 1ης Μαρτίου κατά 121.325 οπλίτες.[18] Αφαιρούμενης της αύξησης των 56.335 οπλιτών που προκύπτει από την κατάσταση δυνάμεως της 11ης Απριλίου διαπιστώνεται ότι η δύναμη του Ελληνικού Στρατού μετά την επιστράτευση της 15ης Απριλίου αυξήθηκε κατά 65.629 οπλίτες. Οι έφεδροι των κλάσεων 1903 και 1904 δεν θα αποστέλλονταν στη Μικρά Ασία αλλά θα διατίθονταν για την αντικατάσταση των οπλιτών νεοτέρων κλάσεων που ήταν τοποθετημένοι στις δυνάμεις της Ελλάδας προκειμένου στη συνέχεια αυτοί να μεταφερθούν στη Μικρά Ασία.

«Ως επληροφορήθημεν παρά της αρμοδίας υπηρεσίας, ευθύς άμα τη προσελεύσει των υπό τα όπλα κληθέντων εφέδρων των κλάσεων 1904 και 1905, θέλει διαταχθή η αντικατάστασις απάντων των εν τη ζώνη του εσωτερικού υπηρετούντων οπλιτών δι’ εφέδρων των δύο τούτων κλάσεων. Η ακριβής εκτέλεσις της ανωτέρω διαταγής εξελαγχθή υπό ανωτέρων αξιωματικών της Επιτελικής Υπηρεσίας του στρατού»[19]

3.4 Η επιστράτευση των Ελλήνων κατοίκων της Μικράς Ασίας

Κλήθηκαν επίσης υπό τα όπλα και οι Έλληνες της Μικράς Ασίας που ανήκαν στις κλάσεις 1910 – 1921 (συνολικά 12 κλάσεις). Συνολικά η επιστράτευση των Ελλήνων της Μικράς Ασίας απέδωσε κατά την ΔΙΣ 19.503 άνδρες.[20] Στον παραπάνω αριθμό εφέδρων συμπεριλαμβάνονταν και οι Έλληνες υπήκοοι οι καταγόμενοι από τα νησιά του Αρχιπελάγους και οι διαμένοντες στην Μικρά Ασία που είχαν υποχρέωση στράτευσης. Σε ένα σημείωμα της Στρατιάς Μικράς Ασίας φαίνεται ότι μέχρι τις 19 Μαΐου οι επιστρατευθέντες Μικρασιάτες ανέρχονταν σε 13.000 οπλίτες.[21] Κατόπιν τούτου οι Έλληνες υπήκοοι που είχαν υποχρέωση στράτευσης και κατετάγησαν στο Έμπεδο της ΙΙ Μεραρχίας στη Σμύρνη θα πρέπει να ανέρχονταν σε 6.500 περίπου οπλίτες.[22]

Συνολικά επιστρατεύθηκαν στην Ελλάδα 111.000 περίπου άνδρες και στη Μικρά Ασία 13.000 ομοίως.Κατόπιν τούτων στις 1 Ιουνίου 1921 η δύναμη του Ελληνικού Στρατού ανήλθε σε 9.869 αξιωματικούς και 318.289 οπλίτες. Παρά την αύξηση της δύναμης των οπλιτών κατά 63% η δύναμη των αξιωματικών αυξήθηκε κατά 1.526, ήτοι κατά 18,3%. Κατόπιν τούτου προκύπτει ότι είτε η ΕΥΣ αμέλησε να επιστρατεύσει μεγαλύτερο αριθμό αξιωματικών, είτε οι κληθέντες δεν παρουσιάστηκαν στο ακέραιο.

3.5 Η τακτοποίηση των ανυπότακτων και των λιποτακτών

Τη 15η Απριλίου που καλούνταν προς κατάταξη οι έφεδροι των κλάσεων 1903, 1904, 1912 και 1913α δημοσιευόταν στον Αθηναϊκό τύπο ο νόμος που είχε ψηφιστεί στις 13 Απριλίου από την βουλή «περί καθορισμού των στρατιωτικών υποχρεώσεων των ανυπότακτων και λιποτακτών». Τα δύο πρώτα άρθρα του υπόψη νόμου ανέφεραν επί λέξει ότι:

«Κυρούται το από 21 δεκεμβρίου π.έ. νομοθετικόν διάταγμα περί απαλλαγής από πάσης καταδιώξεως ανυπότακτων και λιποτακτών. … Οι υπαγόμενοι εις το ανωτέρω Ν. Διάταγμα ανυπότακτοι, του Εσωτερικού και του Εξωτερικού, και λιποτάκται υποχρεούνται να εκπληρώσωσι τας δια του παρόντος νόμου καθοριζόμενας υποχρεώσεις και απαλλάσσονται πασών των συνεπειών ανυποταξίας και πάσης καταδιώξεως επί λιποταξία, εάν ήθελον προσέλθει προς εκπλήρωσιν των υποχρεώσεων των τούτων, ή ήθελον καταβάλει το καθοριζόμενον αντισήκωμα εντός της δια του Υπουργού ταχθησομένης προθεσμίας»[23]  

Επομένως την ίδια ημέρα που καλούνταν υπό τα όπλα 58.000 άνδρες για να πολεμήσουν στη Μικρά Ασία απαλλάσσονταν από τις συνέπειες της λιποταξίας και της ανυποταξίας όσοι θα στρατεύονταν. Όμως όσοι λιποτάκτες και ανυπότακτοι είχαν τη δυνατότητα να καταβάλλουν το καθορισθέν αντισήκωμα απαλλάσσονταν και από τη στράτευση και από πάσα δίωξη. Αυτά τα ωραία συνέβαιναν στην Ελλάδα την πατρίδα ηρώων. Το απόσπασμα που ακολουθεί είναι ενδεικτικό για το ποια ήταν η ποινή που αντιμετώπιζαν οι ανυπότακτοι «εν καιρώ πολέμου» σε περίπτωση που συλλαμβάνονταν.

«Η υπηρεσία καταδιώξεως ανυποτάκτων ανακοινεί τα εξής: Γνωστοποιούμεν δια της παρούσης ότι πας συλλαμβανόμενος παρά των καταδιωκτικών αποσπασμάτων και μη έχων εν τάξει τα στρατολογικά του έγγραφα ή μη έχων επ’ αυτών επικεκολλημένην την φωτογραφίαν του και εσφραγισμένη παρά της Αστυνομικής αρχής θ’ αποστέλληται αμέσως εις το μέτωπον ή σώμα τι προς κατάταξιν αναλόγως της ηλικίας του»[24] 

Κατόπιν τούτου όποιος ένας ανυπότακτος συλλαμβανόταν αντιμετώπιζε π.χ. την «ποινή» να τοποθετηθεί στην λέσχη αξιωματικών, στο Έμπεδο Πεζικού, ή το φρουραρχείο που υπήρχε στον τόπο της μόνιμης διαμονής του!

Η μη αντιμετώπιση με αυστηρότητα της ανυποταξίας θα οδηγήσει αργότερα —μετά το πέρας των επιθετικών επιχειρήσεων του θέρους του 1921— στην πέραν κάθε ανεκτού ορίου έξαρση της λιποταξίας, αφού και αυτή αντιμετωπίστηκε από την κυβέρνηση με ιδιαίτερα επιεική, αν όχι εγκληματικό, τρόπο. Η κυβέρνηση που είχε προέλθει από τις εκλογές του Νοεμβρίου του 1920 είχε αναστείλει την εφαρμογή του Στρατιωτικού Ποινικού Κώδικα και η λιποταξία «εν καιρώ πολέμου» τιμωρούνταν με εξάμηνη φυλάκιση με αναστολή.[25] 

4. Αποφασίζεται η εκτέλεση επιθετικών επιχειρήσεων με σκοπό τη συντριβή του Τουρκικού στρατού

4.1 Η απαίτηση της ενίσχυσης της Στρατιάς Μικράς Ασίας καθίσταται επιτακτική μετά την αποτυχία των εαρινών επιχειρήσεων

Τα αποτελέσματα από τις επιχειρήσεις του Μαρτίου δεν ήταν καθόλου ευχάριστα. Το Γ΄ Σώμα Στρατού είχε αποτύχει να καταλάβει την τοποθεσία Ινονού ώστε να ανοίξει τον δρόμο προς το Εσκή Σεχήρ και κάτω από το βάρος των μεγάλων απωλειών, άρχισε στις 20 Μαρτίου να συμπτύσσεται προς τις θέσεις από τις οποίες είχε εξορμήσει — στην περιοχή της Προύσας και Ασκανίας λίμνης. Το Α΄ Σώμα Στρατού που είχε καταλάβει το Αφιόν Καραχισάρ απέφυγε την τελευταία στιγμή την αποκοπή του και την πλήρη καταστροφή χάρις στην ηρωική άμυνα που αντέταξε το 34ο Σύνταγμα Πεζικού στο Τουμλού Μπουνάρ απέναντι στις συντονισμένες επιθέσεις των Τουρκικών Μεραρχιών που κατέρχονταν νικηφόρες από την τοποθεσία Ινονού προκειμένου να αποκόψουν τις γραμμές συγκοινωνιών του Α΄ Σώματος Στρατού που συνέχιζε να παραμένει άπρακτο στο Αφιόν Καραχισάρ. Το μοναδικό κέρδος, αλλά μεγάλης σημασίας, από τις επιχειρήσεις του Μαρτίου, ήταν ότι η διάβαση του Τουμλού Μπουνάρ, που αποτελούσε μία από τις εισόδους στο κεντρικό Μικρασιατικό υψίπεδο, παρέμεινε στα χέρια του Ελληνικού Στρατού και οχυρώθηκε από την ΙΙ Μεραρχία ισχυρά. Κατόπιν τούτων ο διοικητής της Στρατιάς Μικράς Ασίας τηλεγραφούσε στις 28 Μαρτίου 1921 από την Προύσα προς το «Υπουργείον Στρατιωτικών — Επιτελικήν Υπηρεσίαν» ότι:

«Πείρα τελευταίας επιχειρήσεως, με έπεισεν ότι εντός δύο τελευταίων μηνών, εχθρός επραγματοποίησε προόδους μεγαλυτέρας ή κατά ολόκληρον προηγηθέν διάστημα δύο ετών. Στράτευμά του καλώς συντεταγμένον μετά δυσαναλόγως πολλών αξιωματικών, οίτινες επιβάλλουν πειθαρχίαν και ων ηθικόν και ελπίδες ανυψώθηκαν κατόπιν τελευταίας Συνδιασκέψεως και Γαλλοϊταλικής υποστηρίξεως. […]. Επομένως οφείλομεν εντός δεκαπέντε ημερών αναλάβωμεν επίθεσιν προ σοβαράς ενισχύσεως εχθρού. Αλλά προς ανάληψιν επιθέσεως μετά βεβαιότητος επιτυχίας, απαραίτητος ενίσχυσις Στρατιάς … εκ 52.000 περίπου πλέον 4.000 άνδρες και 250 αξιωματικοί, όσοι οι εκτός μάχης και αποστολήν δύο ή τουλάχιστον μιας πλήρους μεραρχίας εξ εσωτερικού προς ανασχηματισμόν Β΄ Σώματος Στρατού. Εκάστη παρερχομένη εβδομάς, αυξάνει δυνάμεις και εφοδιασμόν εχθρού και επομένως απαιτουμένας ενισχύσεις Στρατιάς. Α. Παπούλας»[26]

Είναι προφανές ότι μετά το δυσμενές αποτέλεσμα εκ των επιχειρήσεων του Μαρτίου, το ζήτημα της άμεσης ενίσχυσης της δύναμης της Στρατιάς Μικράς Ασίας ετίθετο πλέον κατά τρόπο πιεστικό, δεδομένου ότι ο χρόνος «δούλευε» πλέον υπέρ του Κεμάλ και σε βάρος της Στρατιάς Μικράς Ασίας. Ο διοικητής της Στρατιάς ζητούσε από την κυβέρνηση να του αποσταλούν 52.000 άνδρες και δύο ή τουλάχιστον μία πλήρης Μεραρχία 13.000 ανδρών, προκειμένου η Στρατιά να είναι σε θέση να αναλάβει την εκτέλεση νέων επιθετικών επιχειρήσεων πριν ή ο εχθρός ενισχύσει ακόμη περισσότερο την δύναμή του και οργανώσει καλύτερα την άμυνά του.

4.2 Ο Πρωθυπουργός Δ. Γούναρης μεταβαίνει στη Σμύρνη προς ενημέρωση επί της επικρατούσας κατάστασης και λήψη γενικότερων αποφάσεων

Την 11η Απριλίου 1921 ο Υπουργός των Στρατιωτικών ζήτησε από τη Στρατιά να συντάξει σημείωμα με τις ανάγκες της σε προσωπικό μέσα και υλικά το οποίο να του παραδοθεί όταν θα έφθανε στη Σμύρνη συνοδεύοντας τον Πρωθυπουργό.

Την 12η Απριλίου συντάχθηκε από το Επιτελικό Γραφείο Ι της Στρατιάς κατάσταση με την προβλεπόμενη δύναμη της Στρατιάς με σκοπό αυτή να παραδοθεί στον Υπουργό των Στρατιωτικών ο οποίος θα έφθανε στην Σμύρνη στις 15 Απριλίου μαζί με τον πρωθυπουργό Δημήτριο Γούναρη προκειμένου να ενημερωθούν σχετικά με τις προθέσεις της Στρατιάς για τον σκοπό της σχεδιαζόμενης επιχείρησης, καθώς και για τις αναγκαιούσες ενισχύσεις σε προσωπικό και εφόδια για την εκτέλεση της επιχείρησης. Η δύναμη που κατά τη Στρατιά ήταν αναγκαία για την εκτέλεση της επιχείρησης ανερχόταν σε:[27]

  • 3 πλήρη Σώματα Στρατού εκ 4.259 αξιωματικών, 129.552 οπλιτών και 42.357 κτηνών.
  • 2 Πλήρεις Μεραρχίες Πεζικού εξ 808 αξιωματικών, 26.286 οπλιτών και 7.692 κτηνών.
  • Η Ταξιαρχία Ιππικού εξ 84 αξιωματικών 1.651 οπλιτών και 1.749 κτηνών.
  • Γενικό Σύνολο: Αξιωματικοί 5.151, οπλίτες 157.489, κτήνη 51.798.
  • 18ον Σύνταγμα Πεζικού εξ 85 αξιωματικών, 4.202 οπλιτών και 677 κτηνών.
  • Ανεξάρτητο Τάγμα Στρατιάς εξ 27 αξιωματικών, 964 οπλιτών και 212 κτηνών.
  • 5 Συντάγματα Μετόπισθεν εκ 425 αξιωματικών, 13.760 οπλιτών και 2.725 κτηνών
  • Στοιχεία Στρατιάς εκ 1058 αξιωματικών, 17.137 οπλιτών και 2.725 κτηνών
  • Τρία Έμπεδα Πεζικού Σώματος Στρατού εξ 7.000 οπλιτών και 78 κτηνών.
  • Συνολική δύναμη Στρατιάς: 6.746 αξιωματικοί, 200.542 οπλίτες και 55.912 κτήνη.

Είναι προφανές ότι η Στρατιά ζητούσε την πλήρη ανάπτυξη του Β΄ Σώματος Στρατού στην προβλεπομένη υπό των πινάκων συνθέσεως δύναμη.[28] Με βάση τα παραπάνω στοιχεία συντάχθηκε ο πίνακας 3 σε αναλυτικότερη μορφή σε σχέση με την πρωτότυπη κατάσταση της Στρατιάς. Στην αναφερόμενη κατάσταση προκύπτει ότι η Στρατιά για την εκτέλεση των νέων επιχειρήσεων εκτιμούσε ότι έπρεπε να διαθέτει ένδεκα Μεραρχίες Πεζικού δια της προσθέσεως στις ήδη υπάρχουσες στη Μικρά Ασία των Μεραρχιών ΙΧ και XIV – που βεβαίως δεν βρίσκονταν στη Μικρά Ασία. Οι Μεραρχίες που συγκροτούσαν τα Σώματα Στρατού σημειώνονταν στο περιθώριο της κατάστασης της Στρατιάς. Προφανώς για να συνταχθεί η αναφερόμενη κατάσταση είτε υπήρξε κάποια διαβούλευση μεταξύ Υπουργείου Στρατιωτικών και Στρατιάς, είτε η Στρατιά εν όψει της άφιξης του Πρωθυπουργού και του Υπουργού των Στρατιωτικών στη Σμύρνη σκόπευε να ζητήσει τη μεταφορά των δύο αυτών Μεραρχιών στη Μικρά Ασία.

Πίνακας 3: Κατάσταση εμφαίνουσα τη δύναμη που εκτιμούσε η Στρατιά Μικράς Ασίας ότι ήταν αναγκαία για να δύναται να εκτελέσει τις νέες επιχειρήσεις

Τη 15η Απριλίου 1921 έφθασε στη Σμύρνη ο Πρωθυπουργός Δ. Γούναρης συνοδευόμενος από τον Υπουργό των Στρατιωτικών Νικόλαο Θεοτόκη, τον Αρχηγό της ΕΥΣ Υποστράτηγο Βίκτωρα Δούσμανη και τον στρατιωτικό σύμβουλο της Κυβέρνησης Υποστράτηγο Ξενοφώντα Στρατηγό. Ο Πρωθυπουργός ενημερώθηκε για την κατάσταση της Στρατιάς και παραδόθηκε στον Υπουργό των Στρατιωτικών όχι η παραπάνω μνημονευόμενη «Κατάστασις Εμφαίνουσα την προβλεπομένην Δύναμιν της Στρατιάς» (του πίνακα 3) αλλά σημείωμα με τις ανάγκες της Στρατιάς σε προσωπικό μέσα και υλικά.[29]

Στο σημείωμα με ημερομηνία 15 Απριλίου 1921 αναφέρονταν ότι η συνολική δύναμη του Κεμαλικού στρατού σε όλο το Κεμαλικό κράτος —σύμφωνα με τις πληροφορίες της Στρατιάς— ανερχόταν σε 88.000 άνδρες, 250 πυροβόλα και 316 πολυβόλα και ότι εξ αυτών ο αντίπαλος θα μπορούσε να συγκεντρώσει έναντι του μετώπου της Στρατιάς μέχρι τις 10 ή τις 15 Μαΐου 70.000 άνδρες (εκ των οποίων 47.000 μαχητές), 200 πυροβόλα και 280 πολυβόλα. Η Στρατιά εκτιμούσε ότι εφόσον διέθετε για την κύρια επίθεση τρία Σώματα στρατού με επτά Μεραρχίες με την παρούσα δύναμη αυτών να είναι ίση με την οργανική, ήτοι 13.000 ανδρών κατά Μεραρχία και στο σύνολο 100.000 άνδρες μετά 238 πυροβόλων και 504 πολυβόλων, εκ των οποίων 55.000 μαχητές, θα κατίσχυε του αντιπάλου δεδομένου ότι τρεις ακόμη Μεραρχίες θα συγκρατούσαν μέρος των εχθρικών δυνάμεων. Η στρατιά σημείωνε ότι τα παραπάνω ίσχυαν με την προϋπόθεση ότι οι αιτούμενες ενισχύσεις θα βρίσκονταν στην διάθεσή της μέχρι τις 1 Μαΐου ώστε η ήδη σχεδιασθείσα επιχείρηση να εκτελεστεί μέχρι τις 10—15 Μαΐου, «… καθ’ όσον ο εχθρός κατόπιν της τελευταίας επιχειρήσεως, οργανούται πυρετωδώς. Της στρατολογίας προοδευούσης επιτυχώς και οχυρούται συντόνως. Συνεπώς πάσα επιβράδυνσις της επιθέσεως, θα έχη ως αποτέλεσμα την ανάγκην αυξήσεως των διατεθησομένων δια την επίθεσιν μέσων αναλόγως». Εμμέσως πλην σαφώς η Στρατιά ανέφερε-δήλωνε στην κυβέρνηση ότι στην περίπτωση που η επιχείρηση θα εκτελούνταν μέχρι τις 15 Μαΐου η δύναμη που θα διεξήγαγε τις κύριες επιχειρήσεις θα αποτελούνταν από τα Στρατηγεία και τις Μ.Μ.Μ. τριών Σωμάτων Στρατού, 10 Μεραρχίες, 1 Ταξιαρχία Ιππικού, 4.745 περίπου αξιωματικοί και 139.000 περίπου οπλίτες και σε περίπτωση που η εκτέλεση της επιχείρησης μεταφερόταν για μετά τις 15 Μαΐου, θα απαιτούνταν επιπλέον ενισχύσεις.

Είναι ενδιαφέρον ότι δια του αναφερομένου σημειώματος η Στρατιά ζητούσε από την κυβέρνηση οι ενισχύσεις που θα της διατεθούν να επαρκούν ώστε οι 7 Μεραρχίες που θα χρησιμοποιούσε για την κύρια επίθεση να διαθέτουν παρούσα δύναμη ίδια με την προβλεπομένη των 13.000 ανδρών. Για να επιτευχθεί αυτή η οροφή επάνδρωσης των επτά Μεραρχιών (μάλλον των Ι, ΙΙ, ΧΙΙΙ, V, III, VII και Χ) απαιτούταν ενίσχυση 30.000 περίπου ανδρών ώστε η παρούσα δύναμή τους να ανέλθει στις 13.000 άνδρες. Ο υπολογισμός έγινε με βάση την παρούσα δύναμη που διέθεταν οι Μεραρχίες της Στρατιάς την 1η Απριλίου. Ακόμη απαιτούνταν άλλοι 15.000 περίπου άνδρες προκειμένου η παρούσα δύναμη των IV, IX και ΧΙ Μεραρχιών να ανέλθει στις 11.000 άνδρες. Όπως προκύπτει η Στρατιά ζητούσε να της διατεθεί μία ακόμη Μεραρχία ώστε ο συνολικός αριθμός των Μεραρχιών της να ανέλθει σε δέκα. Η μόνη άμεσα διαθέσιμη Μεραρχία ήταν η ΙΧ (βλ πίνακα 1). Η ΙΧ Μεραρχία αποβιβάστηκε στη Σμύρνη στο διάστημα 8-11 Μαΐου. Η δύναμή της ανερχόταν σε 187 αξιωματικούς και 7.025 οπλίτες, μη συμπεριλαμβανόμενης της δύναμης του 3/40 Συντάγματος Ευζώνων που είχε μεταφερθεί στη Μικρά Ασία το Μάρτιο. Είναι άγνωστο αν παραδόθηκε στην κυβέρνηση η Κατάσταση με την προβλεπομένη δύναμη του πίνακας 3.

Ο Πρωθυπουργός μετά την ενημέρωσή του από το διοικητή της Στρατιάς περί των αναγκών της σε προσωπικό μέσα και υλικά αναχώρησε για επιθεώρηση του μετώπου. Μετά την επάνοδό του στη Σμύρνη ενημέρωσε το διοικητή της Στρατιάς ότι αποφάσισε να εκτελεστεί η επιχείρηση για την κατάληψη του Αφιόν Καραχισάρ, της Κιουτάχειας και του Εσκή Σεχήρ με κύριο σκοπό τη συντριβή του Τουρκικού Στρατού.

