Κάποιος για τα Δύσκολα

Την Πέμπτη, 25 Μαΐου, η απερχόμενη κυβέρνηση του πρώην Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη παρέδωσε την εξουσία, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο Σύνταγμα, σε υπηρεσιακή κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Πρόεδρο του Ελεγκτικού Συνεδρίου κ. Ιωάννη Σαρμά. Η υπηρεσιακή κυβέρνηση θα παραδώσει με τη σειρά της την εξουσία στην κυβέρνηση που θα προκύψει από τις επαναληπτικές εκλογές της 25ης Ιουνίου. Εν τω μεταξύ, στις 28 Μαΐου διεξήχθησαν στην Τουρκία επαναληπτικές εκλογές, οι οποίες οδήγησαν στην επανεκλογή του Ρετσέπ Ερντογάν στην ηγεσία του τουρκικού κράτους. Τα ανωτέρω σημαίνουν ότι κατά τον Ιούνιο του 2023, στην Ελλάδα θα υφίσταται μία -εκ της φύσεώς της- αδύναμη κυβέρνηση, ενώ ταυτόχρονα στην Τουρκία θα έχει λήξει η προεκλογική περίοδος και ο Ρετσέπ Ερντογάν θα έχει εδραιωθεί σταθερά στην εξουσία.

Η ιστορική εμπειρία δείχνει ότι οι τουρκικές ηγεσίες έχουν κατά σύστημα επιχειρήσει να εκμεταλλευτούν περιόδους αδύναμης διακυβέρνησης της Ελλάδος για να προωθήσουν τις επεκτατικές τους προθέσεις έναντι της χώρας μας. Επιπλέον, η δεινή θέση στην οποία έχει σταδιακά περιέλθει η τουρκική οικονομία, και παρ’ όλο που οι Έλληνες