4.3 Ήταν δυνατή η ενίσχυση της δύναμης της Στρατιάς μέχρι τη 10η Μαΐου 1921;

Απερίφραστα ναι, τουλάχιστον σε ότι αφορούσε την ενίσχυση της Στρατιάς με αξιωματικούς και άνδρες. Ήδη την 1η Απριλίου το Υπουργείο Στρατιωτικών είχε στα χέρια του την από 28 Μαρτίου αναφορά της Στρατιάς δια της οποίας ζητούσε την επείγουσα ενίσχυσή της δια 52.000 ανδρών και μίας πλήρους Μεραρχίας. Η δύναμη που κλήθηκε την 6η Μαρτίου είχε επιστρατευθεί στο σύνολό της τη 15η Απριλίου, όπως έχουμε αναφέρει. Ακόμη βρισκόταν στο Εσωτερικό η ΙΧ Μεραρχία της οποίας το 3/40 Σύνταγμα Ευζώνων βρισκόταν από τη 19η Μαρτίου στην Μικρά Ασία. Αν οι μεταφορές των ενισχύσεων είχαν αρχίσει από την 20η Μαρτίου και ακολουθούσαν ένα εντατικό ρυθμό, θα ήταν δυνατό η επιστρατευθείσα δύναμη καθώς και η ΙΧ Μεραρχία συμπληρωμένη στην εμπόλεμη σύνθεσή της να είχαν μεταφερθεί στην Μικρά Ασία μέχρι και το τέλος Απριλίου. Πλέον αυτής της ενισχύσεως στην δύναμη της Στρατιάς θα είχαν προστεθεί και οι 8.000 Μικρασιάτες Ελληνικού γένους των κλάσεων 1915-1921 που είχαν καταταγεί μέχρι τις 25 Απριλίου. Δηλαδή ελάχιστα λιγότεροι από αυτούς που ζητούσε η Στρατιά δια της από 28 Μαρτίου αναφοράς της. Αν είχε συμβεί αυτό, τότε η δύναμη της Στρατιάς στις 1 Μαΐου θα είχε αυξηθεί κατά 65.000 περίπου οπλίτες και θα είχε ανέλθει η μεν τοποθετημένη σε 183.700 περίπου οπλίτες, η δε παρούσα σε 164.000 οπλίτες — στην οποία θα προσθέτονταν και όσοι εκ των τραυματιών των εαρινών επιχειρήσεων είχαν αναρρώσει και είχαν επιστρέψει στις Μονάδες τους. Όμως τα πράγματα, όπως θα παρουσιάσουμε στην συνέχεια δεν ακολούθησαν αυτή την διαδρομή, μολονότι ο χρόνος κυλούσε σε βάρος της Στρατιάς Μικράς Ασίας.

Ασφαλώς το ζήτημα της ενίσχυσης της Στρατιάς Μικράς Ασίας δεν αφορούσε μόνο την αύξηση της δύναμης της με την προσθήκη Μεγάλων Μονάδων, αξιωματικών και οπλιτών, αλλά ήταν πολύ ευρύτερο και αφορούσε την μεγέθυνση της ισχύος και της πολεμικής ικανότητας της με την συγκρότηση νέων Μονάδων μάχης και συντηρήσεως, με την αύξηση του διατιθέμενου πυροβολικού, τον εφοδιασμό της σε πυρομαχικά, αυτοκίνητα και άλλα υλικά που ήταν απολύτως απαραίτητα για την λειτουργία του ρεύματος συντηρήσεως και διακομιδής των τραυματιών. Περί αυτών όμως θα αναφερθούμε σε έτερο κείμενο. Παρά ταύτα το ζήτημα της ενίσχυσης της δύναμης της Στρατιάς ήταν υπέρ παν άλλου απολύτως επείγον, επειδή αυτή θα μπορούσε να συμπληρώσει έγκαιρα τις Μεραρχίες και ειδικότερα τις μονάδες Μάχης (Πεζικού, Πυροβολικού και Ιππικού) στην πολεμική τους σύνθεση, να εκπαιδεύσει τις υπόψη Μονάδες κατάλληλα για την διεξαγωγή των προσεχών επιχειρήσεων, να εξοικειώσει τους εφέδρους στο Μικρασιατικό περιβάλλον και να σφυρηλατήσει ισχυρούς ψυχικούς δεσμούς μεταξύ των ανδρών εκάστης Μονάδας πριν την είσοδό τους στην μάχη.

5. Η με χαλαρούς ρυθμούς ενίσχυση της δύναμης της Στρατιάς Μικράς Ασίας μεταξύ της 14ης Μαρτίου και 8 Ιουνίου 1921

Στις 1 Μαρτίου 1921 η τοποθετημένη δύναμη της Στρατιάς Μικράς Ασίας ανερχόταν σε 4.454 αξιωματικούς και 119.547, η δε παρούσα σε 4.067 αξιωματικούς και 104.186 οπλίτες (βλ. πίνακα 4).[30] Η δύναμη αυτή μετά το πέρας των επιχειρήσεων του Μαρτίου, είχε μειωθεί κατά 63 αξιωματικούς και 809 οπλίτες, όσοι ήταν αυτοί που φονεύθηκαν κατά την διάρκεια των επιχειρήσεων και λογικά διαγράφηκαν από τη δύναμη. Επίσης από την τοποθετημένη δύναμη απουσίαζαν οι 3.472 τραυματίες και οι 511 αγνοούμενοι των εν λόγω επιχειρήσεων. Επομένως μετά το πέρας των επιχειρήσεων η τοποθετημένη δύναμη της Στρατιάς θα πρέπει να ανερχόταν σε 4.391 αξιωματικούς και 118.738 οπλίτες, η δε παρούσα σε 3.817 αξιωματικούς και 99.347 οπλίτες. Σχετικές λεπτομέρειες στον πίνακα 4. Λαμβάνοντας υπόψη ότι η Στρατιά ενισχύθηκε μέχρι το τέλος Μαρτίου δια 20.655 οπλιτών (βλ υποενότητα 3.1.) θα έπρεπε η τοποθετημένη δύναμη της την 31η Μαρτίου να είχε ανέλθει στις 139.400 περίπου οπλίτες η δε παρούσα στις 120.000 περίπου επίσης (βλέπε στοιχεία πίνακα 4). Παρά ταύτα η ακριβής δύναμη της Στρατιάς δεν καταγραφόταν στην κατάσταση δυνάμεως της 11ης Απριλίου.

Πίνακας 4. Παρουσιάζει τις διαδοχικές αυξήσεις της δύναμης της Στρατιάς Μικράς Ασίας από το Μάρτιο μέχρι την 8η Ιουνίου 1921

Υποσημειώσεις Πίνακα 4

[1] Δύναμη Στρατιάς Μικράς Ασίας της 1η Μαρτίου 1921.[31]

[2] Απώλειες εκ των επιχειρήσεων του Μαρτίου 1921.[32]

[3] Αφιχθείσες ενισχύσεις μέχρι 31 Μαρτίου με βάση καταστάσεις της Στρατιάς.[33]

[4] Αφιχθείσες ενισχύσεις μέχρι 31 Μαρτίου με βάση καταστάσεις της Στρατιάς.[34]

[5] Δύναμης της Στρατιάς την 1η Μαΐου 1921.[35]

[6] Αφιχθείσες ενισχύσεις από 1 Μαρτίου μέχρι 28 Μαΐου 1921 με βάση κατάσταση της Στρατιάς.[36]

[7] Παρούσα δύναμη της Στρατιάς κ΄ Μάχιμη Δύναμη των 10 Μεραρχιών της την 29η Μαΐου 1921.[37]

[8] Η μάχιμη δύναμη των δέκα Μεραρχιών της Στρατιάς την 29η Μαΐου 1921.[38]

[9] Ενίσχυση της Στρατιάς δια της ΧΙΙ Μεραρχίας Πεζικού. [39]

[10] Άλλες ενισχύσεις που διατέθηκαν στη Στρατιά από το Εσωτερικό της χώρας μέχρι την 8η Ιουνίου 1921.[40]

Εξετάζοντας το ζήτημα της ενίσχυσης της Στρατιάς Μικράς Ασίας, το οποίο ήταν άμεσης προτεραιότητας για την Κυβέρνηση, την ΕΥΣ (Δούσμανη) και τη Στρατιά, θα έπρεπε μέχρι την 30η Απριλίου το αργότερο να είχαν μεταφερθεί και να είχαν διατεθεί στις Μονάδες της Στρατιάς και οι 53.000 έφεδροι που επιστρατεύθηκαν στην Ελλάδα, καθώς και οι 8.000 Έλληνες της Μικράς Ασίας που είχαν καταταγεί μέχρι τα μέσα Απριλίου. Η εν λόγω δύναμη ήταν στο σύνολό της σχεδόν διαθέσιμη από τα μέσα Απριλίου και οι μεταφορές έπρεπε να συνεχίζονταν άνευ διακοπής. Αν είχε συμβεί αυτό, τότε η δύναμη της Στρατιάς στις 1 Μαΐου θα είχε αυξηθεί κατά 61.000 άνδρες και θα είχε ανέλθει η μεν τοποθετημένη στις 180.000 περίπου οπλίτες, η δε παρούσα σε 164.000 περίπου οπλίτες. Τούτο θα ήταν πολύ σημαντικό. Οι έφεδροι θα εντάσσονταν ομαλά στη δύναμη των μονάδων τους, θα ισχυροποιούνταν οι οργανικοί δεσμοί, θα εκπαιδεύονταν και θα εγκλιματίζονταν στις ιδιαιτερότητες του Μικρασιατικού Μετώπου. Παρά ταύτα στη χώρα της φαιδράς πορτοκαλέας ισχύει πάντα το «σπεύδε βραδέως», ακόμη και στην περίπτωση που διακυβεύονται ύψιστης σημασίας ζητήματα. Η Στρατιά στο σημείωμα που παρέδωσε στον Υπουργό των Στρατιωτικών ανέφερε ότι αν δεν έφθαναν έγκαιρα οι αναγκαίες ενισχύσεις οι επιχειρήσεις δεν θα άρχιζαν μέχρι τη 15η Μαΐου, οι δε απαιτήσεις ενίσχυσης της Στρατιάς θα αυξάνονταν και βεβαίως ο καθείς ήταν εύκολο να αντιληφθεί ότι ο χρόνος «δούλευε υπέρ του Κεμάλ».

Σύμφωνα με κατάσταση δυνάμεως της Στρατιάς την 1η Μαΐου η τοποθετημένη δύναμη της ανερχόταν σε 163.182 άνδρες, η δε παρούσα σε 141.617 άνδρες (βλ πίνακα 4). Λαμβάνοντας ακόμη υπόψη ότι:

  • Η δύναμη της Στρατιάς την 31η Μαρτίου, δηλαδή μετά την αφαίρεση των απωλειών και την πρόσθεση των ενισχύσεων, ανερχόταν σε 139.400 περίπου οπλίτες και η παρούσα σε 120.000 περίπου οπλίτες (βλ πίνακα 4).
  • Οι πραγματικές ενισχύσεις εφέδρων εκ του εσωτερικού της χώρας και των νησιών του Αιγαίου μέχρι την 31η Μαρτίου ανήλθαν σε 12.675 οπλίτες (βλέπε υποενότητα «3.1. Επιστράτευση Μαρτίου»)
  • Οι καταταγέντες εκ Μικράς Ασίας Έλληνες το γένος μέχρι την 31η Μαρτίου ανέρχονταν σε 3.500 (βλ. υποενότητα «3.1. Η επιστράτευση του Μαρτίου 1921»).
  • Οι καταταγέντες εκ Μικράς Ασίας Έλληνες το γένος μεταξύ 1ης και 25ης Απριλίου ανήλθαν σε 4.500.[41]
  • Η δύναμη των Μονάδων που μεταφέρθηκαν στη Μικρά Ασία μέχρι την 31η Μαρτίου, δηλαδή η IV Μεραρχία, το 3/40 Σύνταγμα Ευζώνων και το Τάγμα Μπέϊκος ανερχόταν σε 4.480 οπλίτες θητείας.

Προκύπτει ότι οι πραγματικές ενισχύσει που έλαβε η Στρατιά από το Εσωτερικό της χώρας κατά το μήνα Απρίλιο ανήλθαν σε 21.000 οπλίτες περίπου με αποτέλεσμα η τοποθετημένη δύναμή της την 1η Μαΐου να ανέλθει σε 163.182 οπλίτες. Οι αναφερόμενες όμως ενισχύσεις των 21.000 ανδρών από το Εσωτερικό της χώρας προστιθέμενες στην εκτιμώμενη παρούσα δύναμη της Στρατιάς της 31ης Μαρτίου, προσαυξημένη δια των καταταγέντων τον Απρίλιο 4.500 ακόμη Μικρασιατών, θα έπρεπε να ανέλθει όχι σε 141.617 οπλίτες, αλλά σε 144.000 περίπου οπλίτες. Η διαφορά αυτή πιθανόν να οφείλεται στη μη άθροιση στην παρούσα δύναμη της Στρατιάς των 2.000 «ξενόφωνων – βουλγαρόφωνων»[42] και όσων έπασχαν από μολυσματικές ασθένειες και χρειάζονταν κάθαρση.

Οι ως άνω αναφερόμενες ενισχύσεις των 21.000 οπλιτών περίπου προστιθέμενες στις ενισχύσεις των 12.675 οπλιτών του Μαρτίου από την ηπειρωτική Ελλάδα και τα νησιά του Αιγαίου ανεβάζουν τον πραγματικό αριθμό των ενισχύσεων εφέδρων σε 33.700 περίπου οπλίτες (εφέδρους ή θητείας άγνωστο) μέχρι την 30η Απριλίου. Επομένως παρέμεναν ακόμη στο Εσωτερικό της χώρας 20.000 περίπου αδιάθετοι έφεδροι εκ των συνολικά 53.000 καταταχθέντων από την επιστράτευση του Μαρτίου, συν τους προστιθέμενους από την κηρυχθείσα επιστράτευση της 15ης Απριλίου.

Είναι πρόδηλο ότι χωρίς προφανείς λόγους η ενίσχυση της Στρατιάς κινούταν με εξαιρετικά αργούς ρυθμούς.  

Τελικά οι συνολικές ενισχύσεις που έλαβε η Στρατιά από τη 1η Μαρτίου μέχρι και την 28η Μαΐου ανήλθαν σε 62.410 οπλίτες εκ των οποίων  οι 13.547 ανήκαν στην IV Μεραρχία, στην ΙΧ Μεραρχία, στο 3/40 Σύνταγμα Ευζώνων και στο Ανεξάρτητο Τάγμα Μπέϊκος, το δε υπόλοιπο εκ 48.863 οπλιτών αποτελούνταν από 13.000 Έλληνες εκ Μικράς Ασίας και από 35.863 οπλίτες (έφεδρους ή θητείας) που μεταφέρθηκαν από την κυρίως Ελλάδα. Σε αυτούς συμπεριλαμβάνονται και οι έφεδροι εκ των νήσων του Αιγαίου και κατατάχθηκαν στη Σμύρνη (βλ πίνακα 4).[43] Πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι η IV και η ΙΧ Μεραρχίες πριν μεταφερθούν στη Μικρά Ασία  συμπληρώθηκαν δια 3.380 περίπου εφέδρων (βλ. πίνακες 1 και 4).[44] Υπό αυτές τις συνθήκες προκύπτει ότι οι πραγματικές ενισχύσεις που έφθασαν στη Μικρά Ασία αποκλειστικά από το Εσωτερικό της Ελλάδας και τα νησιά μέχρι την 28η Μαΐου ανέρχονταν σε 40.500 περίπου εφέδρους (ή οπλίτες θητείας. Σε ιδιόχειρο σημείωμα του Επιτελάρχη της Στρατιάς αναφέρεται ότι «ελήφθησαν ενισχύσεις πραγματικαί 43.000».[45]

Υπ’ αυτές τις συνθήκες είναι προφανές ότι ο στόχος της έγκαιρης ενίσχυσης της Στρατιάς μέχρι τις αρχές Μαΐου δεν επετεύχθη και η έναρξη των επιχειρήσεων αναβλήθηκε για αργότερα.

Την 1η Ιουνίου η τοποθετημένη δύναμη της Στρατιάς Μικράς Ασίας με βάση την αναλυτική κατάσταση δυνάμεως του Ελληνικού Στρατού ανερχόταν σε 5.740 αξιωματικούς και 186.975 οπλίτες η δε παρούσα σε 5.176 αξιωματικούς και 166.019 οπλίτες (βλ πίνακα 4). Οι απόντες αξιωματικοί και οπλίτες ανέρχονταν σε 564 και 20.956 αντίστοιχα.

Στις αρχές Ιουνίου η Στρατιά Μικράς Ασίας ενισχύθηκε με την ΧΙΙ Μεραρχία που μεταφέρθηκε στην Σμύρνη από τις Σαράντα Εκκλησίες της Ανατολικής Θράκης. Η αποβίβαση της ΧΙΙ Μεραρχίας στην Σμύρνη άρχισε στις 29 Μαΐου και περατώθηκε στις 6 Ιουνίου. Η συνολική δύναμη της ΧΙΙ Μεραρχίας που μεταφέρθηκε στην Μικρά Ασία ανερχόταν σε 253 αξιωματικούς και 9.346 οπλίτες και δεν προσμετρήθηκε στην δύναμη της Στρατιάς Μικράς Ασίας της 1ης Ιουνίου 1921 (πίνακας 4), αλλά σε αυτή της Στρατιάς Θράκης (βλ πίνακα 6).

Στο ίδιο χρονικό διάστημα η Στρατιά Μικράς Ασίας ενισχύθηκε με την αποστολή 3.452 οπλιτών διαφόρων ειδικοτήτων από το Εσωτερικό της Ελλάδας. Ειδικότερα οι εν λόγω ενισχύσεις περιελάμβαναν 2.433 οπλίτες του Πεζικού, 267 του Πυροβολικού, 61 του Μηχανικού, 51 του Ιππικού, 329 Νοσοκόμους, 85 Τηλεγραφητές, 226 Αυτοκινήτων (βλ πίνακα 4).

Κατόπιν τούτων οι συνολικές πραγματικές ενισχύσεις οπλιτών που έλαβε η Στρατιά Μικράς Ασίας από τα μέσα Μαρτίου μέχρι την 8η Ιουνίου ανέρχονταν σε 75.600 οπλίτες περίπου εκ των οποίων 13.000 ήταν Μικρασιάτες Έλληνες το γένος. Οι αναφερόμενες πραγματικές ενισχύσεις καταγράφονται στον πίνακα 4. Παραμένει άγνωστο αν μέχρι την έναρξη των επιχειρήσεων την 25η Ιουνίου λήφθηκαν άλλες ενισχύσεις.

6. Η δύναμη του Ελληνικού Στρατού στις 1 Ιουνίου 1921 και η κατανομή της στις Μεγάλες Μονάδες του Στρατού

Μετά τις επιστρατεύσεις των μηνών Μαρτίου και Απριλίου 1921, η δύναμη του Ελληνικού Στρατού είχε πλησιάσει τους 330.000 περίπου αξιωματικούς και οπλίτες και ήταν η μεγαλύτερη δύναμη που είχε συγκεντρώσει το νεώτερο Ελληνικό κράτος από την ίδρυσή του. Κατόπιν τούτου αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον η έρευνα του τρόπου με τον οποίο το Υπουργείο Στρατιωτικών και η Επιτελική Υπηρεσία Στρατού διαχειρίστηκαν αυτή τη στρατιωτική δύναμη και ειδικότερα αν την χρησιμοποίησαν κατά τρόπο που να εξυπηρετούσε τον σκοπό του πολέμου που διεξήγαγε η χώρα στην Μικρά Ασία. Η συνολική δύναμη του Ελληνικού Στρατού και η κατανομή της στη Μικρά Ασία, στην ηπειρωτική Ελλάδα και στους μεγάλους Σχηματισμούς του Στρατού παρουσιάζεται στον πίνακα 6 που ακολουθεί:[46]

Πίνακας 5: Η δύναμη του Ελληνικού Στρατού την 1η Ιουνίου 1921 και η κατανομή της κατά Στρατιές, Σώματα Στρατού, Μεραρχίες, Έμπεδα και Υπηρεσίες

Διευκρινιστικές πληροφορίες για την μελέτη του Πίνακα 5:

  • Προβλεπόμενη δύναμη των δέκα Μεραρχιών: Αξιωματικοί 4.040, Οπλίτες 131.430.
  • Τοποθετημένη δύναμη των δέκα Μεραρχιών: Αξιωματικοί 3.449, Οπλίτες 124.066.
  • Παρούσα δύναμη των δέκα Μεραρχιών: Αξιωματικοί 3.010, Οπλίτες 107.346.
  • Παρούσα δύναμη των δέκα Μεραρχιών την 29η Μαΐου με βάση κατάσταση δυνάμεως της Στρατιάς Μικράς Ασίας: Αξιωματικοί 3.123 αξιωματικούς, Οπλίτες 116.221 οπλίτες.[47] Τη δύναμη αυτή τη θεωρώ περισσότερη έγκυρη από αυτή της κατάστασης της ΕΥΣ επειδή προέρχεται από κατάσταση δυνάμεως της Στρατιάς που υπογράφεται από τον Επιτελάρχη της.
  • Τα στοιχεία του πίνακα διαβάζονται ως εξής:

Παρούσα δύναμη = Τοποθετημένη δύναμη συν Προσκολλημένους μείον [απόντες σε Άδεια, Νοσοκομείο και Εκτός Σώματος]

  • Οι προσκολλημένοι σε μία μονάδα, έχουν αποσπαστεί από μία άλλη ή άλλες μονάδες.
  • Οι αποσπασμένοι καταγράφονται ως απόντες από τις Μονάδες από τις οποίες αποσπώνταν, αλλά αποτελούν μέρος της παρούσας δύναμης των Μονάδων στις οποίες έχουν προσκολληθεί.
  • Η συνολική δύναμη των 436 αξιωματικών και των 27.919 οπλιτών που καταγράφονται ως προσκολλημένοι στον πίνακα συνολικής δύναμης του Στρατού, αντιστοιχούν σε ίσο αριθμό αποσπασμένων, που καταγράφονται ως απόντες από τις Μονάδες από τις οποίες έχουν αποσπαστεί. Η συνολική δύναμη των προσκολλημένων περιλαμβάνεται στην συνολική παρούσα δύναμη του Στρατού.
  • Οι απόντες εκτός σώματος: Στην αναφερόμενη κατηγορία περιλαμβάνονταν οι οπωσδήποτε απόντες ή απεσπασμένοι εκτός του τμήματος, πλην αυτών που βρίσκονταν σε άδεια ή νοσηλεύονταν σε νοσοκομεία. Επομένως στους απόντες «εκτός σώματος» ανήκαν οι απεσπασμένοι σε άλλες πολιτικές ή στρατιωτικές αρχές (δηλαδή σε άλλες μονάδες ή υπηρεσίες), οι υπόδικοι, οι κατάδικοι, όσοι μετακινούνταν με φύλλο πορείας και αυτοί που είχαν κηρυχθεί σε άγνοια. Δηλαδή οι αγνοούμενοι μάχης οι αδικαιολογήτως απόντες και οι λιποτάκτες.
  • Επομένως από τη συνολική δύναμη των «εκτός σώματος» απόντων 1.126 αξιωματικών και 59.980 οπλιτών του Στρατού, 436 αξιωματικοί και 27.919 οπλίτες αποτελούσαν τη συνολική δύναμη αυτών που είχαν αποσπαστεί από τις Μονάδες τους είτε μεμονωμένα είτε με τη Μονάδα τους. Αυτοί αποτελούσαν τη δύναμη των 436 αξιωματικών και 27.919 οπλιτών που φέρονται ως προσκολλημένοι.
  • Οι μεμονωμένες αποσπάσεις που γίνονται συνήθως για λόγους που δεν αφορούν την υπηρεσία ακολουθούσαν πάντοτε και συνεχίζουν να ακολουθούν μέχρι και σήμερα ένα και μόνο δρομολόγιο. Από τις «δύσκολες» Μονάδες των πρόσω προς τις «ευκολότερες» Μονάδες και Υπηρεσίες των Μετόπισθεν. Από τις Μονάδες Μάχης προς τις λέσχες και τα γραφεία. Ουδέποτε ακολούθησε κάποιος απεσπασμένος αξιωματικός ή οπλίτης το αντίστροφο δρομολόγιο.

6.1 Διαπιστώσεις από την μελέτη του Πίνακα 5

Την 1η Ιουνίου 1921 η συνολική παρούσα δύναμη των δέκα Μεραρχιών της Στρατιάς Μικράς Ασίας ανερχόταν 3.123 αξιωματικούς και 116.221 οπλίτες και υπολειπόταν της προβλεπόμενης εκ των πινάκων συνθέσεως (4.040 αξιωματικών και 131.430 οπλιτών) κατά 22,7% στους αξιωματικούς και κατά 11,6% στους οπλίτες. Σημειώνεται ότι η προβλεπόμενη δύναμη μίας Μεραρχίας ανερχόταν σύμφωνα με τη Στρατιά σε 404 αξιωματικούς και 13.143 οπλίτες (βλ. στοιχεία πίνακα 3).[48] Προφανώς έλλειπε από τις Μεραρχίες της Στρατιάς μία μη αμελητέα δύναμη 917 αξιωματικών και 10.300 οπλιτών.

Οι Μη Μεραρχιακές Μονάδες των Α΄ και Γ΄ Σωμάτων Στρατού διέθεταν δύναμη μεγαλύτερη από την προβλεπόμενη των 3.755 οπλιτών. Αυτό οφειλόταν στο γεγονός ότι σε αυτές είχαν προσκολληθεί οι Μοίρες του Συντάγματος Βαρέως Πυροβολικού καθώς και διάφορες άλλες Μονάδες της Στρατιάς και ειδικά Μονάδες Διοικητικής Μέριμνα.

Οι Μη Μεραρχιακές Μονάδες του Β΄ Σώματος Στρατού δεν είχαν ακόμη συμπληρωθεί πλήρως.

Οι Μη Μεραρχιακές Μονάδες των Δ΄ και Ε΄ Σωμάτων Στρατού διέθεταν δύναμη μεγαλύτερη από την αντίστοιχες των Σωμάτων Στρατού της Στρατιάς Μικράς Ασίας μολονότι τα υπόψη «Σώματα Στρατού» είχαν ως κύρια αποστολή την προκάλυψη των βόρειων συνόρων της χώρας και δεν υπήρχε καμία πιθανότητα να εμπλακούν σε πολεμικές επιχειρήσεις δεδομένου ότι η μεν Αλβανία δεν διέθετε κάποια σοβαρή στρατιωτική δύναμη και δεν συνιστούσε απειλή για την Ελλάδα, η δε Γιουγκοσλαβία ήταν χώρα σύμμαχος προς την Ελλάδα και μόλις πρόσφατα είχε εξέλθει εντελώς εξαντλημένη από την περιπέτειά του 1ου Π.Π.. Η Βουλγαρία δεν συνιστούσε τουλάχιστον ακόμη στρατιωτική απειλή δεδομένου ότι με τη συνθήκη του Νεϊγύ της είχε επιβληθεί πλήρης αποστράτευση. Βεβαίως συμμορίες ατάκτων Αλβανών και κομιτατζήδων πραγματοποιούσαν επιδρομές στις εγγύς των συνόρων περιοχές. Εν πάση περιπτώσει δεν υπήρχε συγκεκριμένη στρατιωτική απειλή για να διατηρούνται στα βόρεια σύνορα Στρατιές, Σώματα Στρατού και Μεραρχίες με πολυπληθή επιτελεία, Μη Μεραρχιακές Μονάδες, Έμπεδα και Υπηρεσίες.

Τα Έμπεδα και οι διάφορες στρατιωτικές υπηρεσίες του Εσωτερικού της χώρας διέθεταν το Μάρτιο δύναμη 18.000 περίπου οπλιτών, από τους οποίους είναι βέβαιο ότι κάποια μικρή δύναμη θα απουσίαζε. Το έργο πάντως των Εμπέδων και των διαφόρων υπηρεσιών κατά κάποιο τρόπο εκτελείτο δια της εν λόγω δυνάμεως. Η δύναμη αυτή όμως την 1η Ιουνίου είχε εκτοξευτεί στον εξωφρενικό αριθμό των 51.677 οπλιτών εκ των οποίων απουσίαζαν 17.677 άνδρες, ήτοι η διαφορά μεταξύ τοποθετημένων και παρόντων. Από τη δύναμη αυτή των 51.677 οπλιτών οι απόντες εκτός σώματος ανέρχονταν σε 23.663 εκ των οποίων οι 11.061 θεωρητικά αποτελούσαν τη δύναμη των απεσπασμένων σε άλλες Μονάδες ή Υπηρεσίες (στρατιωτικές, δημόσιες, ή ιδιωτικές).[49] Πρακτικά μπορούσε οι απεσπασμένοι να ήταν λιγότεροι. Εν πάση περιπτώσει το υπόλοιπο των εκτός σώματος 12.602 απόντων οπλιτών σε καμία περίπτωση δεν το αποτελούσαν υπόδικοι, κατάδικοι και φύλα πορείας. Ο καθείς μπορεί να κάνει υποθέσεις για την «κατάσταση» αυτής της δύναμης. Ο υπογράφων πιστεύει ότι οι περισσότεροι ήταν γενικώς φευγάτοι. Έφεδροι, ή άλλοι που παρουσιάστηκαν … και έφυγαν.  

Η συνολική δύναμη των προσκολλημένων 436 αξιωματικών και 27.919 οπλιτών του Στρατού που προφανώς είχε αποσπαστεί κυρίως από τις Μεραρχιακές Μονάδες και είχε προσκολληθεί σε άλλες μονάδες, δεν ήταν απλά υπερβολική, αλλά αναδεικνύει τις χρόνιες παθογένειες του νεώτερου Ελληνικού κράτους, που δυστυχώς κατέστη αδύνατο να τεθούν στο περιθώριο ακόμη και εκείνες τις κρίσιμες στιγμές που διακυβευόταν η παρουσία στη γη της Ιωνίας ενός κομματιού του γένους με ιστορία και πολιτισμό των τριων χιλιάδων ετών.

Από τον πίνακα προκύπτει ότι αριθμός των απόντων αξιωματικών και οπλιτών είναι τρομακτικός. Και εάν ο αριθμός αυτών που βρίσκονται σε άδεια –μάλλον αναρρωτική- ή νοσηλεύονταν στα νοσοκομεία μπορεί να δικαιολογηθεί, τουλάχιστον για τη Στρατιά Μικράς Ασίας όπου οι απώλειες μάχης και μη μάχης εξ αιτίας των ασθενειών και των κακουχιών είναι προφανείς, υπάρχει ο τρομακτικός αριθμός των 1.126 αξιωματικών και 59.980 οπλιτών που φέρουν τον χαρακτηρισμό των απόντων «εκτός σώματος».

Από τη δύναμη των 59.980 απόντων εκτός σώματος οπλιτών του Στρατού οι 27.919 αποτελούσαν τους απεσπασμένους που στον ίδιο αριθμό φέρονται να έχουν προσκολληθεί σε άλλες Μονάδες του Στρατού. Οι υπόλοιποι 32.061 απόντες εκτός σώματος ανήκουν στους υπόδικους, τους κατάδικους, τους ευρισκόμενους σε φύλο πορείας και τέλος σε αυτούς που αγνοούταν η κατάστασή τους. Δηλαδή τους αγνοούμενους μάχης, τους αδικαιολογήτως απόντες πριν κηρυχθούν λιποτάκτες και τους λιποτάκτες. Εν πάση περιπτώσει το ποσοστό αυτών επί της συνολικής δύναμης του Στρατού ανέρχεται σε 7% για τους αξιωματικούς και σε 10% για τους οπλίτες. Ο καθείς μπορεί να κατανείμει κατά τη δική του βούληση σε ποια κατηγορία ανήκουν οι εκτός σώματος απόντες 690 αξιωματικοί και 32.061 οπλίτες που δεν ανήκαν στην κατηγορία των απεσπασμένων. Ασφαλώς ο Ελληνικός Στρατός δεν ήταν στρατός κατάδικων και υπόδικων. Η εδραία πεποίθησή μου είναι ότι μεγαλύτερό μέρος της δύναμης των 32.061 εκτός σώματος απόντων οπλιτών ήταν γενικώς φευγάτοι. Αδικαιολογήτως απόντες και λιποτάκτες.

6.2 Η ανήθικη διαχείριση της επιστρατευθείσας δύναμης

Η επιστράτευση 111.000 εφέδρων στην Ελλάδα και 13.000 Ελλήνων της Μικράς Ασίας αποφασίστηκε και εκτελέστηκε με αποκλειστικό σκοπό να ενισχυθεί ισχυρά η Στρατιά Μικράς Ασίας προκειμένου να αναλάβει την εκτέλεση ευρέων επιθετικών επιχειρήσεων για την συντριβή του Τουρκικού στρατού υπό τις πλέον ευνοϊκές συνθήκες. Παρά ταύτα η επιστρατευθείσα δύναμη δεν χρησιμοποιήθηκε αποκλειστικά για αυτό τον σκοπό, αλλά μία σημαντικού μεγέθους δύναμη εκ των επιστρατευθέντων οπλιτών χρησιμοποιήθηκε για τη γενναία ενίσχυση του Στρατού που βρισκόταν στην κυρίως Ελλάδα και την Θράκη. Είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον ότι την 1η Ιουνίου η συνολική τοποθετημένη δύναμη στη Στρατιά Θράκης, στο Ε΄ Σώμα Στρατού και στο Εσωτερικό της χώρας, δηλαδή στην Παλαιά Ελλάδα, ανερχόταν σε 4.129 αξιωματικούς και 131.314 οπλίτες. Επομένως είχε αυξηθεί κατά 670 αξιωματικούς και 68.500 περίπου οπλίτες έναντι της δύναμης των 3.430 αξιωματικών και 62.800 οπλιτών που απέμεινε στην κυρίως Ελλάδα μετά τη μεταφορά στη Μικρά Ασία της IV, της ΙΧ και ΧΙΙ Μεραρχιών. Σημειώνεται ότι η μεταφερθείσα δύναμη στη Μικρά Ασία των εν λόγω Μεραρχιών ανερχόταν της IV Μεραρχίας σε 148 αξιωματικούς και 2.507 οπλίτες, της ΙΧ Μεραρχίας σε 187 αξιωματικούς και 5.487 οπλίτες και της ΧΙΙ Μεραρχίας σε 253 αξιωματικούς και 9.346 οπλίτες.[50] Αντιστοίχως η παρούσα στρατιωτική δύναμη της κυρίως Ελλάδας ανερχόταν σε 3.588 αξιωματικούς και 98.281 οπλίτες. Επομένως οι απόντες αυτής της δύναμης ανέρχονταν  σε 540 αξιωματικούς και 33.000 οπλίτες. Επομένως οι απόντες αυτής της δύναμης ανέρχονταν σε 540 αξιωματικούς και 33.000 οπλίτες. Προς σύγκριση την 1η Ιουνίου οι απόντες της Στρατιάς Μικράς Ασίας των 5.740 αξιωματικών και 186.975 οπλιτών ανέρχονταν σε 564 αξιωματικούς και 20.876 οπλίτες. Στη Μικρά Ασία όμως υπήρχαν τραυματισμοί, αφάνταστος κάματος, τρομακτικές κακουχίες από τη διαβίωση για πάρα πολλά χρόνια στην ύπαιθρο υπό σκηνές και υπό ακραίες καιρικές συνθήκες και τέλος ασθένειες και θάνατος.

Κατόπιν τούτων στα βόρεια σύνορα της χώρας όπου δεν υπήρχε περίπτωση να διεξαχθούν επιχειρήσεις και ειδικότερα στη Ζώνη Εσωτερικού το κράτος διατηρούσε μία τεράστια στρατιωτική δύναμη, μεγαλύτερη κατά 59.500 οπλίτες από αυτή της 1ης Μαρτίου. Μεγαλυτέρου μάλιστα μεγέθους από την τοποθετημένη δύναμη που διέθετε η Στρατιά Μικράς Ασίας κατά την έναρξη των επιχειρήσεων του Μαρτίου. Και ενώ το Μάρτιο και τον Ιούνιο στη Στρατιά Μικράς Ασίας μεταξύ της τοποθετημένης και της παρούσας δύναμης υπήρχε μία λογική δύναμη απόντων, που δικαιολογούταν εν πολλοίς επειδή στη Μικρά Ασία διεξάγονταν σκληρές πολεμικές επιχειρήσεις στο αφιλόξενο περιβάλλον του Μικρασιατικού υψιπέδου, στην ηπειρωτική Ελλάδα δεν υπήρχε κάτι σοβαρό που να δικαιολογεί τον τεράστιο αριθμό των απόντων 540 αξιωματικών και 33.000 οπλιτών.

Είναι προφανές ότι η κυβέρνηση αδυνατούσε να αντιληφθεί ότι εξ αιτίας της ανευθυνότητάς της και της ανευθυνότητας των υπευθύνων στρατιωτικών διοικητών δεν επικρατούσε αναλογικότητα και δικαιοσύνη στον φόρο αίματος που κατέβαλαν οι υπηρετούντες στη διακεκαυμένη ζώνη της Μικράς Ασίας και αυτών που υπηρετούσαν και διαβιούσαν εν ειρήνη στην Ελλάδα. Και τούτο αποτελούσε εν δυνάμει βραδυφλεγή βόμβα στα θεμέλια του στρατεύματος. Την πειθαρχία και το ηθικό.

Ο πίνακας 6 που παρατίθεται ευθύς αμέσως θα βοηθήσει τον κάθε ενδιαφερόμενο να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα σχετικά με την αναφορά μου περί της ανήθικης διαχείρισης της επιστρατευθείσας δύναμης.

Πίνακας 6: Σύγκριση της δύναμης της Στρατιάς Μικράς Ασίας και αυτής της κυρίως Ελλάδας.

Ειδική σημείωση: Προκειμένου να γίνουν οι αναγκαίες συγκρίσεις και να εξαχθούν λογικά συμπεράσματα έχουν αφαιρεθεί από τη δύναμη της κυρίως Ελλάδας, αυτής του πίνακα 1, οι δυνάμεις των IV, IX και ΧΙΙ Μεραρχιών που μεταφέρθηκαν στη Μικρά Ασία και ανέρχονταν συνολικά σε 17.300 οπλίτες περίπου.

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΠΙΝΑΚΑ 6

[1] Δύναμη Του Ελληνικού Στρατού της 1η Μαρτίου 1921.[51]

[2] Δύναμη του Ελληνικού Στρατού την 11η Απριλίου 1921.[52]

[3] Δύναμη του Ελληνικού Στρατού την 21η Μαΐου 1921.[53]

[4] Δύναμη του Ελληνικού Στρατού την 1η Ιουνίου 1921.[54]

Από τα στοιχεία του πίνακα 6 πολύ εύκολα μπορεί να διαπιστωθεί ότι ενώ η Στρατιά Μικράς Ασίας βάδιζε το δρόμο για να δώσει τη σημαντικότερη και κρισιμότερη μάχη της νεότερης ιστορίας μας, από το αποτέλεσμα της οποίας εξαρτιόταν το μέλλον της «Ιωνίας γης» και σύμπαντος του Μικρασιατικού Ελληνισμού, το Ελληνικό κράτος, δηλαδή η κυβερνώσα πολιτική παράταξη, είχε την πολυτέλεια να διατηρεί στην Ήπειρο τη Μακεδονία και τη Θράκη Στρατηγεία και επιτελεία Στρατιάς, Σώματος Στρατού, Μη Μεραρχιακές Μονάδες Σωμάτων Στρατού, Συντάγματα Πεζικού και Πυροβολικού άνευ πυροβόλων και πλήθος Εμπέδων και Υπηρεσιών. Και όλα τούτα πολυπληθώς και πολυτελώς επανδρωμένα. Η δύναμη αυτή όπως φαίνεται από τον παραπάνω πίνακα βαίνει διαρκώς αυξανόμενη και υπερδιπλασιάζεται σε σχέση με τις 68.200 οπλίτες που απομένουν μετά τη μεταφορά στη Μικρά Ασία στα τέλη Μαρτίου της δύναμης της IV Μεραρχίας, στις αρχές Μαΐου της δύναμης της ΙΧ Μεραρχίας και μετά ένα μήνα της ΧΙΙ Μεραρχίας. Την ίδια ώρα στη Στρατιά Μικράς Ασίας συνέχιζε να υφίσταται σοβαρό έλλειμμα και στη συνολική δύναμη των Μεραρχιών και στη μάχιμη δύναμη αυτών, ενώ επιβαλλόταν να υπάρχει πλεόνασμα αξιωματικών και οπλιτών ώστε να είναι δυνατή η κάλυψη των απωλειών.

Την 21η Μαΐου η στρατιωτική δύναμη στη Ζώνη Εσωτερικού υπερδιπλασιάστηκε έναντι αυτής του Μαρτίου, η δύναμη των Μη Μεραρχιακών Μονάδων του Ε΄ Σώματος Στρατού τετραπλασιάστηκε και οι Μη Μεραρχιακές Μονάδες του ανύπαρκτου Δ΄ Σώματος Στρατού διέθεταν δύναμη μεγαλύτερη από αυτή των Σωμάτων Στρατού της Στρατιάς Μικράς Ασίας. Ειρήσθω εν παρόδω ότι το πολυπληθέστερο τμήμα των Μη Μεραρχιακών Μονάδων ενός Σώματος Στρατού ήταν το Σύνταγμα Πεδινού Πυροβολικού και οι Μοίρες Συζυγαρχιών του, πράγμα που οι αναφερόμενες διοικήσεις στερούνταν.

Το σημείο μηδέν της ανηθικότητας στη διαχείριση γενικά της στρατιωτικής δύναμης της χώρας βρίσκεται στο εξής ζήτημα. Στις 1 Ιουνίου το ποσοστό των απόντων επί της τοποθετημένης δύναμης της Στρατιάς Μικράς Ασίας των 181.150 περίπου ανδρών (βλέπε πίνακα 4) είναι 10,4% ενώ στη στρατιωτική δύναμη της κυρίως Ελλάδας αγγίζει το τρομακτικό 25%. Εκεί όμως που πέφτουν τελείως τα προσωπεία είναι η Ζώνη Εσωτερικού όπου από «αρχαιοτάτων χρόνων» βολεύονταν οι πολλοί-πολλοί «κουραμπιέδες».[55] Το ποσοστό των απόντων επί της τοποθετημένης δύναμης στη ζώνη των βολεμένων αγγίζει το 34,2%. Στη Μικρά Ασία, στη ζώνη των ηρώων, απών είναι ένας στους εννέα και στην Παλαιά Ελλάδα, στη χώρα των κοτζαμπάσηδων ένας στους τρεις

6.3 Η παρούσα δύναμη της Στρατιάς Μικράς Ασίας την 21η Ιουνίου 1921

Το ζήτημα της παρούσας δύναμης που διέθετε η Στρατιά Μικράς Ασίας στις 21 Ιουνίου 1921, δηλαδή λίγες ημέρες πριν αρχίσουν οι επιχειρήσεις, είναι εξαιρετικά σημαντικό επειδή διά αυτής διεξήχθησαν οι θερινές επιχειρήσεις του Ιουνίου, Ιουλίου και Αυγούστου. Παρά ταύτα το μέγεθος της δεν είναι ρητώς προσδιορισμένο επειδή προς το παρόν απουσιάζει κάποια κατάσταση της Στρατιάς Μικράς Ασίας που να την περιγράφει ρητώς. 

Η Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού στον τέταρτο τόμο της εξιστόρησης της Μικρασιατικής Εκστρατείας με τίτλο «ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΙΟΥΝΙΟΥ – ΙΟΥΛΙΟΥ 1921» και στα παραρτήματα του συγκεκριμένου συγγράμματος προσθέτει ένα πίνακα με τίτλο «Κατάστασις δυνάμεως Στρατιάς Μικράς Ασίας 21ης Ιουνίου 1921»[56] στον οποίο σημειώνει ότι η δύναμη των παρόντων οπλιτών της Στρατιάς ανερχόταν σε 193.994. Τα στοιχεία του αναφερόμενου πίνακα τα τεκμηριώνει στον αντίστοιχο πίνακα της δύναμης του Ελληνικού Στρατού της 1ης Ιουνίου 1921 τον οποίο σχολιάσαμε εκτενώς στην προηγούμενη ενότητα (βλ πίνακα 5) και στον οποίο ουδαμού αναφέρεται παρούσα δύναμη 193.994 οπλιτών. Όλως αντιθέτως στον αναφερόμενο πίνακα (πίνακας 5) σημειώνεται ότι η παρούσα δύναμη της Στρατιάς την 1η Ιουνίου ανερχόταν σε 166.099 οπλίτες. Θα μπορούσε να παρατηρήσει κάποιος ότι τη δύναμη των 193.994 οπλιτών που η σχολιαζόμενη «Κατάστασις δυνάμεως Στρατιάς Μικράς Ασίας 21ης Ιουνίου 1921» τη δίνει ως παρούσα εμείς την εκτιμήσαμε ως τοποθετημένη την 8η Ιουνίου (βλ πίνακα 4). Για την ακρίβεια λαμβάνοντας ως βάση των υπολογισμών μας ότι η τοποθετημένη δύναμη που διέθετε η Στρατιά μετά την αφαίρεση των απωλειών του Μαρτίου ανερχόταν σε 118.740 και προσθέτοντας σε αυτές τις συνολικές πραγματικές ενισχύσεις που έλαβε η Στρατιά μέχρι την 8η Ιουνίου προκύπτει ότι η τοποθετημένη δύναμη της Στρατιάς την 8η Ιουνίου ανερχόταν σε 193.950 οπλίτες περίπου. Είναι προφανές ότι ο συντάκτης του σχολιαζόμενο συγγράμματος θεωρεί την τοποθετημένη δύναμη ως παρούσα.

Παρούσα δύναμη Στρατιάς την 8η Ιουνίου

Λαμβάνοντας επίσης ως βάση ότι η παρούσα δύναμη της Στρατιάς την 29η Μαΐου ανερχόταν σε 5.425 αξιωματικούς και 162.190 οπλίτες, όπως τούτο προκύπτει από κατάσταση της παρούσας δυνάμεως της Στρατιάς,[57] και προσθέτοντας στην εν λόγω δύναμη τις λοιπές ενισχύσεις που έλαβε η Στρατιά μεταξύ 2 και 7 Ιουνίου, συμπεριλαμβανομένης και της ΧΙΙ Μεραρχίας,[58] προκύπτει ότι η παρούσα δύναμη της Στρατιάς την 8η Ιουνίου ανερχόταν σε 5.863 αξιωματικούς και 174.990 οπλίτες.

Παρούσα δύναμη των ένδεκα Μεραρχιών της Στρατιάς την 8η Ιουνίου

Λαμβάνοντας υπόψη:

Α. Την παρούσα δύναμη των δέκα Μεραρχιών της 29ης Μαΐου εκ 3.123 αξιωματικών και 116.221 οπλιτών, όπως προκύπτει από την κατάσταση της παρούσας δύναμης της Στρατιάς την 29η Μαΐου.[59]

Β. Τη δύναμη της ΧΙΙ Μεραρχίας εκ 253 αξιωματικών και 9.346 οπλιτών.[60]

Γ. Τη βεβαιότητα ότι και οι λοιπές ενισχύσεις εξ 190 αξιωματικών και 3.452 οπλιτών, που αφίχθηκαν μεταξύ 29 Μαΐου και 7 Ιουνίου,[61] διατέθηκαν κυρίως για την ενίσχυση της ΧΙΙ Μεραρχίας και ενδεχομένως και άλλων Μεραρχιών.

Προκύπτει ότι η παρούσα δύναμη των ένδεκα πλέον Μεραρχιών της Στρατιάς ανερχόταν την 8η Ιουνίου σε 3.656 αξιωματικούς και 129.019 οπλίτες. Η δύναμη αυτή ταυτίζεται με την αναφερομένη στον 4ο τόμο της ΔΙΣ με τίτλο «ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΙΟΥΝΙΟΥ – ΙΟΥΛΙΟΥ 1921».[62]

Κατόπιν τούτων η παρούσα δύναμη των ένδεκα μεραρχιών υπολειπόταν της προβλεπομένης (11 x 13.143 = 144.573) κατά 15.554 οπλίτες, ήτοι κατά 10,75%. Επομένως παρά τη μεγάλη και αδικαιολόγητη βραδύτητα με την οποία εξελίχθηκε η επιχείρηση ενίσχυσης της Στρατιάς, εν τέλει επετεύχθηκε ένα σχετικά καλό αποτέλεσμα. Όμως ο παμμέγιστος χρόνος που παρήλθε μέχρι να επιτευχθεί αυτό ήταν επ’ ωφελεία του Κεμαλικού κράτους.

7. Η μάχιμη δύναμη της Στρατιάς Μικράς Ασίας πριν την έναρξη των θερινών επιχειρήσεων

Για την κατανόηση του παρόντος κειμένου πρέπει σημειώσουμε ότι την περίοδο της Μικρασιατικής Εκστρατείας το Πεζικό ομού μετά του Πυροβολικού αποτελούσαν τα κύρια όπλα δια των οποίων διεξάγονταν οι πολεμικές επιχειρήσεις. Τα άρματα μάχης είχαν κάνει την εμφάνισή τους κατά τον 1ο Π.Π. πλην όμως δεν ήταν ακόμη διαθέσιμα σε κράτη όπως η Ελλάδα που διέθεταν περιορισμένους οικονομικούς πόρους. Ο κύριος οπλισμός του Πεζικού συνέχιζε να είναι το τυφέκιο. Βεβαίως στον οπλισμό του Πεζικού είχαν προστεθεί κατά τη διάρκεια του 1ου Π.Π. οκτώ οπλοπολυβόλα και αριθμός τυφεκίων Λεμπέλ κατά Λόχο Πεζικού. Εκ των διατιθέμενων τυφεκίων Λεμπέλ τα δεκαέξι διέθεταν χοάνη για τη βολή βομβίδων. Ο αριθμός των πολυβόλων κατά Τάγμα ανερχόταν σε οκτώ. Τα οπλοπολυβόλα χαρακτηρίζονταν ως προβληματικά όπλα. Εν πάση περιπτώσει ο διατιθέμενος αριθμός τυφεκίων από μία Μεραρχία συνέχιζε να χρησιμοποιείται για να προσδιορίσει την ισχύ πυρός που μπορούσαν να αναπτύξουν οι Λόχοι της στο πεδίο της μάχης και για αυτό το λόγο κάποιες φορές η ισχύς της Μεραρχίας και του Σώματος Στρατού υπολογιζόταν από τους Μεράρχους και τους Σωματάρχες με τον αριθμό των διατιθεμένων, ή εναπομεινάντων τυφεκίων τους. Λαμβάνοντας υπόψη ότι η προβλεπόμενη δύναμη του Λόχου στη Στρατιά Μικράς Ασίας μετά τις τροποποιήσεις των πινάκων συνθέσεως του Απριλίου του 1921[63] ανερχόταν σε 216 άνδρες και εξ αυτών δεν διέθεταν τυφέκιο οι 8 οπλοπολυβολητές και ο ένας εκ των δύο προμηθευτών οπλοπολυβόλου προκύπτει, ότι η προβλεπόμενη δύναμη τυφεκίων του Λόχου Πεζικού ανερχόταν σε 200 τυφέκια, του Τάγματος σε 600 και της Μεραρχίας σε 5.400.[64] Εκτιμώ ότι ο όρος «Δύναμη Τυφεκίων» που χρησιμοποιούταν για να ορίσει τη μάχιμη δύναμη μίας Μονάδας Πεζικού (Τάγμα, Σύνταγμα, Μεραρχία) προέρχεται από την εποχή των Βαλκανικών Πολέμων όταν τα Τάγματα Πεζικού διέθεταν μόνο τυφέκια.

Ο Αρχηγός της ΕΥΣ Υποστράτηγος Β. Δούσμανης, ως προερχόμενος από τους Βαλκανικούς Πολέμους, σε κατάσταση της δύναμης της Στρατιάς Μικράς Ασίας που υπέβαλλε στις 19 Ιουνίου 1921 στον Υπουργό Στρατιωτικών σημειώνει ότι όλες οι Μεραρχίες της Στρατιάς διέθεταν από 5.400 τυφέκια εκάστη.[65] Προφανώς υπολόγιζε ότι και οι 27 Λόχοι εκάστης Μεραρχίας διέθεταν δύναμη 200 τυφεκιοφόρων. Τούτο όμως απείχε παρασάγγας από την πραγματικότητα αφού όπως ήδη αποδείξαμε στην προηγούμενη ενότητα η παρούσα δύναμη των δέκα Μεραρχιών της Στρατιάς υπολειπόταν της προβλεπόμενης κατά 19,3%. Τούτο μοιραίως απομείωνε ανάλογα και τη δύναμη των Ταγμάτων Πεζικού και επομένως και των Λόχων. Εκ των πραγμάτων ήταν αδύνατο όλοι οι Λόχοι της Στρατιάς να διαθέτουν από 200 τυφέκια. 

Στο σημείο αυτό να αναφέρουμε ότι η δύναμη που ερχόταν σε άμεση εμπλοκή δια πυρών με τον εχθρό ήταν οι Λόχοι Πεζικού και οι Λόχοι πολυβόλων των Ταγμάτων και επ’ αυτής της δύναμης και μόνο υπολογιζόταν η αναχορηγία πυρομαχικών που τηρούταν από τις Συζυγαρχίες Πεζικού των Μεραρχιών. Για την ακρίβεια όσον αφορά τα τυφέκια υπολογιζόταν σε μικρότερο αριθμό τυφεκίων, επειδή δεν είχε ληφθεί υπόψη η τροποποίηση της δύναμης του Λόχου Πεζικού τον Απρίλιο και ότι από 198 οπλίτες ανήλθε στους 216. Ο αριθμός των όπλων Πεζικού μίας πλήρως επανδρωμένης Μεραρχίας ήταν ο ακόλουθος:

  • 33 τυφέκια Μάνλιγχερ/Διμοιρία x 4 Διμοιρίες x 3 Λόχους x 9 Τάγματα = 3.564 Μάνλιγχερ
  • 10 τυφέκια Λεμπέλ/Διμοιρία x 4 Διμοιρίες x 3 Λόχους x 9 Τάγματα = 1.080 Λέμπελ
  • 28 Μάνλιγχερ του τμήματος Μεταγωγικών του Λόχου x 3 Λόχους x 9 Τάγματα = 756 Μάνλιγχερ
  • Σύνολο: 600 τυφέκια κατά Τάγμα Πεζικού και 5.400 τυφέκια κατά Μεραρχία πλήρους συνθέσεως. Θα πρέπει να παρατηρήσουμε ότι δεν υπήρχε γενική ομοιομορφία στον οπλισμό των Μεραρχιών. Η VII Μεραρχία φέρεται να διαθέτει μόνο Λεμπέλ, ενώ η ΙΧ κατά το ήμισυ Μάουζερ.
  • 2 οπλοπολυβόλα/Διμοιρία x 4 Διμοιρίες x 3 Λόχους x 9 Τάγματα = 216 οπλοπολυβόλα G.S.R. 1915 Chauchat κατά Μεραρχία
  • 72 πολυβόλα: 13 οπλίτες/Διμοιρία βολής πολυβόλων x 4 Διμοιρίες x 9 Τάγματα = 468 οπλίτες
  • Γενικό Σύνολο: 6.084 τυφεκιοφόροι, οπλοπολυβολητές και πολυβολητές.
  • Υπό την ευρεία έννοια του όρου στη μάχιμη δύναμη θα πρέπει να συμπεριληφθούν και οι 216 προμηθευτές οπλοπολυβόλων κατά Μεραρχία που υπηρετούσαν τα οπλοπολυβόλα δια της μεταφοράς πυρομαχικών, αλλά δεν έφεραν τυφέκιο.

Ως πλέον δόκιμος όρος για την εκτίμηση της ισχύος των Μεραρχιών, των Σωμάτων Στρατού και της Στρατιάς χρησιμοποιούταν ο όρος «Μάχιμη Δύναμη». Η Μάχιμη δύναμη υπολογιζόταν επί της συνολικής δύναμης των Ταγμάτων του αντίστοιχου Σχηματισμού. Η εκτίμηση αυτή είναι πολύ περισσότερο αξιόπιστη επειδή προσδιορίζει την πραγματική ισχύ πυρός του Τάγματος Πεζικού δεδομένου ότι περιλαμβάνει και τα αυτόματα όπλα του Τάγματος• δηλαδή τα 24 οπλοπολυβόλα και τα 8 πολυβόλα του Τάγματος, καθώς και τα τυφέκια του προσωπικού που καθ’ οιονδήποτε τρόπο υποστήριζε τα εν λόγω αυτόματα όπλα.

Η άποψη αυτή επιβεβαιώνεται σε Έκθεση της ΕΥΣ στην οποία σημειώνεται ότι οι καταστάσεις της μάχιμης δύναμης στη Στρατιά Μικράς Ασίας συντάσσονταν «κατά το πρότυπον Ι (σελίς107) του Δοκιμίου της Υπηρεσίας εν τοις Στρατηγείοις, Μέρος Β΄». Στις καταστάσεις αυτές δια της λέξεως «οπλίται» εννοούνταν οι Υπαξιωματικοί, δεκανείς, σαλπιγκτές και στρατιώτες του Πεζικού, πλην αυτών που ανήκαν στα Μεταγωγικά Σώματα. Επομένως στη μάχιμη δύναμη ανήκαν και αυτοί που ανήκαν στα Μεταγωγικά Μάχης των Λόχων και του Τάγματος, καθώς και αυτοί που επάνδρωναν τις Πολυβολαρχίες των Ταγμάτων.[66] Κατόπιν τούτου ως μονάδα μέτρησης της μάχιμης δύναμης λαμβανόταν η συνολική δύναμη του Τάγματος. Στο επίπεδο του Συντάγματος στη μάχιμη δύναμη συμπεριλαμβανόταν και ο Λόχος Επιτελείου του Συντάγματος δυνάμεως 117 οπλιτών, αλλά όχι η δύναμη των Μεταγωγικών Σώματος του Συντάγματος.

Λαμβάνοντας υπόψη ότι η προβλεπόμενη δύναμη του Τάγματος Πεζικού μετά τις τροποποιήσεις του Απριλίου ανερχόταν σε 946 άνδρες προκύπτει ότι η προβλεπόμενη δύναμη των εννέα Ταγμάτων της Μεραρχίας ανερχόταν σε 8.514 άνδρες.[67] Προσθέτοντας ση δύναμη αυτή και την προβλεπόμενη δύναμη των Λόχων Επιτελείου των Συνταγμάτων (3 x 117) η προβλεπόμενη μάχιμη δύναμη της Μεραρχίας ανερχόταν σε 8.865 οπλίτες.

Επίσης κάποιες φορές χρησιμοποιούταν και ο όρος «παρατακτή δύναμη». Αυτός ερμηνεύεται με βάση τη κάθε φορά διαθέσιμη μάχιμη δύναμη της Μεραρχίας, ή των Συνταγμάτων Πεζικού.

Όμως και τότε, αλλά και αργότερα, όταν η ΔΙΣ συνέγραψε την ιστορία της Μικρασιάτικης Εκστρατείας οι όροι μάχιμη δύναμη, «τυφέκια» και παρατακτή δύναμη χρησιμοποιούνταν αδιάκριτα χωρίς πολλές φορές να μπορεί να γίνει αντιληπτό το τι ακριβώς εννοούσε όποιος χρησιμοποιούσε τους εν λόγω όρους σε μία συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Στο σύγγραμμα της ΔΙΣ «ΕΠΙΘΕΤΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΙΟΥΝΙΟΥ – ΙΟΥΛΙΟΥ 1921» αποδεικνύεται ότι παρά τα όσα αναφέραμε ο όρος «Μάχιμη Δύναμη» δεν ήταν κατανοητός. Ο συγγραφέας του παραπάνω έργου αναφέρει ότι «μετά την ενίσχυσιν της Στρατιάς η μάχιμος παρατακτή δύναμις ταύτης ανήρχετο εις 2.526 Αξιωματικούς, 107.476 οπλίτας, 106.007 τυφέκια ..».[68]Η σημείωση αυτή δεν τεκμηριώνεται και η αναφερόμενη δύναμη των αξιωματικών είναι αδύνατο να διαπιστωθεί από πού προκύπτει. Εν πάση περιπτώσει η δύναμη των 107.476 οπλιτών ταυτίζεται με τη συνολική παρούσα δύναμη των δέκα Μεραρχιών της Στρατιάς την 1η Ιουνίου του πίνακα 5, την οποία σημειώσαμε στις «διευκρινιστικές πληροφορίες μελέτης» του εν λόγω πίνακα. Σημειώσαμε όμως στις «διευκρινιστικές πληροφορίες μελέτης του πίνακα 5» ότι με βάση την κατάσταση της παρούσας δυνάμεως της Στρατιάς της 29ης Μαΐου η παρούσα δύναμη των δέκα Μεραρχιών ανερχόταν την εν λόγω ημερομηνία σε 3.023 αξιωματικούς και σε 116.221 οπλίτες. Ασφαλέστατα το σύνολο της δύναμης μίας Μεραρχίας σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί τη μάχιμη δύναμη της. Μάλιστα την 29η Μαΐου, δηλαδή είκοσι επτά ημέρες πριν την έναρξη των επιχειρήσεων, η μάχιμη δύναμη των δέκα ακόμη Μεραρχιών της Στρατιάς ανερχόταν σε 1.798 αξιωματικούς και 73.069 οπλίτες. Επομένως υπολειπόταν της προβλεπόμενης μάχιμης δύναμης των 2.250 αξιωματικών και 88.650 οπλιτών κατά 462 αξιωματικούς και 15.580 οπλίτες. Προδήλως μετά την παρέλευση δυόμιση μηνών από την έναρξη της επιστράτευσης και την αύξηση της δύναμης του Στρατού δια 124.000 εφέδρων, η Κυβέρνηση και η ΕΥΣ δεν είχαν κατορθώσει να αυξήσουν τη μάχιμη δύναμη της Στρατιάς Μ. Ασίας στην προβλεπόμενη υπό των πινάκων συνθέσεως. Δυστυχώς για την Ελλάδα και το Μικρασιατικό Ελληνισμό οι διαχρονικές παθογένειες και αδυναμίες του κράτους μας έβγαιναν με βιαιότητα στην επιφάνεια.

Σε υπογεγραμμένη κατάσταση της Στρατιάς Μικράς Ασίας που τηρείται στο αρχείο της ΔΙΣ καταγράφεται η μάχιμη δύναμη που διέθετε η Στρατιά την 1η Ιουλίου 1921 σε τέσσερις στήλες με τίτλο «Αξιωματικοί», «Οπλίται», «Σπάθαι» και «Πυροβόλα».[69] Σημείο ιδιαίτερου ενδιαφέροντος στην αναφερόμενη κατάσταση είναι ότι μάλλον ο προϊστάμενος αυτού που συνέταξε την κατάσταση διέγραψε τη λέξη οπλίται που ήταν ο προβλεπόμενος όρος περιγραφής της μάχιμης δύναμης και έγραψε με μολύβι τη λέξη τυφέκια. Τούτο είναι ενδεικτικό του πως ερμήνευε ο κάθε ένας τον όρο μάχιμη δύναμη.

Στον 4ο τόμο της ΔΙΣ «ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΙΟΥΝΙΟΥ – ΙΟΥΛΙΟΥ 1921» η κατάσταση της Στρατιάς εμπλουτίστηκε με τη συμπερίληψη των πολυβόλων και των διαθέσιμων πυροβόλων κατά τύπο και διαμέτρημα, καθώς και την κατανομή της με βάση την τακτική συγκρότηση δια της οποίας θα εκτελούσε τις επιχειρήσεις.[70] Η δύναμη του Πεζικού στην εν λόγω κατάσταση αναφέρεται δια της λέξεως «τυφέκια». Η εμπλουτισμένη κατάσταση παρουσιάζεται στον πίνακα 7 που ακολουθεί. Σε αυτή εμείς για να προσδιορίσουμε τη μάχιμη δύναμη της Στρατιάς τοποθετήσαμε στη στήλη που την περιγράφει τον τίτλο «Οπλίτες Πεζικού» που αθροίζει τη συνολική δύναμη των εννέα Ταγμάτων κάθε Μεραρχίας συν τη δύναμη των Λόχων Επιτελείου των τριών Συνταγμάτων της.

Επί τη βάσει των όσων αναφέρθηκαν θα εξεταστεί στην παρούσα ενότητα αν η μεγάλη προσπάθεια που αναλήφθηκε για την ενίσχυση της δύναμης της Στρατιάς Μικράς Ασίας την περίοδο από την 14η Μαρτίου μέχρι την έναρξη των θερινών επιχειρήσεων του 1921 στέφθηκε από επιτυχία. Δηλαδή αν επιτεύχθηκε η συμπλήρωση της μάχιμης δύναμης των Μεραρχιών στην προβλεπομένη των 225 αξιωματικών και των 8.865 οπλιτών.

Πίνακας 7: Παρουσιάζει τη μάχιμη δύναμη που διέθετε η Στρατιά Μικράς Ασίας την 1η Ιουλίου 1921

Διευκρινίσεις – Σχόλια

Ο πίνακας 7 συντάχθηκε με βάση την τακτική συγκρότηση που έλαβε η Στρατιά για να εκτελέσει το επιχειρησιακό της σχέδιο για την κατάληψη του Εσκή Σεχήρ, της Κιουτάχειας και του Αφιόν Καραχισάρ.

Η σήμανση της μάχιμης δύναμης των 106.007 οπλιτών της Στρατιάς δια της λέξεως «οπλίτες» είναι αυτή που αντιπροσωπεύει τη μάχιμη δύναμη της Στρατιάς και όχι ο όρος «τυφέκια» που αναγράφεται στον αντίστοιχο πίνακα του 4ου τόμου της ΔΙΣ.

Το Απόσπασμα της ΙΧ Μεραρχίας αποτελούταν από το 25ο Σύνταγμα Πεζικού, ένα Τάγμα του 26ου Συντάγματος, ένα Τάγμα του 3/40 Συντάγματος Ευζώνων και δύο Τάγματα Μετόπισθεν. Επομένως στην κύρια επιχείρηση έλαβαν μέρος οι ένδεκα Μεραρχίες της Στρατιάς, τριανταένα Συντάγματα Πεζικού, εννενηνταπέντε Τάγματα Πεζικού και δύο Τάγματα Μετόπισθεν

Η προβλεπόμενη μάχιμη δύναμη αξιωματικών των εννενήντα Ταγμάτων Πεζικού των δέκα Μεραρχιών και των επτά Ταγμάτων του Αποσπάσματος της ΙΧ Μεραρχία ανερχόταν σε 2.425 αξιωματικούς — 25 αξιωματικοί κατά Τάγμα, ίσως κατά τι λιγότεροι στα Τάγματα Μετόπισθεν. Επομένως η αναφερόμενη στον πίνακα 7 μάχιμη δύναμη των 2.043 αξιωματικών των Μεραρχιών, μη συμπεριλαμβανομένης της Ταξιαρχίας Ιππικού, υπολειπόταν της προβλεπόμενης κατά 382 αξιωματικούς Πεζικού, ήτοι κατά 15,75%. Αυτή ήταν μία πολύ σημαντική και σίγουρα αδικαιολόγητη έλλειψη και τα προβλήματα εξ αυτής θα φανούν στις επιχειρήσεις ανατολικά του ποταμού Σαγγάριου. Ασφαλώς και δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό ότι από τη συνολική παρούσα δύναμη των 8.764 αξιωματικών του Στρατού δεν βρέθηκαν 382 αξιωματικοί για να συμπληρωθεί η μάχιμη δύναμη των αξιωματικών της Στρατιάς. Όχι μόνο να συμπληρωθεί, αλλά και να υπάρχει ικανός αριθμός αξιωματικών είτε στα Έμπεδα των Σωμάτων Στρατού, είτε στα Συντάγματα Πεζικού για να αναπληρώσουν τις απώλειες.

Η προβλεπόμενη μάχιμη δύναμη των εννενηνταπέντε Ταγμάτων Πεζικού, των δύο Ταγμάτων Μετόπισθεν (800 οπλίτες κατά Τάγμα Μετόπισθεν) και των τριάντα ένα Λόχων Επιτελείου των Συνταγμάτων ανερχόταν σε 95.00 οπλίτες. Επομένως η αναφερομένη μάχιμη δύναμη των 89.931 οπλιτών υπολειπόταν της προβλεπομένης κατά 5.000 οπλίτες περίπου, ήτοι κατά 5,6%. Επομένως η μάχιμη δύναμη των οπλιτών των ένδεκα Μεραρχιών δια των οποίων θα διεξάγονταν οι επιχειρήσεις δεν υπολειπόταν σημαντικά της προβλεπομένης. Υπ’ αυτές τις συνθήκες μπορούμε να εκτιμήσουμε ότι η δύναμη των Λόχων Πεζικού πλησίαζε την προβλεπόμενη των 216 ανδρών κατά Λόχο και ως εκ τούτου και η δύναμη των τυφεκίων της κάθε Μεραρχίας πλησίαζε αυτή των 5.400 τυφεκίων κατά Μεραρχία και για την ακρίβεια των 5.100 περίπου τυφεκίων κατά Μεραρχία κατά μ.ο..

Εν πάση περιπτώσει τα στοιχεία του πίνακα 7 περί της μάχιμης δύναμης των Μεραρχιών συνεξεταζόμενα με την παρούσα δύναμη των ένδεκα Μεραρχιών την 8η Ιουνίου (129.019 οπλίτες) που υπολειπόταν της προβλεπομένης κατά 10,75% (βλ υποενότητα 6.3.) εγείρουν ερωτηματικά για την εγκυρότητά τους. Δηλαδή αν η παρουσιαζόμενη ως μάχιμη δύναμη είναι η τοποθετημένη ή η παρούσα;

Ενδεικτικό σημείο της αναφερόμενης γνώμης είναι μία κατάσταση της Στρατιάς Μικράς Ασίας της 29ης Μαΐου που υπογράφεται για την εγκυρότητά της από τον Επιτελάρχη της και στην οποία καταγράφεται ότι η μάχιμη δύναμη της των τότε δέκα Μεραρχιών της Στρατιάς. Δεν συμπεριλαμβάνεται η ΧΙΙ Μεραρχία που αφίχθηκε στη Σμύρνη μετά την 1η Ιουνίου. Για επεξηγήσουμε καλύτερα το ζήτημα θα αναφερθούμε μόνο στα στοιχεία των εννέα Μεραρχιών και δεν θα συμπεριλάβουμε αυτά της ΙΧ Μεραρχίας που λόγω της τακτικής συγκρότησης η μάχιμη δύναμη της αθροιζόταν διαφορετικά. Με βάση την κατάσταση που προαναφέραμε η μάχιμη δύναμη των εννέα Μεραρχιών –πλην ΙΧ- ανερχόταν σε 1.638 αξιωματικούς και 65.929 οπλίτες πεζικού και υπολειπόταν κατά 387 αξιωματικούς και 13.855 οπλίτες έναντι της προβλεπομένης των 2.025 αξιωματικών και 79.785 οπλιτών. Κατόπιν τούτου εγείρονται ερωτηματικά για το πώς αυτή η μάχιμη αυτή δύναμη των εννέα Μεραρχιών ανήλθε σε λιγότερο από ένα μήνα σύμφωνα με την προαναφερθείσα κατάσταση της Στρατιάς σε 1.679 αξιωματικούς και 75.649, όταν οι μόνες ενισχύσεις που έλαβε η Στρατιά μεταξύ 29 Μαΐου και 8 Ιουνίου ανήλθαν πλέον της ΧΙΙ Μεραρχίας σε 2.433 οπλίτες πεζικού;

Ο συγγραφέας του 4ου Τόμου της εξιστόρησης της Μικρασιατικής Εκστρατείας αναφέρει ότι:

«Η Στρατιά Μικράς Ασίας απέβλεπεν εις την επαύξησιν της παρατακτής δυνάμεως των Μεραρχιών με όριον την προβλεπομένην υπό των πινάκων σύνθεσιν. Επειδή τούτο δεν κατέστη δυνατόν δια των αποστελλομένων ενισχύσεων, ενώ η συγκρότησις των βοηθητικών σχηματισμών και υπηρεσιών αυτών ήτο πλήρης εις άνδρας και κτήνη, ανέθεσεν την 11ην Ιουνίου εις τους διοικητάς των Μεραρχιών να προβώσιν εις πάσαν δυνατήν ελάττωσιν του αριθμού των οπλιτών των μη μαχίμων μονάδων, με σκοπόν την αύξησιν της παρατακτής δυνάμεως»[71]

Παραμένει άγνωστο αν η διαταγή του διοικητή της Στρατιάς εκτελέστηκε και στην περίπτωση που εκτελέστηκε τι απέδωσε.

Εν πάση περιπτώσει το ζήτημα που προκύπτει από τη σύγκριση της παρούσας δύναμης των Μεραρχιών την 1η Ιουνίου και της μάχιμης δύναμης που αυτές διέθεταν την 1η Ιουλίου είναι ότι αν αφαιρεθεί από την παρούσα δύναμη μίας Μεραρχίας η μάχιμη δύναμη αυτής όπως αποτυπώνεται στον πίνακα 7 τότε η απομένουσα δύναμη δεν μπορούσε να επανδρώσει ικανοποιητικά τα λοιπά τμήματα της Μεραρχίας. Όπως π.χ. τα Μεταγωγικά Σώματος των Συνταγμάτων, τις δύο Μοίρες Ορειβατικού Πυροβολικού, τη Μοίρα Συζυγαρχιών, τη Διλοχία Μηχανικού, τη Μοίρα τραυματιοφορέων, το Λόχο Στρατηγείου της Μεραρχίας και τις λοιπές βοηθητικές Μονάδες. Η προβλεπόμενη από τους πίνακες δύναμη αυτών των Μονάδων ανερχόταν σε 3.590 περίπου οπλίτες χωρίς σε αυτή να περιλαμβάνεται η δύναμη των Μεταγωγικών Σώματος των τριων Συνταγμάτων Πεζικού.

Αν θελήσουμε να προσδιορίσουμε το παραπάνω ερώτημα π.χ. στη ΙΙ Μεραρχία θα διαπιστώσουμε ότι αφαιρώντας από την παρούσα δύναμη της των 11.666 οπλιτών της 29ης Μαΐου[72] τη μάχιμη δύναμη της (8.742 οπλίτες) απομένουν 2.924 οπλίτες για να επανδρώσουν τις λοιπές Μονάδες και τμήματα της Μεραρχίας. Εξ ου και το ερώτημα περί του αν η παρουσιαζόμενη ως μάχιμη δύναμη είναι η τοποθετημένη ή η παρούσα; Ίσως κάποια στιγμή στο μέλλον να υπάρξει σαφέστερη εικόνα. Το βέβαιο είναι ότι κατά τις επιχειρήσεις του Αυγούστου ανατολικά του Σαγγάριου ύστερα από δέκα ημέρες μαχών η μάχιμη δύναμη της Στρατιάς «ξέμεινε» από αξιωματικούς και οπλίτες.

8. Η διαχείριση ζητημάτων που ανυψώνουν ή ρίχνουν στα τάρταρα το ηθικό και την πειθαρχία

8.1 Το «σκοτεινό κέντρο» των Αθηνών

Τη 14η Μαΐου 1921 ο διοικητής της Στρατιάς παρακινούμενος ίσως εκ της παρατηρούμενης αβελτηρίας ενίσχυσης της Στρατιάς δια αξιωματικών και οπλιτών, αλλά και από άλλα ζητήματα, απέστειλε στον Υπουργό των Στρατιωτικών μία «απανταχούσα» που κάνει εντύπωση δια το αυστηρό έως προκλητικό ύφος της. Σε αυτή αναφέρει δια ολίγων τα εξής σημαντικά:

«Ούτως είχον εν αρχή τα πράγματα και έβαινον υπό τους αισιωτέρους οιωνούς, οπότε ήρξατο πραγματοποιούμενον το πρόγραμμα της Κυβερνήσεως δια την αποκατάστασιν των αδικηθέντων. … Το καταλυθέν καθεστώς ενήργησε πράγματι επί τη βάσει προγράμματος δια την επικράτησίν του, αλλά πάντως εδράξατο της ευκαιρίας ταύτης όπως θέση εκποδών, αν όχι πάντα, τουλάχιστον τα πλείστα εκ των αχρήστων και ανίκανων μελών του Σώματος των αξιωματικών. …. Παραδόξως όμως υπό του μεταβληθέντος καθεστώτος ήρξατο η αθρόα επαναφορά τούτων ανεξαιρέτως, ως ει ενηργείτο εκταφή και ανάστασις νεκρών. … Εάν εις ταύτα προσθέσητε 1ον, την ροπήν ήν έδειξαν οι πλείστοι απότακτοι αξιωματικοί να μην αναλάβωσιν υπηρεσίαν, … 2ον την ιδιοσυστασίαν ήν έλαβε το Κέντρον αποτελεσθέν αποκλειστικώς εξ αποτάκτων, 3ον το πνεύμα αδιαλλακτικότητος όπερ ήρξατο αναπτυσσόμενον εις το Κέντρον τούτο και εις τους αξιωματικούς εν γένει της φρουράς Αθηνών … θα έχετε τον ειρμόν των περισσοτέρων αιτίων, άτινα συνετέλεσαν να υποσκάψουν και να εκριζώσουν τας αναπτυχθείσας ελπίδας και πεποιθήσεις».[73]     

Είναι προφανές ότι ο διοικητής της Στρατιάς καταγγέλλει ευθέως την Κυβέρνηση, αλλά και τον Υπουργό των Στρατιωτικών ως τον καθ’ ύλην αρμόδιο για τα ζητήματα του Στρατού, καθώς και τον Αρχηγόν της ΕΥΣ ως τον υπεύθυνο θεσμικά Ανώτατο αξιωματικό για τη διαχείριση της στρατιωτικής δύναμης για τα εξής ζητήματα: Πρώτο ότι επανέφεραν στην ενέργεια αξιωματικούς που είχαν αποταχθεί από την κυβέρνηση Βενιζέλου όχι για πολιτικούς λόγους αλλά επειδή ήταν άχρηστοι και ανίκανοι. Δεύτερο ότι το μεγαλύτερο μέρος των αποτάκτων αρνήθηκαν να αναλάβουν υπηρεσία. Όχι μόνο στη Μικρά Ασία, αλλά περιεφέροντο ένθα κακείθεν άνευ αντικειμένου. Εξ ου και ο τεράστιος αριθμός των αξιωματικών που ήταν τοποθετημένος στις στρατιωτικές δυνάμεις της κυρίως Ελλάδας ενώ στη Στρατιά Μικράς Ασίας δεν υπήρχαν αξιωματικοί Πεζικού για να συμπληρώσουν τη μάχιμη δύναμη της Στρατιάς. Τρίτο ότι οι κεντρικές υπηρεσίες των Αθηνών αποτελέστηκαν αποκλειστικά από επανελθόντες απότακτους αξιωματικούς της αυτής ιδεολογίας, δηλαδή φιλοβασιλικής – αντιβενιζελικής. Τέταρτο ότι στο αναφερόμενο κέντρο επικράτησε πνεύμα αδιαλλαξίας. Ο διοικητής της Στρατιάς δεν αναφέρει ευθέως τι εννοεί με τη λέξη αυτή, αλλά ο καθένας μπορεί να καταλάβει ότι επικράτησαν οι αδιάλλακτοι της φιλοβασιλικής παράταξης που διέκειντο εμμέσως πλην σαφώς εχθρικά προς την πολιτική Βενιζέλου και την εκστρατεία που διεξαγόταν στη Μικρά Ασία. Θα μπορούσε κάποιος να εκφράσει την άποψη ότι το εν λόγω κέντρο υπονόμευε την πορεία της εκστρατείας. Το αναφερόμενο από τον Παπούλα «Κέντρον» είναι αυτό που πολλοί ιστορικοί συγγραφείς το αποκαλούν το σκοτεινό κέντρο των Αθηνών. Αυτοί που απάρτιζαν το εν λόγω «κέντρο» είναι βέβαιο ότι ήταν αξιωματικοί φιλοβασιλικής κατεύθυνσης που διέθεταν ισχυρές πολιτικές πλάτες και ως εκ τούτου ενεργούσαν εκ του ασφαλούς.

Τα παρακάτω αποσπάσματα από συνεχείς δημοσιεύσεις στη Βενιζελική εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ είναι χαρακτηριστικά του τρόπου που ενεργούσαν οι πολιτικοί παράγοντες της κυβερνώσας παράταξης και οι επανελθόντες στην ενέργεια απότακτοι αξιωματικοί που συγκροτούσαν το περιώνυμο «Κέντρο» των Αθηνών. Και τούτο επειδή χρειάζονταν δύο χέρια για να συμβούν οι αθλιότητες που επί καθημερινής βάσης καταγράφει η αναφερόμενη ως άνω εφημερίδα. 

«Η διαταγή ήτις εξεδόθη προς αποστολήν εις το μέπωπον πάντων των οπλιτών από της κλάσεως 1912 και άνω δεν εκτελείται. Εις το Σύνταγμα τηλεγραφητών εις το οποίο υπηρετώ εξακολουθούν να παραμένουν στρατιώται των κλάσεων 1918 και άνω ως οι στρατιώται Χρόνης και Καλύβης και πλείστοι άλλοι ών τα ονόματα αγνοώ. Πολύ σας παρακαλώ κύριε Διευθυντά, όπως και αυτοί οι κύριοι έλθουν μεθ’ ημών και πληρώσωμεν εξίσου τον φόρον του αίματος. 22-5-1921. Έφεδρος 1913β»[74]

«ΜΟΝΟΝ 500; Και οι μεν αξιωματικοί του ελέγχου επί της ανακλήσεως των απεσπασμένων οπλιτών ανεκάλυψαν τοιούτως μικρών κλάσεων υποθαλπωμένους ακόμη εις τα γραφεία, εις τα οποία ήσαν, περί τους πεντακοσίους, οίτινες και εστάλησαν, ως λέγεται εις το Μέτωπον. Αλλ’ οι προϊστάμενοι των υπηρεσιών οίτινες τόσον ασυστόλως παρεβίασαν την διαταγήν του υπουργείου των Στρατιωτικών θα μείνουν ανεξέλεγκτοι; Θα εξακολουθήσει το σύστημα της ατιμωρητεί περιφρονήσεως των εκδιδομένων διαταγών;»[75]

«…Άλλη αιτία μου δίνει το δικαίωμα ν’ απευθύνω το γράμμα μου προς την αξ. Διεύθυνσίν σας. Κιαυτό είναι η καταγγελία του στρατιώτου Καλογιάννη Χαραλάμπους κλάσεως 1918, όστις χωρίς λόγους έφυγεν από το Σύνταγμα με 20ήμερον άδειαν και όταν αύτη έληξεν απεσπάσθη στο κατώτερον προσωπικόν του Υπουργείου, λόγω του ότι ήτο χρήσιμος, επειδή συμπίπτει να υπηρετή κι’ ο γαμβρός του σ’ αυτό. Μ’ εκτίμησιν Κάποιος αγωνιστής του 17»[76] (εννοεί ότι ανήκε στη δύναμη του 17ου Συντάγματος)

8.2 Το κράτος αποδεικνύεται ανίκανο να αντιμετωπίσει τους αξιωματικούς που αρνούνταν να αναλάβουν υπηρεσία στη Μικρά Ασία

Η μη εκτέλεση από οποιοδήποτε στρατιωτικό της εκτέλεσης του φύλου πορείας που θα του επιδοθεί συνιστά άρνηση εκτέλεσης στρατιωτικής εντολής. Όταν τούτο συμβαίνει σε περίοδο πολέμου είναι ανυπακοή και διώκεται αυστηρά, ο δε αξιωματικός τίθεται σε αργία και μετά την έκδοση της απόφασης του στρατοδικείου αποτάσσεται.

Στις 30 Μαΐου ο Υπουργός Στρατιωτικών εξέδωσε την ακόλουθη διαταγή προς το Σώμα των αξιωματικών που κοινοποιήθηκε ευρέως δια του ημερήσιου τύπου:

«Επανειλημμέναι, αυστηραί και έντονοι διαταγαί μου εξεδόθησαν όπως οι εις διαφόρους μονάδας μετατιθέμενοι αξιωματικοί, ιδία δε οι εις την Στρατιάν Μ. Ασίας διατιθέμενοι, μεταβαίνωσι τάχιστα και άνευ της ελαχίστης επιβραδύνσεως εις τας νέας των θέσεις. Αλλά και μετά τας διαταγάς μου ταύτας, εξακολουθεί παρατηρούμενον ό,τι ατυχώς και πρότερον τουτέστιν οι μετατιθέμενοι αξιωματικοί ή δεν εφοδιάζονται αμέσως δια φύλλων πορείας ή παραμένουσιν αδικαιολογήτως είτε εις τας φρουράς εξ ων μετετέθησαν, ή εις άλλας φρουράς δι’ ών διέρχονται και ιδία ενταύθα· τινές μάλιστα προβάλλουσι και λόγους υγείας, τους οποίους μέχρι της στιγμής της διαθέσεως των, ουδ’ είχον καν επικαλεσθή, ή αιτούσι να διατεθώσιν εις αιανδήποτε άλλην μονάδα, πλην της Στρατιάς Μ. Ασίας, μετερχόμενοι ατυχώς προς τούτο παντός είδους πλαγίας ενεργείας»[77]

Στην συνέχεια της διαταγής ο Υπουργός των Στρατιωτικών αναλώνεται σε παραινέσεις προς τους αξιωματικούς που αρνούνται επανειλημμένα να υπακούσουν και να εκτελέσουν διαταγές του και μάλιστα σε καιρό πολέμου και τέλος επισείει κατ’ αυτών που θα συνεχίσουν να επιδεικνύουν απροθυμία εκτέλεσης των διαταγών μεταθέσεως το νόμο περί καταστάσεως αξιωματικών — όχι τον Στρατιωτικό Ποινικό Κώδικα, διότι αυτός έχει τεθεί σε αχρηστία.

Ασφαλώς προκύπτει το ερώτημα τι Υπουργός Στρατιωτικών μπορεί να είναι κάποιος όταν οι αξιωματικοί του Στρατού αρνούνται επανειλημμένα να εκτελέσουν τις διαταγές του περί μεταθέσεως τη ζώνη των πρόσω σε καιρό πολέμου; Η εν λόγω άρνηση αποτελεί στρατιωτικό έγκλημα και μάλιστα ατιμωτικό για αυτόν που το διαπράττει. Κανονικά κατά των διοικητών μονάδων ή προϊσταμένων υπηρεσιών που καθυστερούσαν να επιδώσουν φύλο πορείας στους μετατιθέμενους αξιωματικούς τους, κατά των αξιωματικών που αρνούνταν να εκτελέσουν το φύλο πορείας που τους επιδόθηκε και κατά των φρουράρχων που διευκόλυναν την παραμονή των μετατιθέμενων αξιωματικών στην έδρα τους φρουραρχείου τους επιβαλλόταν να εφαρμόζονται αμέσως τα προβλεπόμενα από τον Στρατιωτικό Ποινικό Κώδικα και τον νόμο περί καταστάσεως αξιωματικών. Δηλαδή την παραπομπή τους σε δίκη, την απόταξη τους από το σώμα των αξιωματικών και την μεταφορά τους στην τάξη του στρατιώτη. Η χώρα βρισκόταν σε πόλεμο. Δυστυχώς όμως αυτοί που έκαναν αυτά τα αίσχη διέθεταν ισχυρές πολιτειακές, πολιτικές και στρατιωτικές «πλάτες».

Και ένα ακόμη ερώτημα: Όταν υπήρχαν αξιωματικοί που αρνούνταν να αναλάβουν υπηρεσία στη Μικρά Ασία τι μπορεί να συνέβαινε με τους στρατιώτες;

8.3 Ο αφανισμός της μάχιμης δύναμης των αξιωματικών της Στρατιάς κατά τις επιχειρήσεις προς την Άγκυρα

Οι τραγικές συνέπειες των προβλημάτων που παρουσιάστηκαν μέχρι τώρα, θα εμφανιστούν αργότερα κατά την διάρκεια των επιχειρήσεων προς την Άγκυρα όταν η μάχιμη δύναμη των Μεραρχιών θα «αφανιστεί» και μάλιστα χωρίς την ύπαρξη έστω μίας ελάχιστης προοπτικής αναπλήρωσης. Την 21η Αυγούστου η μάχιμη δύναμη έξι Μεραρχιών της Στρατιάς (Ι, ΙΙ, V, VII, XII και ΧΙΙΙ) για τις οποίες διατίθενται στοιχεία, είχε ελαττωθεί από τους 1.241 αξιωματικούς που διέθεταν πριν την έναρξη των θερινών επιχειρήσεων στους 657, ήτοι κατά 47%.[78] Αντίστοιχη ασφαλώς θα ήταν η κατάσταση και των Μεραρχιών ΙΙΙ, ΙΧ και Χ για τις οποίες δεν διατίθενται πληροφορίες.

Κατόπιν αυτής της δραματικής κατάστασης ο Υπουργός Στρατιωτικών Θεοτόκης σε τηλεγραφική «από μηχανής» συνεννόηση του με τον Πρωθυπουργό, που διεξήχθη μάλλον την 24η Αυγούστου 1921 ζήτησε την άμεση αποστολή αξιωματικών από το Εσωτερικό της χώρας:

«Υπουργός Στρατιωτικών. Παρακαλώ θερμώς να συστήσετε εις Συνταγματάρχην Μακρυκώσταν και Εξαδάκτυλον, όπως συγκεντρώσωσιν όσο το δυνατόν μεγαλύτερον αριθμόν κατωτέρων αξιωματικών των ευρισκομένων εσωτερικόν και θέσωσιν αυτούς εις την διάθεσιν της Στρατιάς, διότι έχωμεν ανάγκην αυτών επιτακτικήν»[79]

8.4 Το ζήτημα της μετάταξης οπλιτών θητείας στο σώμα της Χωροφυλακής

Αναφέρεται από τον ημερήσιο Τύπο της εποχής, και δεν διαψεύδεται από το Υπουργείο Στρατιωτικών, ή το Υπουργείο Δημοσίας Τάξεως, ότι μια δύναμη 10.000 – 15.000 οπλιτών θητείας είχε καταταχθεί στο σώμα της Χωροφυλακής και απείχε από το Μέτωπο και τον πόλεμο.

Το υπόψη ζήτημα το αναδείκνυε, παρά τους περιορισμούς της λογοκρισίας, η εφημερίδα «ΕΜΠΡΟΣ», η οποία δημοσίευε καθημερινά επιστολές εφέδρων οπλιτών που αναφέρονταν στο ζήτημα της φυγομαχίας από κληρωτούς νεοτέρων κλάσεων και με σειρά άρθρων διεκτραγωδούσε την ελεεινή αυτή κατάσταση, παρότρυνε την Κυβέρνηση και τον Υπουργό των Στρατιωτικών να βάλουν ένα τέλος στο αίσχος της φυγοστρατίας και της φυγομαχίας και αποκαλούσε την αποφυγή του Μετώπου από τους κληρωτούς δια της κατάταξής τους στην Χωροφυλακή, «επίσημο κουραμπιεδισμό». Ασφαλώς και είναι προφανές, ότι στην Χωροφυλακή δεν κατατάσσονταν κάποιοι τυχαίοι κληρωτοί, αλλά τα «δικά τους παιδιά». Και επειδή ήταν τα «δικά τους παιδιά», η πατρίδα τους όφειλε και μισθό. Ακριβώς. Η επίσημη φυγομαχία των κληρωτών μισθοδοτούταν από τον κρατικό κορβανά. Φαίνεται όμως ότι η φωνή της εφημερίδας, αποτελούσε «φωνή βοώντος εν τη ερήμω». Τα ακόλουθα ελάχιστα αποσπάσματα –από τα πάρα πολλά- είναι ενδεικτικά της επικρατούσας κατάστασης:

«Θα ενθυμούνται οι αρμόδιοι ότι προ πολλού υπέδειξε το «Εμπρός» την ανάγκη της αποστολής εις το Μέτωπον …. του μεγίστου μέρους των οπλιτών της χωροφυλακής, των αποτελουμένων εκ κληρωτών και εφέδρων των νεωτάτων ηλικιών και των οποίων η δύναμις εις όλον το κράτος υπερβαίνει τας 15 χιλιάδας. … Η επιστολή όμως ην χθες εδημοσιευσαμεν εκ μέρους κληθέντων εφέδρων διαμαρτυρομένων κατά του επίσημου τούτου κουραμπιεδισμού των χωροφυλάκων –επιστολή μία μεταξύ πολλών άλλων δια το αυτό θέμα- μας παρέχει την ένδειξιν ότι δεν απεδόθη η προσήκουσα προσοχή εις το ζήτημα, το οποίον ιδίως οι έξω των Αθηνών πληθυσμοί βλέπουν καλίτερα μετά μεγίστης δυσφορίας».[80]

«Λυπούμεθα ότι ο κ. Θεοτόκης δεν αποδίδει την προσήκουσαν σημασίαν εις το σκάνδαλον των νεαρών χωροφυλάκων, του επίσημου τούτου κουραμπιεδισμού, όστις εξακολουθεί να επιδεικνύεται εν Αθήναις και εις όλας τας επαρχίας κατά τρόπον εγείροντα την κοινήν αγανάκτησιν …. Εάν ο κ. Υπουργός των Στρατιωτικών και μετ’ αυτού η όλη Κυβέρνησις επιθυμεί να ευρίσκεται εις αρμονίαν με το κοινόν αίσθημα και πρώτιστα με την ψυχολογίαν του Μετώπου και εις επαφήν με την πραγματικότητα της καταστάσεως, δεν θέλει ανεχθή επί πλέον αυτό το σκάνδαλον, 90% εκ των καταταχθέντων εθελοντών χωροφυλάκων, πλείστων ατυχώς ανηκόντων εις οικογενείας, οίτινες έπρεπε να έδιδον το ανδρικώτερον και εθνικώτερον παράδειγμα, κατέφυγον εις την Χωροφυλακήν από ελεεινό αίσθημα φυγομαχίας και φιλοτομαρισμού».[81]

 «Λοιπόν. Αντί παντός περιορισμού του κουραμπιεδισμού αυξάνονται και πληθύνονται αι τάξεις των νεαρών εθελοντών χωροφυλάκων. Εις το προχθεσινόν φύλλον της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως δημοσιεύεται μακρότατος ονομαστικός κατάλογος 672 εν όλω νέων ιδιωτών, της κλάσεως του 1922, οίτινες κατατάσσονται πεζοί μαθηταί χωροφύλακες! Σχεδόν εμπόλεμον τάγμα, το οποίον προστίθεται εις τας δύο περίπου εν λειτουργία μεραρχίας Χωροφυλακής, τας συγκροτημένας αποκλειστικώς από κληρωτούς των τεσσάρων νεαρώτερων κλάσεων».[82]

9. Γενικές πληροφορίες για την δύναμη των υπολοίπων Μεγάλων Μονάδων του Στρατού

9.1 Η Στρατιά Θράκης

Η Ζώνη επιχειρησιακής ευθύνης της ξεκινούσε από τις Πρέσπες και έφθανε μέχρι την Τσαλτάτζα της Ανατολικής Θράκης. Μολονότι η Στρατιά Θράκης δεν διέθετε την ικανότητα εκτέλεσης σημαντικών επιχειρήσεων και η αποστολή της αφορούσε κυρίως την προκάλυψη των βορείων συνόρων της χώρας, την υπηρεσία φρουράς κάποιων μεγάλων πόλεων της Μακεδονίας και της Θράκης, την ασφάλεια της σιδηροδρομικής γραμμής και την εσωτερική ασφάλεια της Ανατολικής Θράκης, δηλαδή μια αποστολή που θα μπορούσε να την είχε αναλάβει η διοίκηση ενός Σώματος Στρατού μειωμένων δυνατοτήτων, το Ελληνικό Κράτος επέμενε να διατηρεί στην Μακεδονία και την Θράκη την οργάνωση μιας Στρατιάς και ενός Σώματος Στρατού με ευάριθμα επιτελεία και πλήθος Μ.Μ.Μ., Εμπέδων και Υπηρεσιών.

Τις πραγματικές διαστάσεις αυτού του ζητήματος και τις επιπτώσεις του στην ενίσχυση της Στρατιάς Μικράς Ασίας τις κατανόησε πλήρως ο Αρχηγός της ΕΥΣ, Υποστράτηγος Β. Δούσμανης και κατόπιν τούτου υπέβαλε στις 5 Μαΐου 1921 προς την κυβέρνηση υπόμνημα δια του οποίου πρότεινε την κατάργηση της Στρατιάς Θράκης επειδή:

«αύτη ουδένα πολεμικόν προορισμόν εκπληροί ή δύναται εις το προσεχές μέλλον να εκπληρώση. η διατήρησις της Στρατιάς Θράκης φέρει εμπόδια προς ανασύνταξιν, ταχείαν ενίσχυσιν και πλήρη εφοδιασμόν της Στρατιάς Μ Ασίας Είμαι επομένως της γνώμης ότι πρέπει να διαλυθώσι πάσαι αύται αι πομπώδεις υπηρεσίαι, καταργήσατε την Στρατιάν Θράκης, ενισχύσατε την Χωροφυλακήν, αποστείλατε εις Μ Ασίαν τας περισεύουσας στρατηγικάς μονάδας και θέλετε ενισχύσει και την διοίκησιν της Θράκης και την Στρατιάν Μικράς Ασίας»[83]

Πιθανό αποτέλεσμα αυτού του υπομνήματος πρέπει να ήταν η μεταφορά στην Μικρά Ασία της ΧΙΙ Μεραρχίας. Αλλά όμως μέχρι εκεί. Η Στρατιά Θράκης δεν καταργήθηκε, η δε ΧΙΙ Μεραρχία θα αποβιβαστεί στην Σμύρνη με μειωμένη δύναμη έναντι αυτής που διέθετε στην Ανατολική Θράκη και έναντι της προβλεπομένης εκ των πινάκων συνθέσεως (βλέπε πίνακες 4 και 5). Οι Μ.Μ.Μ του Δ’ Σώματος Στρατού και τα Έμπεδα και οι Υπηρεσίες της Στρατιάς Θράκης, συνέχισαν να ευημερούν από υπερπληθυσμό αξιωματικών και οπλιτών. Η τοποθετημένη δύναμη τους ανερχόταν σε 762 αξιωματικούς και 25.037 οπλίτες. [Σ.σ.: Το στρατηγείο του Δ’ Σώματος Στρατού δεν υφίστατο την εξεταζόμενη περίοδο. Τουλάχιστο δεν επιβεβαιώνεται η ύπαρξή του από κάποια πηγή. Υπήρχαν όμως οι Μ.Μ.Μ. του, αποτελούμενες μάλλον από Έμπεδα και κάποιες ακόμη Μονάδες και βοηθητικούς Σχηματισμούς που υποστήριζαν τις Μεραρχίες της Μακεδονίας και της Θράκης].

Πολύ αργότερα, κατά το πρώτο 15νθήμερο του Ιουλίου και πάλι με εισήγηση του Αρχηγού του Επιτελείου θα συγκροτηθεί στην Ανατολική Θράκη από το πλεονάζον προσωπικό της Στρατιάς Θράκης η Ανεξάρτητη Μεραρχία, αλλά αυτή λόγω της αβελτηρίας των ιθυνόντων δεν θα συμμετάσχει στις επιχειρήσεις προς την Άγκυρα.

9.2 Το Ε΄ Σώμα Στρατού Ηπείρου

Το Ε΄ Σώμα Στρατού αποτελεί μια ειδική περίπτωση. Και τούτο επειδή η ύπαρξη ενός Σώματος με το Στρατηγείο του και τις Μη Μεραρχιακές του Μονάδες δικαιολογείται όταν πρέπει να διοικήσει δύο ή περισσότερες Μεραρχίες. Όμως στην Ήπειρο υπάρχει μόνο η VII Μεραρχία που διαθέτει μάλιστα δύο Συντάγματα Πεζικού. Επομένως το Ε΄ Σώμα συγκροτήθηκε αμέσως μετά τις εκλογές της 1ης Νοεμβρίου προκειμένου να βολέψει κατά βάση επανελθόντες απότακτους αξιωματικούς. Η VIII Μεραρχία διαθέτει 271 αξιωματικούς και 10.363 οπλίτες και επομένως θα μπορούσε να φέρει σε πέρας την αποστολή της και χωρίς την ύπαρξη του Στρατηγείου του Ε’ Σώματος Στρατού και των Μ.Μ.Μ. αυτού, οι οποίες διαθέτουν-δεσμεύουν 191 αξιωματικούς και μια δύναμη 8.774 οπλιτών, σχεδόν διπλάσια των Μ.Μ.Μ. των Σωμάτων Στρατού της Στρατιάς Μικράς Ασίας και δεν διαθέτουν Σύνταγμα Πεδινού Πυροβολικού. Όμως το 60% της δύναμης των οπλιτών των Μ.Μ.Μ. απουσιάζει και προς τούτο αναπληρώνεται από 3.285 προσκολλημένους, που «ένας Θεός γνωρίζει» από ποιες Μονάδες έχουν αποσπαστεί. Σίγουρα όχι από την VIII Μεραρχία. Αν τώρα υποθέσουμε ότι το Ε΄ Σώμα αποτελούσαν το «καταφύγιο του κάθε κατατρεγμένου» της «επάρατης Βενιζελοκρατίας» θα έχουμε κάθε δίκιο πιστεύω!

«Πρέβεζα 27 Μαΐου 1921. Κύριε Διευθυντά του Εμπρός. Ευαρεστηθήτε παρακαλούμεν, να καταχωρίσετε εις την έγκριτον εφημερίδα σας τα εξής: 1) Πως ενώ εις όλα τα Σώματα αι διαταγαί του Υπουργείου περί αποστολής απάντων των οπλιτών από της κλάσεως 1913α – 1921 εις το Μικρασιατικόν μέτωπον εξετελέσθησαν, αν όχι εν ακριβεία τουλάχιστον κατά προσέγγισιν, εις το Ε’ Σώμα στρατού Ηπείρου εξακολουθούσιν εισέτι παραμένοντες πλείστοι όσοι νεαροί, υποκφεύγοντες καταλλήλως τας αποστολάς δια αιωνοβίων ρωμαϊκών μέσων. 2) ενός των ανωτέρω σπουδαιοτέρων μέσων καθ’ ό οπλίται των εν λόγω κλάσεων, προκειμένου να αναχωρήσωσι δια το μέτωπον, τη ενεργεία ανωτέρων αξιωματικών, διαγράφονται του εμπέδου της ΙΧ Μεραρχίας, όπερ βεβαίως ενεργεί τας αποστολάς και εγγράφονται εις τα Συντάγματα της VIII Μεραρχίας 24ον και 10ον τοιούτον και ή αποστέλλονται αμέσως εις ταύτα δι’ υπηρεσίαν ή εξακολουθούσι παραμένοντες εν Ιωαννίνοις φερόμενοι ως απεσπασμένοι. Επί του προκειμένου αναφέρομεν συγκεκριμένως τους λοχίας Λογοθέτην Βασ., Χτέτσικαν Κωνστ., Πολύζον Νικ., και πλείστους άλλους, ους η υπηρεσία ευκόλως δύναται ν’ ανακαλύψη, εκτός εκείνων, οίτινες δικαιολογούνται ως εκτελούντες ειδικάς υπηρεσίας (Σιτισταί, βοηθοί τούτων, επιλοχίαι, γραφείς στρατολογίας κλπ.) ενώ κατά το πνεύμα των διαταγών του υπουργείου αι δικαιολογίαι έπαυσαν ισχύουσαι.»[84]

9.3 Οι Δυνάμεις της Ζώνης Εσωτερικού

Τον Ιούνιο του 1921 η δύναμη των αξιωματικών και οπλιτών που ήταν τοποθετημένη στα Έμπεδα τις Μονάδες και τις Υπηρεσίες του Εσωτερικού ανερχόταν σε 1974 αξιωματικούς και 51.677 οπλίτες και ήταν ίση με την δύναμη 4 Μεραρχιών της Στρατιάς Μικράς Ασίας. Ουσιαστικά αυτή η τεράστια δύναμη ήταν υπερδιπλάσια της δύναμης που υπήρχε στο Εσωτερικό στις 1 Μαρτίου.

Ελάχιστα είναι γνωστά για το ποιες ήταν οι Μονάδες και Υπηρεσίες που βρίσκονταν στην Παλαιά Ελλάδα. Από την διαταγή του Υπουργείου Στρατιωτικών δια της οποίας καθορίζονταν οι τόποι και οι Μονάδες που θα παρουσιάζονταν οι προσκληθέντες προς κατάταξη έφεδροι των κλάσεων 1903, 1904, 1912 και 1913α, είναι γνωστές 35 περίπου, κυρίως Έμπεδα Πεζικού και Ευζώνων των Μεραρχιών (Ι, ΙΙΙ, IV, V, VI, VIII, IX και XIV), Έμπεδα Πυροβολικού, Κέντρα Ιππωνείας, Όρχοι Μηχανικού, Σύνταγμα Τηλεγραφητών, Εφορίες Υλικού Πολέμου κ.α.. Μία από τις αποστολές των παραπάνω Μονάδων ήταν η παρακολούθηση και η οργάνωση της επιστράτευσης, η στρατολογία και η εκπαίδευση των νεοσυλλέκτων οπλιτών. Οπωσδήποτε θα υπήρχαν πολύ περισσότερες μονάδες και ακόμη μεγαλύτερος αριθμός υπηρεσιών, στρατιωτικά νοσοκομεία κ.ά..

Η αύξηση της αριθμητικής δύναμης των παραπάνω Μονάδων οφείλεται —μάλλον— στο ότι πλέον των εφέδρων των κλάσεων 1903 και 1904 που παρέμειναν στο Εσωτερικό, όπως καθοριζόταν με την διαταγή του Υπουργείου Στρατιωτικών, συνέχισαν να παραμένουν στις θέσεις τους και οι οπλίτες των νεωτέρων κλάσεων. Και πως ήταν δυνατό να απομακρυνθούν από την Ζώνη Εσωτερικού αυτοί που είχαν την δυνατότητα να αποφεύγουν επί πάρα πολλά χρόνια την «διακεκαυμένη ζώνη» της Μικράς Ασίας;

10. Διαπιστώσεις

Η ενίσχυση της Στρατιάς Μικράς Ασίας καθυστέρησε πέρα κάθε λογικού ορίου παρ’ όλο που οι κληθέντες το Μάρτιο έφεδροι είχαν παρουσιαστεί μέχρι τη 15η Απριλίου. Χρειάστηκε να περάσουν τρεις και πλέον μήνες από την έναρξη της επιστράτευσης για συμπληρωθεί η δύναμη της Στρατιάς σε κάποια λογικά επίπεδα. Μη υπαρχόντων προφανών επιχειρησιακών λόγων για να δικαιολογηθεί η δεδομένη βραδύτητα στην ενίσχυση της Στρατιάς, αυτή κατά την άποψή μου οφειλόταν στους αγώνες στους οποίους είχαν αποδυθεί οι υπουργοί, οι βουλευτές, οι πολιτευτές και οι κομματάρχες της Ηνωμένης, καθώς και οι πολλοί υποστηρικτές του θρόνου προκειμένου «τα δικά τους παιδιά» να μην σταλούν στη Μικρά Ασία.

Οι καθαρές ενισχύσεις προς τη Στρατιά Μικράς Ασίας σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία που αναλύονται στον πίνακα 4, συμπεριλαμβανομένης της ΧΙΙ Μεραρχίας και των λοιπών ενισχύσεων μεταξύ 29 Μαΐου και 8 Ιουνίου, ανήλθαν σε 75.208 οπλίτες περίπου εκ των οποίων οι 13.000 ήταν Μικρασιάτες Έλληνες το γένος.

  • Πραγματικές ενισχύσεις μέχρι την 28η Μαΐου: 62.410
  • Ενίσχυση ΧΙΙ Μεραρχίας: 9.346
  • Λοιπές ενισχύσεις μεταξύ 29 Μαΐου και 8 Ιουνίου: 3.452
  • Σύνολο: 75.208

Κατόπιν τούτων εκ της Ελλάδας απεστάλησαν στη Μικρά Ασία 62.000 οπλίτες (έφεδροι ή θητείας) στους οποίους συμπεριλαμβάνονταν και οι καταγόμενοι από τα νησιά του Αιγαίου που κατατάχθηκαν στη Σμύρνη. Εξ αυτών των ενισχύσεων οι 18.000 έως 19.000 περίπου ήταν οπλίτες θητείας που υπηρετούσαν πριν την κήρυξη της επιστράτευσης στις Μεγάλες Μονάδες και τις λοιπές Μονάδες που μεταφέρθηκαν στη Μικρά Ασία (βλ δυνάμεις στον πίνακα 1) και κατανέμονταν ως εξής:

  • 3/40 Σύνταγμα Ευζώνων: 1.080
  • Ανεξάρτητο Τάγμα Μπέϊκος: 900
  • IV Μεραρχία: 2.500
  • ΙΧ Μεραρχία: 5.500
  • ΧΙΙ Μεραρχία: 9.000 (θεωρώ ότι η μεταφερθείσα στη Μικρά Ασία δύναμη της Μεραρχίας αποτελούταν κυρίως από οπλίτες θητείας και όχι από τους εφέδρους που επιστρατεύθηκαν στην Ανατολική Θράκη).

Επομένως από την επιστρατευθείσα δύναμη των 111.000 εφέδρων οπλιτών μόνο 43.000 μέχρι 44.000 έφεδροι απεστάλλησαν στη Μικρά Ασία και οι υπόλοιποι 68.000 περίπου έφεδροι παρέμειναν στις δυνάμεις της Στρατιάς (!) της κυρίως Ελλάδας. Τούτο φαίνεται καθαρά αν από τη τοποθετημένη δύναμη των 131.314 οπλιτών του στρατού της κυρίως Ελλάδας της 1ης Ιουνίου του πίνακα 6 αφαιρεθεί η τοποθετημένη δύναμη των 62.800 περίπου οπλιτών της 1ης Μαρτίου — αυτή που προκύπτει μετά την αφαίρεση της δύναμης των IV, ΙΧ και ΧΙΙ Μεραρχιών που μεταφέρθηκαν στη Μικρά Ασία. Το αποτέλεσμα είναι και πάλι 68.500 περίπου έφεδροι.

Με βάση τα στοιχεία του πίνακα 6 είναι προφανές ότι η δύναμη της Στρατιάς Μικράς Ασίας αυξήθηκε δια των αποσταλλέντων οπλιτών θητείας και εφέδρων από την Ελλάδα και των επιστρατευμένων Ελλήνων της Μικράς Ασίας κατά 77%, ενώ η «στρατιά» της ηπειρωτικής Ελλάδας αυξήθηκε δια της επιστρατευθείσας δύναμης κατά 110%. Έτσι αντιλαμβάνονταν οι πολιτικοί της κυβερνώσας παράταξης το ότι η χώρα βρισκόταν σε πόλεμο και ότι από την έκβαση του πολέμου εξαρτιόταν το μέλλον του Μικρασιατικού Ελληνισμού, η ζωή χιλιάδων απλών πολιτών και στρατευμένων και η τιμή και η αξιοπρέπεια του Στρατού και του έθνους.

Παρά τις ενισχύσεις που έλαβε η Στρατιά Μικράς Ασίας η παρούσα δύναμη της υπολειπόταν της προβλεπομένης κατά 10,75% περίπου. Η άποψή μου είναι ότι η παρούσα δύναμη των Μεραρχιών της Στρατιάς θα πρέπει να υπερέβαινε την προβλεπομένη προκειμένου να καλύψει τις εκ των μαχών απώλειες. Η Κυβέρνηση, η ΕΥΣ και η Στρατιά λαμβάνοντας υπόψη τους άγριους και αιματηρούς αγώνες που διεξήχθησαν το Μάρτιο στη γραμμή Αβγκίν – Κοβαλίτσα όφειλαν να εκτιμήσουν ότι και οι μελλοντικές μάχες θα ήταν ακόμη αγριότερες και οι απώλειες ακόμη μεγαλύτερες απ’ αυτές του Μαρτίου. Κατόπιν τούτου θα έπρεπε να προβλέψουν οι Μεραρχίες να διαθέτουν άμεσες αναπληρώσει αξιωματικών και οπλιτών, πράγμα που ασφαλώς δεν έγινε.

Στην Ήπειρο, τη Μακεδονία και τη Θράκη όπου ουδεμία απειλή υπήρχε διατηρούνταν πολυπληθή επιτελεία μεγάλων μονάδων, Μη Μεραρχιακές Μονάδες ανύπαρκτων Σωμάτων Στρατού, Έμπεδα και Υπηρεσίες και μεγάλη στρατιωτική δύναμη. Οι απεσπασμένοι και οι προσκολλημένοι έκαναν πάρτι.

Υπήρχαν αξιωματικοί που αρνούνταν ατιμωρητί να μεταβούν στη Μικρά Ασία μολονότι τους είχε δοθεί διαταγή για τη μετάθεσή τους και τους είχε επιδοθεί φύλο πορείας.

Στην στρατιωτική δύναμη της ηπειρωτικής Ελλάδας οργίαζε η πατρωνία και το ρουσφέτι. Το φόρο του αίματος τον κατέβαλαν οι ίδιοι και οι ίδιοι ενώ άλλοι, και ήταν πολλοί, διαβιούσαν εν ειρήνη στους τόπους καταγωγής τους.

Από τους συνολικά απόντες εκτός σώματος υπήρχε μία μεγάλη δύναμη 30.000 περίπου ανδρών που απουσίαζαν αδικαιολόγητα ή είχαν κηρυχθεί λιποτάκτες.

Όλα τα παραπάνω συνέβαιναν και διαπράττονταν με την ανοχή της κυβέρνησης και τη συμπαιγνία πολιτικών παραγόντων και στρατιωτικών. Δυστυχώς απουσίαζε η «ισχυρά χειρ» που μπορούσε να βάλει τα πράγματα στη θέση τους. Άλλωστε ο θρόνος και η Ηνωμένη Αντιπολίτευση είχαν να εξοφλήσουν πολλά γραμμάτια.

11. Επίλογος

Με βάση τα όσα μέχρι τώρα αναφέρθηκαν, προκύπτει ότι μολονότι το Ελληνικό κράτος κατόρθωσε να συγκροτήσει στο διάστημα 10 Μαρτίου έως 21 Ιουνίου 1921 μια τεράστια στρατιωτική δύναμη 330.000 περίπου αξιωματικών και οπλιτών, η κυβέρνηση και η στρατιωτική ηγεσία δεν διέθεταν την απαιτούμενη ισχυρή βούληση, ώστε να διαχειριστούν την δύναμη αυτή κατά τρόπο που να εγγυάται την νίκη στον αγώνα που διεξαγόταν στην Μικρά Ασία. Ειδικότερα απέτυχαν:

Να επιβάλλουν την επικράτηση της δικαιοσύνης και της ηθικής στον φόρο αίματος που έπρεπε να καταβάλλουν οι αξιωματικοί και οι οπλίτες στον διεξαγόμενο αγώνα.

Να πατάξουν τις ολέθριες για το ηθικό και την πειθαρχία παρεμβάσεις του κομματικού πελατειακού κράτους στην διαχείριση της στρατιωτικής δύναμης.

Να εφαρμοστούν από όλες τις ανώτερες διοικήσεις του Στρατού, έστω και με την λήψη των πλέον σκληρών μέτρων, οι διαταγές που εξέδωσαν περί επανόδου όλων των προσκολλημένων στις Μονάδες τους και μεταφοράς στο Μέτωπο της Μικράς Ασίας όλων των οπλιτών των νεωτέρων κλάσεων.

Να ενισχύσουν με την αναγκαία και ικανή δύναμη αξιωματικών και οπλιτών την Στρατιά Μικράς Ασίας προκειμένου αυτή να κατισχύσει επί του Τουρκικού στρατού.

Να συμπληρώσουν την μάχιμη δύναμη αξιωματικών και οπλιτών της Στρατιάς Μικράς Ασίας στα προβλεπόμενα υπό των πινάκων συνθέσεως επίπεδα, με αποτέλεσμα αυτή να παρουσιάζει σοβαρές ελλείψεις, ειδικά στην δύναμη των αξιωματικών.

Ο Υποστράτηγος Ξενοφών Στρατηγός, Υπαρχηγός του Γενικού Επιτελείου την περίοδο Απρίλιου – Σεπτεμβρίου 1921 και απολογητής της μετανοεμβριανής κυβερνώσας παράταξης στο βιβλίο του «Η Ελλάδα στη Μικρά Ασία» προσπαθεί να διασκεδάσει τα πραγματικά γεγονότα και να καλύψει τα πεπραγμένα των «σκοτεινών κέντρων», που υπονόμευσαν την εκστρατεία και το ηθικό του μαχόμενου στην Μικρά Ασία Στρατού. Γράφει σχετικά με το υπόψη ζήτημα: 

«περισυνελέγησαν και απεστάλησαν εις Μ. Ασίαν χιλιάδες όλαι στρατιωτών, οίτινες, προστατευόμενοι παρ’ ισχυόντων, με διαφόρους προφάσεις ή και λόγω πραγματικών υπερεσιακών αναγκών, ευρίσκοντο απεσπασμένοι εις διάφορα γραφεία ή και εντελώς αδέσποτοι, δεν συνεμερίζοντο δε τα βάρη, τας κακουχίας, τας στερήσεις και τους κινδύνους των εν Μ. Ασία αδελφών των»[85]

Δυστυχώς τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν τον διαψεύδουν καταπληκτικά.


ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ


[1] Επιτελική Υπηρεσία Στρατού (ΕΥΣ) Δελτίο Δυνάμεως Ελληνικού Στρατού 1ης Μαρτίου 1921 (ΔΙΣ Φ.x)

[2] Κωνσταντίνος Πάλης Τηλεγράφημα Πάλη από Αθήνα προς διοικητή Στρατιάς (x Ιανουαρίου 1921, ΔΙΣ x) σ. x

[3] Στρατιά Μικράς Ασίας / Ι Επιτελικόν Γραφείον, Κατάστασις αριθμητική εμφαίνουσα την δύναμιν των παρόντων και τοποθετημένων αξιωματικών και οπλιτών κατά την 1ην Μαρτίου ε.ε ως και των κτηνών (x Μαρτίου 1921, ΔΙΣ Φ.x) σ. x

[4] Κωνσταντίνος Νερούτσος ΕΠΙΘΕΤΙΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 1920 – ΜΑΡΤΙΟΥ 1921 (ΔΙΣ, ΤΟΜΟΣ ΤΡΙΤΟΣ ΑΘΗΝΑΙ 1963, ΑΝΑΤΥΠΩΣΗ 2007), σ. x σχετικά με τη μάχιμη δύναμη της Στρατιάς

[5] Όπως ήδη αναφέραμε το Μάρτιο του 1921 η προβλεπόμενη δύναμη του Λόχου Πεζικού ανερχόταν σε 198 άνδρες εκ των οποίων οι 8 οπλοπολυβολητές και 8 προμηθευτές των οπλοπολυβόλων δεν έφεραν τυφέκιο.

[6] Ξενοφών Στρατηγός  Η ΕΛΛΑΔΑ ΣΤΗ ΜΙΚΡΑ ΑΣΙΑ (ΤΕΤΑΡΤΗ ΕΚΔΟΣΗ) σ. x

[7] Βίκτωρ Δούσμανης Η ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΟΨΙΣ ΤΗΣ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗΣ ΕΜΠΛΟΚΗΣ σ. x

[8] Εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ 7 Μαρτίου 1921

[9] Συνταγματάρχης Ξενοφών Δανέλης Η ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ ΕΙΣ ΤΗΝ ΜΙΚΡΑΝ ΑΣΙΑΝ – ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΙΟΥΝΙΟΥ – ΙΟΥΛΙΟΥ 1921 (ΔΙΣ ΤΟΜΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟΣ, ΑΘΗΝΑΙ 1964) σ.x

[10] ΕΥΣ Κατάστασις δυνάμεως 11 Απριλίου 1921 (ΔΙΣ Φ.x) σ. x

[11] Στρατιά Μ. Ασίας / Γραφείον Ι Περιληπτικόν σημείωμα των μέχρι σήμερον ενισχύσεων αφιχθεισών εις Μ. Ασίαν (x Μαρτίου 1921, ΔΙΣ Φ.x) σ. x «Οπλίται 3500 καταταγέντες εις έμπεδον ΙΙ Μεραρχίας»

[12] Στο ίδιο σ. 9

[13] Στρατιά Μ. Ασίας Ενισχύσεις Αναφορών Μονάδων Στρατιάς μέχρι 30-3-21 (ΔΙΣ Φ.x) σ. 12

[14] ΕΥΣ Κατάστασις δυνάμεως 11 Απριλίου 1921 σ. 23

[15] ΔΙΣ Φ.368/Β/4 σ. x

[16] Στο ίδιο σ. 4

[17] Δανέλης ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΙΟΥΝΙΟΥ – ΙΟΥΛΙΟΥ 1921  σ. x

[18] ΕΥΣ Κατάστασις δυνάμεως Ελληνικού Στρατού την 1η Ιουνίου 1921 (ΔΙΣ Φ.x) σ. x

[19] Εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ Η ΕΚΚΕΝΩΣΙΣ ΤΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ (ΑΘΗΝΑΙ x Απριλίου 1921) σ. x

[20] Δανέλης ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΙΟΥΝΙΟΥ – ΙΟΥΛΙΟΥ 1921  σ. x

[21] Στρατιά Μ. Ασίας Παρούσα δύναμις 19.5.21 (ΔΙΣ Φ. x) σ. x (πρόχειρο ανυπόγραφο σημείωμα)

[22] ΕΥΣ ΕΚΘΕΣΙΣ Επί της δυνάμεως της Στρατιάς Μικράς Ασίας και του έναντι αυτής Τουρκικού Στρατού (ημερομηνία υπογραφής Έκθεσις 25η Μαΐου 1921, ΔΙΣ Φ.x) σ. x «Εστρατολογήθησαν εν Μικρά Ασία εξ Ελλήνων το γένος κατά το αυτόν χρονικόν διάστημα, 19.503»

[23] Εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΑΝΥΠΟΤΑΚΤΩΝ ΚΑΙ ΛΙΠΟΤΑΚΤΩΝ (ΑΘΗΝΑΙ x 1921) σ. x

[24] Εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΔΙΑ ΤΗΝ ΕΙΡΗΝΗΝ (ΑΘΗΝΑΙ x 1921) σ. x

[25] Κλεάνθους Μπουλαλά Η Μικρασιατική Εκστρατεία 1919-1922 σ. x

[26] Δανέλης ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΙΟΥΝΙΟΥ – ΙΟΥΛΙΟΥ 1921, σ. x

[27] Στρατιά Μικράς Ασίας/ Επιτελικόν Γραφείον Ιον Κατάστασις Εμφαίνουσα την προβλεπομένην Δύναμιν της Στρατιάς (x 1921, ΔΙΣ Φ.x) σ. x

[28] Το Β΄ Σύνταγμα Πεδινού Πυροβολικού διέθετε μόνο μία Μοίρα Πεδινού Πυροβολικού έναντι των τριών προβλεπομένων.

[29] Δανέλης ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΙΟΥΝΙΟΥ – ΙΟΥΛΙΟΥ 1921  σ. x

[30] Η δύναμη αυτή  προέρχεται από την κατάσταση δυνάμεως της Στρατιάς της 1ης Μαρτίου 1921 που υπογράφηκε την 9η Μαρτίου. Θεωρώ ως πλέον έγκυρη αυτή έναντι της δυνάμεως του πίνακα 1 που έχει συνταχθεί με βάση αντίστοιχο πίνακα της ΕΥΣ.

[31] Στρατιά Μικράς Ασίας Κατάσταση αριθμητική εμφαίνουσα την δύναμιν των παρόντων και τοποθετημένων αξιωματικών και οπλιτών κατά την 1ην Μαρτίου ε.ε. ως και των κτηνών (ημερομηνία υπογραφής x 1921, ΔΙΣ Φ.x) σ. x

[32] Νερούτσος ΕΠΙΘΕΤΙΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 1920 – ΜΑΡΤΙΟΥ 1921  σ. x (Απώλειες Γ΄ Σώματος Στρατού: Νεκροί 55 αξιωματικοί και 503 οπλίτες. Αγνοούμενοι 7 αξιωματικοί και 503 οπλίτες. Απώλειες Α΄ Σώματος Στρατού: Νεκροί 8 αξιωματικοί και 157 οπλίτες. Τραυματίες 41 Αξιωματικοί και 546 οπλίτες. Αγνοούμενοι 8 οπλίτες)

[33] Στρατιά Μ. Ασίας / 24 Μαρτίου Επιτελείον Γραφείον Ιον Περιληπτικόν σημείωμα των μέχρι σήμερον ενισχύσεων αφιχθεισών εις Μ. Ασίαν (ΔΙΣ  Φ.x) σ. x

[34] Στο ίδιο Ενισχύσεις αναφορών Μονάδων Στρατιάς μέχρι 30-3-21 σ. x

[35] ΕΥΣ ΕΚΘΕΣΙΣ Επί της δυνάμεως της Στρατιάς Μικράς Ασίας και του έναντι αυτής Τουρκικού Στρατού (ημερομηνία υπογραφής Έκθεσις x 1921, ΔΙΣ Φ.x) σ. x, «Η ολική δύναμις εις οπλίτας ανήρχετο κατά την 1ην Μαΐου συμφώνως προς την τελευταίαν ληφθείσαν κατάστασιν εις 163.182 εξ ών παρόντες 141.617»

[36] Στρατιά Μικράς Ασίας / Επιτελικόν Γραφείον Ι Κατάστασις των αφιχθεισών ενισχύσεων εκ του Εσωτερικού από 1ης Μαρτίου ε.ε. μέχρι 28ης Μαΐου κ΄ του τρόπου διαθέσεως αυτών (υπογραφή κατάστασης x, ΔΙΣ Φ.x) σ. x

[37] Στρατιά Μικράς Ασίας / Ιον Επιτελικόν Γραφείον Κατάστασις αριθμητική εμφαίνουσα την δύναμιν της Στρατιάς κατά την 29ην Μαΐου 1921 (υπογραφή κατάστασης x, ΔΙΣ Φ.x) σ. x (η κατάσταση περιλαμβάνει μόνο την παρούσα και τη μάχιμη δύναμη της Στρατιάς και όχι την τοποθετημένη)

[38] Έναντι των προβλεπομένων 2.250 αξιωματικών έλειπαν 452 και έναντι των 88.650 οπλιτών έλειπαν 15.580.

[39] Κατάστασις των αφιχθεισών ενισχύσεων από 29 Μαΐου μέχρι 8 Ιουνίου συμπεριλαμβανομένων και της ΧΙΙ Μεραρχίας (ΔΙΣ Φ.x) σ. x

[40] Στο ίδιο σ. 27

[41] Δανέλης ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΙΟΥΝΙΟΥ – ΙΟΥΛΙΟΥ 1921  σ. x

[42] Στρατιά Μικράς Ασίας / Επιτελικόν Γραφείον Ι Κατάστασις των αφιχθεισών ενισχύσεων εκ του Εσωτερικού από 1ης Μαρτίου ε.ε. μέχρι 28ης Μαΐου κ΄ του τρόπου διαθέσεως αυτών σ 4. (Ξενόφωνοι πεζικού 2.100, αγύμναστοι πεζικού 1000, τους οποίους αφαιρεί από τη δύναμη των υπολειπόμενων προς διάθεση ενισχύσεων).

[43] Στρατιά Μικράς Ασίας / Επιτελικόν Γραφείον Ι Κατάστασις των αφιχθεισών ενισχύσεων εκ του Εσωτερικού από 1ης Μαρτίου ε.ε. μέχρι 28ης Μαΐου κ΄ του τρόπου διαθέσεως αυτών (υπογραφή κατάστασης x, ΔΙΣ Φ.x) σ. x

[44] Στο ίδιο. Η ΙΧ Μεραρχία την 1η Μαρτίου διέθετε δύναμη 5.474 οπλιτών και στη Μικρά Ασία έφθασε με δύναμη 8.085 οπλιτών.

[45] Κωνσταντίνος Πάλης Ενισχύσεις από 1ης Μαρτίου ε.ε. μέχρι 28ης Μαΐου ε.ε. (ΔΙΣ Φ.x) σ. x

[46] Επιτελική Υπηρεσία Στρατού Κατάστασις Δυνάμεως Ελληνικού Στρατού την 1η Ιουνίου 1921 (ΔΙΣ Φ.x) σ. x

[47] Στρατιά Μικράς Ασίας Κατάστασις αριθμητική εμφαίνουσα την δύναμιν της ανωτέρω Στρατιάς κατά την 29ην Μαΐου 1921 (υπογραφή κατάστασης x, ΔΙΣ Φ.x) σ. x

[48] Στρατιά Μικράς Ασίας Κατάστασις Εμφαίνουσα την προβλεπομένην Δύναμιν της Στρατιάς (x 1921, ΔΙΣ Φ.x) σ. x

[49] Η πλήρης αντιστοίχιση της δύναμης των απεσπασμένων με αυτής των προσκολλημένων ίσχυε μόνο στο επίπεδο της συνολικής δύναμης του Στρατού. Στο επίπεδο μίας Μονάδας ή μίας μεγάλης Μονάδας αυτό ίσχυε θεωρητικά. Ένα μέρος των απεσπασμένων της Ζώνης Εσωτερικού μπορεί να είχε αποσπαστεί π.χ. στο Ε΄ Σώμα Στρατού όπου οι προσκολλημένοι στο Σώμα ανέρχονται σε 3.997 οπλίτες. Ασφαλώς αυτοί δεν μπορεί να είχαν αποσπαστεί από την VIII Μεραρχία.

[50] Η αναφερόμενη εδώ τοποθετημένη δύναμη αξιωματικών και οπλιτών της 1ης Μαρτίου δεν περιλαμβάνει την αντίστοιχη δύναμη των αξιωματικών και οπλιτών των IV και ΙΧ Μεραρχιών που μεταφέρθηκαν στη Μικρά Ασία.

[51] Επιτελική Υπηρεσία Στρατού (ΕΥΣ) Δελτίο Δυνάμεως Ελληνικού Στρατού 1ης Μαρτίου 1921

[52] ΕΥΣ Κατάστασις δυνάμεως 11 Απριλίου 1921 (ΔΙΣ Φ.x) σ. x

[53] ΕΥΣ Κατάστασις Δυνάμεως 21η Μαΐου 1921 (ΔΙΣ Φ.x) σ. x

[54] ΕΥΣ Κατάστασις Δυνάμεως 1ης Ιουνίου 1921 (ΔΙΣ Φ.x) σ. x

[55] Κουραμπιέδες αποκαλούνταν ειρωνικά  οι στρατιώτες των  μετόπισθεν, οι φυγόμαχοι, οι δειλοί και γενικά αυτοί που χρησιμοποιώντας πλάγια μέσα παρέμεναν στα μετόπισθεν, ή σε μονάδες και υπηρεσίες των μεγάλων πόλεων  και απέφευγαν την συμμετοχή τους στην μάχη. Είναι ενδιαφέρον ότι τα υποκείμενα του υπόψη μειωτικού χαρακτηρισμού ουδέποτε διαμαρτυρήθηκαν ή αισθάνθηκαν άβολα

[56] Δανέλης ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΙΟΥΝΙΟΥ – ΙΟΥΛΙΟΥ 1921  σ. x

[57] Στρατιά Μικράς Ασίας / Ιον Επιτελικόν Γραφείον Κατάστασις αριθμητική εμφαίνουσα την δύναμιν της Στρατιάς κατά την 29ην Μαΐου 1921 (υπογραφή κατάστασης x, ΔΙΣ Φ.x) σ. x (η κατάσταση περιλαμβάνει μόνο την παρούσα και τη μάχιμη δύναμη της Στρατιάς και όχι την τοποθετημένη)

[58] Κατάστασις των αφιχθεισών ενισχύσεων από 29 Μαΐου μέχρι 8 Ιουνίου συμπεριλαμβανομένων και της ΧΙΙ Μεραρχίας (ΔΙΣ Φ.x) σ. x

[59] Στρατιά Μικράς Ασίας Κατάστασις αριθμητική εμφαίνουσα την δύναμιν της Στρατιάς κατά την 29ην Μαΐου 1921

[60] Κατάστασις των αφιχθεισών ενισχύσεων από 29 Μαΐου μέχρι 8 Ιουνίου συμπεριλαμβανομένων και της ΧΙΙ Μεραρχίας

[61] Στο ίδιο

[62] Δανέλης ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΙΟΥΝΙΟΥ – ΙΟΥΛΙΟΥ 1921 σ. x

[63] ΣΤΡΑΤΙΑ Μ. ΑΣΙΑΣ, ΕΠΙΤΕΛΕΙΟΝ Γραφείον Ιον ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΑΤΑΓΗ (Σμύρνη x 1921, ΔΙΣ Φ.x) σ. x, «Δύναμις Λόχου, Αντί 1 Επιλ. 13 Λοχ. 17 Δεκ. 167 στρατ. 198 σύνολον, τεθήτω 1 Επιλ. 13 Λοχ. 17 Δεκ. 185 στρατ. 216 σύνολον»

[64] Βλέπε άρθρο μας «Η εξέλιξη του Ελληνικού Στρατού στις αρχές του 20ου αιώνα: Από την ανυπαρξία σε εργαλείο εθνικής πολιτικής» – Πίνακας συνθέσεως Τάγματος Πεζικού

[65] Δούσμανης Η ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΟΨΙΣ ΤΗΣ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗΣ ΕΜΠΛΟΚΗΣ σ. x

[66] Επιτελική Υπηρεσία Στρατού (ΕΥΣ) ΕΚΘΕΣΙΣ επί της δυνάμεως της Στρατιάς Μικράς Ασίας και του έναντι αυτής Τουρκικού Στρατού (Αθήναι x 1921, ΔΙΣ Φ.x) σ. x

[67] Το Μάρτιο του 1921 η προβλεπόμενη δύναμη του Λόχου Πεζικού ανερχόταν σε 198 άνδρες. Με τις τροποποιήσεις των πινάκων συνθέσεως του Απριλίου η δύναμη των Λόχων αυξήθηκε στους 216 άνδρες, ενώ μειώθηκε η δύναμη των Λόχων πολυβόλων από 184 άνδρες σε 178 και του επιτελείου του Τάγματος από 37 άνδρες σε 29. Κατόπιν τούτων η προβλεπόμενη δύναμη των Ταγμάτων το Μάρτιο του 1921 ανερχόταν σε 906 περίπου άνδρες και τον Απρίλιο σε 946. Η προβλεπόμενη δύναμη των Μεραρχιών το Μάρτιο του 1921 ανερχόταν σε 13.000 οπλίτες περίπου.

[68] Δανέλης Η ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ ΕΙΣ ΤΗΝ ΜΙΚΡΑΝ ΑΣΙΑΝ – ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΙΟΥΝΙΟΥ – ΙΟΥΛΙΟΥ 1921  σ. x

[69] Στρατηγείο (Στρατιάς) Κατάστασις μαχίμου δυνάμεως Στρατιάς 1ης Ιουλίου 1921 (x 1922 (ΔΙΣ Φ.x) σ. x (από την ημερομηνία υπογραφής προκύπτει ότι η κατάσταση συντάχθηκε μετά από ένα χρόνο από την εκτέλεση των θερινών επιχειρήσεων.

[70] Δανέλης Η ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ ΕΙΣ ΤΗΝ ΜΙΚΡΑΝ ΑΣΙΑΝ – ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΙΟΥΝΙΟΥ – ΙΟΥΛΙΟΥ 1921  σ. x

[71] Δανέλης Η ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ ΕΙΣ ΤΗΝ ΜΙΚΡΑΝ ΑΣΙΑΝ – ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΙΟΥΝΙΟΥ – ΙΟΥΛΙΟΥ 1921  σ. x

[72] Στρατιά Μικράς Ασίας Κατάστασις αριθμητική εμφαίνουσα την δύναμιν της Στρατιάς κατά την 29ην Μαΐου 1921 (υπογραφή κατάστασης x, ΔΙΣ Φ.x) σ. x

[73] Αντισυνταγματάρχης Κωνσταντίνος Νερούτσος Η ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ ΕΙΣ ΤΗΝ ΜΙΚΡΑΝ ΑΣΙΑ – ΤΑ ΠΡΟ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΚΗΣ ΕΠΙΘΕΣΕΩΣ ΓΕΓΟΝΟΤΑ (ΔΙΣ ΤΟΜΟΣ ΕΚΤΟΣ, ΑΘΗΝΑΙ 1960, ΑΝΑΤΥΠΩΣΗ 1983)  σ. x

[74] Εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ ΚΟΥΡΑΜΠΙΕΔΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΑΝΥΠΟΤΑΞΙΑ – ΠΩΣ ΕΚΤΕΛΟΥΝΤΑΙ ΑΙ ΔΙΑΤΑΓΑΙ (ΑΘΗΝΑΙ x 1921) σ. x

[75] Εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ ΜΟΝΟΝ 500; (ΑΘΗΝΑΙ x 1921) σ. x

[76] Εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ ΑΙ ΑΠΟΣΠΑΣΕΙΣ ΕΙΣ ΑΘΗΝΑΣ (ΑΘΗΝΑΙ x 1921) σ. x

[77] Εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΔΙΑ ΤΗΝ ΕΙΡΗΝΗΝ – ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΙ ΜΗ ΥΠΑΚΟΥΟΝΤΕΣ ΕΙΣ ΔΙΑΤΑΓΑ (ΑΘΗΝΑΙ x 1921) σ. x

[78] Στρατιά Μ. Ασίας / Επιτελείον Γραφείον Ι Κατάστασις Μαχίμου δυνάμεως 21ης Αυγούστου 1921 (ΔΙΣ Φ.x) σ. x

[79] Δούσμανης Η ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΟΨΙΣ ΤΗΣ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗΣ ΕΜΠΛΟΚΗΣ σ. x (Ο Εξαδάκτυλος ήταν ο Υπαρχηγός της ΕΥΣ)

[80] Εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ ΟΛΟΙ ΕΙΣ ΤΟ ΜΕΤΩΠΟΝ (ΑΘΗΝΑΙ x 1921) σ. x

[81] Εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ Ο ΦΟΡΟΣ ΤΟΥ ΑΙΜΑΤΟΣ (ΑΘΗΝΑΙ x 1921) σ. x

[82] Εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ Ο ΚΟΥΡΑΜΠΙΕΔΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΧΩΡΟΦΥΛΑΚΩΝ.  (ΑΘΗΝΑΙ x 1921) σ. x

[83] Στο ίδιο σ. x

[84] Εφημερία ΕΜΠΡΟΣ ΟΛΟΙ ΕΙΣ ΤΟ ΜΕΤΩΠΟΝ – Ο ΚΟΥΡΑΜΠΙΕΔΙΣΜΟΣ ΟΡΓΙΑΖΕΙ (ΑΘΗΝΑΙ x 1921) σ. 2

[85]  Στρατηγός  Η ΕΛΛΑΔΑ ΣΤΗ ΜΙΚΡΑ ΑΣΙΑ (ΤΕΤΑΡΤΗ ΕΚΔΟΣΗ) σ. x

16 Responses to Η Ενίσχυση της Στρατιάς Μικράς Ασίας σε Αξιωματικούς και Οπλίτες από το Μάρτιο μέχρι την 21η Ιουνίου 1921 για την εκτέλεση των επιχειρήσεων κατάληψης του Εσκή Σεχήρ, της Κιουτάχειας και του Αφιόν Καραχισάρ

  1. Οι αναγνώστες παρακαλούνται προκαταβολικά να μην σχολιάσουν στην παρούσα ανάρτηση γενικότερα ζητήματα που σχετίζονται με τις επιχειρήσεις του Ιουλίου, εκτός του ειδικού θέματος της παρούσας ανάρτησης.

  2. Εξαιρετική ανάρτηση. Υπάρχουν κάποιο δαίμονες του τυπογραφείου, αλλά δε αποφεύγονται σε τέτοια ανάλυση. Παρόλα αυτά θέλω να εστιάσω σε μερικά σημεία

    1) Ο Γούναρης σαν Υπουργός Στρατιωτικών ήταν εγκληματικός. Αλλά, με βάση τα στοιχεία στους πίνακες, ήδη από την περίοδο Βενιζέλου το 45% του Στρατού ήταν εκτός Μικράς Ασίας. Tον Μάρτιο είναι το 40%, τον Ιούνιο είναι το 42%. Δηλαδή η υπερβολική τοποθέτηση μονάδων στην Ευρώπη είναι κάτι το οποίο μοιράζονται οι δυο πολίτικες διοικήσεις την περίοδο 1920-1921.

    2) Στις μελέτες μου για το βιβλίο για την περίοδο Νοέμβριο 1920-Απριλιο 1921 μου έκανε εντύπωση που και ο Γουβέλης, ένας κατά τα αλλά οξυδερκείς αξιωματικός με το πιθανόν καλύτερο σχέδιο υψηλής στρατηγικής την περίοδο 1920-1921, θεωρούσε ότι από τους 70.000 άνδρες που θα αποφέρε η άμεση επιστράτευση που ζητούσε (και που του κόστισε την θέση του ως Αρχηγού ΕΥΣ) οι 20.000 θα έπρεπε να σταλούν στην Ήπειρο και Θράκη (Ροδάς σ. 380). Όταν στις 26/3/1921 ο Θεοτόκης ρώταγε τον Γουβέλη αν μπορούσε να σταλεί η επιστρατευμένη δύναμη εφέδρων (45.000) όλη στην Μικρά Ασία, ο Γουβέλης απάντησε ότι έπρεπε να ενισχυθεί η Στρατιά Θράκης και οι δυνάμεις στην Ήπειρο, με τουλάχιστον 8.000 από τους 45.000 διαθέσιμους εφέδρους να πρέπει να σταλούν Θράκη και Ήπειρο αντί για Μικρά Ασία (Ροδάς σ. 388-391).
    Το γεγονός ότι ο Γουβέλης, και οι Βενιζελικοί δώσαν τόσο βάρος στην εκτός Μικράς Ασίας στρατιωτική δύναμη τείνει να δείχνει ένα βαθύτερο θέμα πέρα από την οποιοδήποτε προσωποπαγή πελατειακή πολιτική του Γούναρη. Στο θέμα Θράκης είχες την μεν Βουλγαροφοβία του Βενιζέλου (στα κείμενα του της περιόδου, η Βουλγαρία πράγματι θεωρείται σαν πιο σοβαρό θέμα από την Τουρκία), και τον στόχο της Πόλης των ΜεταΝοεμβριίανων. Το ΣΚΡΙΠ άρχισε τα κελεύσματα για την Πόλη το 1920. Στην Ήπειρο θεωρώ ότι η τοποθέτηση μονάδων επι Βενιζελικοί ήταν στα πλαίσια μια πιθανής κατάληψης στην Βορείου Ηπείρου, επι Κωνστναντίνικων ίσως φόβου πολέμου με Ιταλία.

    Αυτό που θέλω να πω είναι ότι δεν έχεις τρομακτικές διάφορες μεταξύ Οκτωβρίου 1920 και Ιουνίου 1921 στην τοποθέτηση μονάδων (πάνω κάτω 60% στην Μικρά Ασία, 40% εκτός) , και όταν έχεις αξιωματικούς σαν τον Γουβέλη που κατανοούσαν το διακύβευα στην Μικρά Ασία και τίναξαν την καριέρα τους στον αέρα για τον θέμα της επιστράτευσης, να λένε ότι πρέπει να ενισχυθεί η Θράκη και Ήπειρος, κάτι περισσότερο συμβαίνει πέρα από απλά πελατειακές πολίτικες του Γούναρη (οι οποίες όμως έπαιξαν μεγάλο ρολό)

  3. Χτύπησε και μένα ο δαίμων, και εκείνο το 45% τον Οκτώβρη του 1920 είναι λάθος. Όμως αν βάλουμε τους αριθμούς κάτω

    Συνολική Δύναμη ΕΣ (ποσοστό τοποθετημένο στην Μικρά Ασία)
    Οκτώβριος 1920: 230,673 (58%)
    Μάρτιος 1921: 204,668 (59%)
    Ιούνιος 1921 : 318,289 (59%)

    Δηλαδή μια σταθερή αναλογία 60/40 μεταξύ Μικράς Ασίας/Ευρώπης ανεξάρτητος κυβερνήσεων (και θα ήταν ενδιαφέρον να μπορούσαμε να είχαμε και την κατάσταση τον Αύγουστο του 1920, δηλαδή μετρά το πέρας τον επιχειρήσεων για την απελευθέρωση της Θράκης) Αυτό που ξέρουμε από τις έτοιμες πήγες είναι ότι η δυνάμεις σε Μικρά Ασία ανέχονταν διαδοχικά σε

    Τέλη 1919: 54340
    Ιανουάριο 1920: 59438
    Απρίλιο 1920: 94347
    Ιούνιο 1920: 92297

    Θα ήταν ενδιαφέρον να τις συγκρίνουμε με την πλήρη δύναμη του ΕΣ την περίοδο, αλλά πάω στοίχημα από τον Απρίλιο του 1920 η αναλογία 60/40 είχε ήδη γίνει ανεπίσημος θεσμός. Με άλλο όνομα ένα κομμάτι του προβλήματος το κληρονόμησε ο Γούναρης από τον Βενιζέλο.

  4. Αρματιστής says:

    Αγαπητέ Κωνσταντίνε

    Πράγματι ο Γουβέλης όσον αφορά το ζήτημα της Στρατιωτικής στρατηγικής είχε μία καλή ιδέα. Επιστράτευση από της προχθές, ταχεία ενίσχυση της Στρατιάς και στις αρχές Μαρτίου έναρξη επιχειρήσεων.

    Όσον αφορά όμως το ζήτημα του επιχειρησιακού σχεδιασμού είχε μία κακή ιδέα που λόγω των πιέσεων που άσκησε στον Πάλη αυτή υιοθετήθηκε από τη Στρατιά και προκάλεσε την τροποποίηση του αρχικού σχεδίου της σύγκλισης της επίθεσης του Α΄ Σ.Σ. προς Τζεντίζ – Κιουτάχεια προς υποβοήθηση της κυρίας επιθετικής προσπάθειας του Γ΄ Σώματος προς το Εσκή Σεχήρ. Ο Γουβέλης ήταν ο υποφήτης (όπως αποκαλεί τον εαυτό του) της διάσπασης της επιθετικής ενέργειας ενέργειας της Στρατιάς προς το Εσκή Σεχήρ και το Αφιόν Καραχισάρ, που αποτέλεσε την κατ’ εμέ κύρια αιτία της αποτυχίας των εαρινών επιχειρήσεων.

    Όσον αφορά τώρα την κατανομή των δυνάμεων. Άλλο πράγμα ο Οκτώβριος 1920, άλλο ο Μάρτιος 1921 και άλλο η προετοιμασία των θερινών επιχειρήσεων του 1921. Και τούτο επειδή η κατάσταση μεταξύ Οκτωβρίου 1920 και Ιουνίου 1921 είχε μεταβληθεί ριζικά. Τον Οκτώβριο του 1921 δεν υπήρχε ουσιαστικά Τουρκικός Στρατός, αλλά παρά ταύτα ο Βενιζέλος μετέφερε τον Σεπτέμβριο στη Μικρά Ασία το Β΄ Σώμα Στρατού, την ΙΙΙ Μεραρχία και τη Μεραρχία Κρήτης, προετοιμάζοντας την επιχείρηση για την κατάληψη της γραμμής της Βαγδάτης.

    Τον Δεκέμβριο οι Τούρκοι παρουσίασαν εκ των ενόντων μία μικρού μεγέθους αλλά καλά συγκροτημένη στρατιωτική δύναμη που επέδειξε σπουδαίο μαχητικό φρόνημα. Τον Μάρτιο παρουσίασαν μία αρκετά ισχυρή στρατιωτική δύναμη που κατόρθωσε το ακατόρθωτο αφού εμείς τα κάναμε μαντάρα και όσον αφορά το σχέδιο, αλλά και όσον αφορά το μέγεθος της δύναμης που αναπτύξαμε έναντι του Τουρκικού στρατού και ειδικά το μέγεθος της μάχιμης δύναμη που θα έπρεπε να κάνει τη δύσκολη δουλειά.

    Εννοείται ότι μετά τον Μάρτιο τα πράγματα είχαν εκτραπεί και αν θέλαμε να νικήσουμε έπρεπε να κατευθύνουμε στη Μικρά Ασία ό,τι είχαμε και δεν είχαμε.

    Μπορεί ο Γουβέλης να δήλωσε στον Πρωθυπουργό ότι έπρεπε να ενισχυθεί το Ε΄ Σ.Σ. δια 8.000 ανδρών αλλά αυτό ο καθένας μπορεί να το διαβάσει κατά τον τρόπο του. Αν ενίσχυαν την VIII Μεραρχία με δύο Συντάγματα Πεζικού με συνολική δύναμη 5.000 ανδρών θα αντιλαμβανόμουνα ότι υπήρχε κάποια απειλή, σε κάθε περίπτωση όχι σοβαρή από ένα κράτος που δεν διέθετε στρατιωτικές δυνάμεις και ενισχύσαμε την VIII Μεραρχία των δύο Συνταγμάτων (10ο και 24ο). Αυτοί όμως οργάνωσαν ένα Σώμα Στρατού που το φόρτωσαν με Μ.Μ.Μ. 8.000 ανδρών προσκολλημένων και απεσπασμένων. Αυτά δεν είναι σοβαρά.

    Αλλά υπάρχει και ο Δούσμανης που λέει στην κυβέρνηση διαλύστε όλους αυτούς τους στρατιωτικούς σχηματισμούς (Στρατιά, Σώμα Στρατού, Μ.Μ.Μ., Έμπεδα και υπηρεσίες) και στείλτε τον κόσμο στη Μ. Ασία. Δημιουργείστε στη Θράκη στρατιωτικές δυνάμεις αστυνομικού χαρακτήρα.

    Το τι κάναμε εμείς τη στρατιωτική δύναμη των 318.000 ανδρών που μαζέψαμε μας το λέει σαφέστατα η υποενότητα «Η ανήθικη διαχείριση της επιστρατευθείσας δύναμης». Οι 18.000 του Εσωτερικού έγιναν 51.000, του Ε΄ Σ.Σ. 19.000 και της ΣΘ 60.000.

    Τελικά το ζήτημα δεν είναι ποσοστών, αλλά διαχείρισης.

  5. Γιάννης Γ. says:

    Πάντως δημοσιεύματα εκείνης της περιόδου μιλάνε για βουλγαροκεμαλική συμφωνία στρατιωτικής συνεργασίας και σχέδιο αντιπερισπασμού στις ελληνικές επιχειρήσεις από ομάδες συγκροτημένες από το οπλισμένο ακόμα τότε οθωμανικό στοιχείο της Θράκης και Βούλγαρων κομιτατζήδων. Πράγματι ο τουρκικός στρατός την άνοιξη του 21 δεν είναι εκείνος που ήταν τον Σεπτέμβριο του 20 αλλά ίσως πρέπει να ληφθούν υπόψιν και δύο ακόμα παράγοντες. Αφενός ο ελληνικός στρατός ετοιμάζεται να εκστρατεύσει μέχρι την Άγκυρα και αν υπάρξει απειλή σε Μακεδονία και Θράκη οι δυνάμεις που θα βρίσκονται στα βάθη της Μικράς Ασίας δεν προλαβαίνουν να μεταφερθούν και να ενισχύσουν τη Στρατιά Θράκης, άρα πρέπει να είναι επαρκείς οι υφιστάμενες δυνάμεις να αντιμετωπίσουν μόνες τους το όποιο ενδεχόμενο και αφετέρου είναι αμφίβολο, λόγω της αλλαγής του καθεστώτος, αν θα υπάρξει η διπλωματική υποστήριξη που θα χαλιναγωγήσει τη Βουλγαρία.

    Ένα από τα ερωτήματά μου είναι, εάν στη Θράκη ειναι παρόντες περί τους 50.000 οπλίτες, πώς γίνεται όταν αναλαμβάνει ο Χατζανέστης τη Στρατιά Θράκης να βρίσκεί μόνο 13.000 τυφέκια;

  6. Αρματιστής says:

    προς Γιάννη Γ.

    Οι εκάστοτε ανώτατοι διοικητές έχουν την τάση να μεγεθύνουν τις απειλές και τις ανάγκες. Αλλά για να μη μακρηγορούμε σημασία έχει το τι λέει ο αρχηγός της ΕΥΣ που ζητεί από την κυβέρνηση να κλείσει τη Στρατιά Θράκης. Ασφαλώς στη Θράκη επιχειρούσαν συμμορίες κομιτατζήδων. Αλλά αυτό δεν σήμαινε ότι η Βουλγαρία θα άρχιζε και πόλεμο. Η Βουλγαρία βγήκε κατεστραμμένη από τη συμμετοχή της στον 1ο Π.Π. και πρόσφατα είχε υπογράψει συνθήκη ειρήνης με την ΑΝΤΑΝΤ. Και ως γνωστό σε ουδεμία προετοιμασία προέβη που να δείχνει ότι σκεφτόταν τον πόλεμο. Επομένως στα Ελληνοβουλγαρικά σύνορα στη Θράκη μπορούσαν να βρίσκονται μικρές δυνάμεις προκαλύψεως. Όμως βρισκόταν η VI Μεραρχία με 4 Συντάγματα και κάλυπτε τα σημερινά Ελληνοβουλγαρικά σύνορα στη Θράκη. Αυτό αποτελούσε σπατάλη δυνάμεων. Η ΧΙΙ το 1921 κάλυπτε τα σύνορα με τη Βουλγαρία στην Αν Θράκη.

    Πάμε τώρα στο 1922. Το Δ΄ Σ.Σ. όπως μετονομάστηκε η Σ.Θ. διαθέτει 27 Τάγματα Πεζικού και 11 Πυροβολαρχίες για να κυνηγάει συμμορίτες. Η ΔΙΣ αναφέρει ότι το Δ΄ Σ.Σ. διέθετε παρούσα δύναμη 29.435 ανδρών και 13.000 τυφέκια. Παρούσα δύναμη 29.435 ανδρών σε ένα Σώμα Στρατού δύο Μεραρχιών δεν τη λες και μικρή δύναμη. Πολύ μεγάλη. Όσον αφορά τα 13.000 τυφέκια ασφαλώς και δεν γνωρίζουμε τι λαλεί ο συγγραφέας της ΔΙΣ. Στο ήδη αναρτημένο κείμενο έδειξα ότι ο κάθε ένας τα «τυφέκια» τα εννοούσε διαφορετικά. Ο Δούσμανης μέτραγε ως τυφέκια αυτά των Λόχων Πεζικού. Το επιτελείο της ΣΜΑ αντικαθιστούσε το «οπλίται» που σήμαινε τη δύναμη των Ταγμάτων και των Λόχων των επιτελείων των Συνταγμάτων μίας μεγάλης Μονάδας, στη συγκεκριμένη περίπτωση του Δ΄ Σ.Σ., με τη λέξη «τυφέκια».

    Επομένως αν ο συγγραφέας αναφέρεται στα τυφέκια των Λόχων προκύπτει ότι οι 81 Λόχοι του Δ΄ Σ.Σ. διέθεταν κατά μ.ο. δύναμη 160 τυφεκίων. Προστιθέμενων και 8 οπλοπολυβολητών και 8 προμηθευτών οπλοπολυβόλων κατά Λόχο που δεν έφεραν τυφέκιο η δύναμη των Λόχων ανερχόταν κατά μ.ο. σε 176 άνδρες. Πράγμα μάλλον αδύνατο δεδομένου ότι την ίδια περίοδο οι Λόχοι της ΣΜΑ διέθεταν 140 περίπου άνδρες (βλ δύναμη 5/42 ΣΕ). Το πιθανότερο τα 13.000 τυφέκια αναφέρονται στη δύναμη των 27 Ταγμάτων του Δ΄ Σ.Σ., πράγμα που οδηγεί σε δύναμη Ταγμάτων κατά μ.ο. 470-480 ανδρών. 200 λιγότεροι από τα Τάγματα της ΣΜΑ. Όχι και άσχημα.

    Το ερώτημα όμως που προκύπτει είναι ποιο ήταν το έργο των υπολοίπων 16.000 ανδρών της παρούσας δύναμης του Δ΄ Σ.Σ.;;;

  7. Ilias says:

    Θα ήθελα να προσθέσω τα παρακάτω. Ένας από τους πολλούς συντελεστές της μαχητική ισχύος είναι η στελέχωση ενός στρατού. Επειδή δεν γνωρίζω τον αριθμό μονίμων υπαξιωματικων του ΕΣ την περίοδο (ούτως ή άλλως ήταν λίγοι) θα υπολογίζω μόνο τους αξιωματικούς. Έχουμε λοιπόν την ακόλουθη αναλογία αξκων, οπλιτών:ΣΜΑ 1:32, Στρατιά θρακης 1:32, ΕΣΣ 1:38, εσωτερικό 1:20!!! Η αναλογία στους λοχους πεζικου σύμφωνα με την προβλεπόμενη δύναμη ήταν 1:42! ΗΘράκη έχει 0την ίδια αναλογία με την ΣΜΑ αφού εκεί υπάρχουν μαχιμες μονάδες οι οποίες μπορούν να συμπληρωθούν και να μετάσχουν σε επιχειρησεις (άρα επικίνδυνες να μεταφερθούν στη Μ. Α. Το ΕΣΣ έχει μεν αναλογία μεγαλυτερη από ΣΜΑ και Θράκη πλην όμως η VIII έχει περίπου τον ίδιο αριθμό αξιωματικών με τις μεραρχιες της ΣΜΑπου σημαίνει ότι το επιτελείο του ΕΣΣ ήταν πολύτελως επανδρωμένο αναλισκομενο προφανώς σε μελέτες αντιμετώπισης του τρομερού βαλκανικό στρατού. Οι δε μονάδες εσωτερικού μια αναλογία 1:20 την οποία ο ΕΣ την πλησίασε ξανά την δεκαετία του 90 ύστερα από τις μεγάλες μει ωσεις της θητειας των οπλιτών. Αυτό το στοιχείο δείχνει την σαπίλα του συστήματος. Οι επανελθοντες αποτακτοι θεωρούσαν ότι οι δάφνες που είχαν από τον αντιβενιζελικο τους αγώνα ήταν αρκετές και η κυβέρνηση συνηγόρουσε προφανώς σε αυτό. Επίσης για την χώροφυλακη θα ήθελα να πω τα εξής. Το σώμα ήταν πάντα δίπλα στον στρατό σε όλους τους αγώνες. Το ίδιο έπραξε και στο ελληνικό Βιετνάμ δηλαδή την Μ. Α. Εκεί έδρασε το σύνταγμα χώροφυλακης, τα στρατόνομικα αποσπάσματα των σχηματισμών. Κυρίως όμως επανδρωνε μεταβατικα αποσπάσματα και στατικές υπηρεσίες ολιγαριθμες και εν μέσω εχθρικού πληθυσμού και τσετων. Μακρυά από την ασφάλεια που προσφέρει η ένταξη σε μια στρατιωτική μονάδα τα τμήματα της χώροφυλακης είχαν περίπου 2000 νεκρούς και αγνοούμενους στην ΜΑ. Άρα και εδώ ο επίσημος κουραμπεδιασμος δεν είχε να κάνει με το σώμα της χώροφυλακης αλλά με το ότι η κυβέρνηση αντί να πιάσει τους νέους χώροφυλακες και να τους τοποθετήσει στην υποδιοικηση χώροφυλακης Τσεντιζ τους αφηνε στη διοίκηση χώροφυλακης Αθηνών. Είμαι σίγουρος ότι τότε θα προτιμούσαν την κατάταξη στα συνταγματα. Σημειωνω ότι μεγάλος αριθμός των νεκρών της χώροφυλακης καταγόταν από την Κρήτη Που σημαίνει ότι η κυβέρνηση τους ηξερε που κινδύνευαν οι χωροφυλακες αλλά επεφυλλασε την αντιμετώπιση αυτή στους πολιτικά αλλοτριους, ουδέτερους ή καταγόμενους από φτωχές αγροτικές οικογένειες..

  8. Ανώνυμος says:

    Προκύπτει λοιπόν πάλι το ερώτημα, όπως και στο πρώτο μέρος: Τί ακριβώς έπραξαν οι Μικρασιάτες? Η Παλαιά Ελλσδα έδινε 200.000 και πλέον στρατιώτες, μετά τόσα έτη πολέμου από το 1912. Οι Μικρασιάτες, για τους οποίους εγίνετο η φοβερά εκστρατεία, 5-10.000? Και που ακριβώς πολέμησαν αυτοί?

  9. Αρματιστής says:

    @ Ανώνυμος
    Έχεις να συνεισφέρεις κάτι συγκεκριμένο; Αν όχι προς τι η παρέμβαση;

  10. Οι Μικρασιάτες στις περιοχές που έλεγχε ο ελληνικός στρατός δώσανε απο πιθανον 66000-80000 αρρένων σε στρατεύσιμη ηλικία, 13000-16000 οπλίτες, δηλαδη 16% που είναι υψήλο πόσοστο. Οι Χ,ΧΙ,V μεραρχίες ήταν εν μέρει στελεχωμένες από αυτούς, όπως και αρκετές δυνάμεις εσωτερικής ασφάλειας. Και όχι μόνο αυτό, αλλά εκτελέστηκαν σαν προδότες από το Τουρκικό κράτος καθότι πολέμησαν για την Ελλάδα όντες Οθωμανοί πολίτες. Πέρα από εκεί τι παραπάνω να κάνει ένας πληθυσμός αποδεκατισμένος από προσφυγιά και εξορία?

  11. Κ/Δ ΚΒ says:

    @ Κωνσταντίνος Τραυλός
    Από που προκύπτουν κύριε καθηγητά τα νούμερα των 66.000-80.000; Οι ελληνικοί πληθυσμοί στην ελληνική ζώνη στην Μικρά Ασία κατά το 1922 σε πόσους χιλιάδες ανερχόντουσαν; Νομίζω η δυνατότητα στράτευσης αφορούσε κάπου 20-25 κλάσεις ως ανώτατο όριο την εποχή εκείνη.

  12. Ανώνυμος says:

    Αγαπητέ Αρματιστη, νομίζω ότι είνσι ηλίου φαεινότερον τι ακριβώς εννοώ. Γιατί το πολύ εμπεριστατωμένο άρθρο σου ασχολείται -μονόπαντα – με την κατάσταση στη Παλαιά Ελλάδα και τα εκεί κακώς κείμενα – ουδεμία αντίρρησις σε όσα γράφεις, άκρως θλιβερό για το Εθνος να το κυβερνά ένας ανίκανος τύπου Γούναρης- αλλά ποεί την νήσσαν στο άκρως ακανθώδες ζήτημα της ουσιαστικώς ανυπάρκτου – πλην εξαιρέσεων- στρατεύσεως των.Μικρασιατών, μάλλον μαζικής μη στρατεύσεως, αυτός και αν είναι κουραμπιεδισμός…

  13. Είναι οι εκτιμήσεις μου στην βάση των παρακάτω. Επαναλαμβάνω εκτιμήσεις για αυτό λέω πιθανόν.

    Είναι οι εκτιμήσεις μου στην βάση των παρακάτω. Επαναλαμβάνω εκτιμήσεις για αυτό λέω πιθανόν. Εξηγώ την λογική μου εδώ. Να είμαι ξεκάθαρος δεν είμαι ειδικός στην δημογραφία.

    http://ktravlospolisci.blogspot.com/2021/07/asia-minor-greek-estiamted-manpower.html

  14. Elmander says:

    @Κ/Δ ΚΒ Τόσοι βγαίνουν, πόσοι 20αρηδες Ελληνες κατοικούσαν στην ζώνη της σμύρνης εκείνη την εποχή? Γενική επιστράτευση δεν διατάχτηκε, οπότε είναι εσφαλμένο να υπολογίζεται αρρένες σε διαφορετική ηλικία από τις αντίστοιχες κλάσεις που είχαν επιστρατευθεί στην Ελλάδα.

  15. Ανώνυμος says:

    Θέλω να αναζητήσω το στρατιωτικό ιστορικό συγγενικού προσώπου που πολέμησε, ως υπαξιωματικός νομίζω, στην Μικρά Ασία. Γνωρίζει κάποιος αν υπάρχει διαθέσιμη σε ηλεκτρονική πλατφόρμα ή η φυσική δυνατότητα για τέτοιο αίτημα; Στο gov.gr περί στρατολογίας, δεν βρήκα κάτι αντίστοιχο ούτε μία φόρμα για σχετική ερώτηση.

  16. armatistis says:

    Ανώνυμος / 20 Ιανουαρίου 2023 / 06:06
    Πρέπει να απευθυνθείτε στην Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού (ΔΙΣ) του ΓΕΣ για πληροφορίες.

Σχολιάστε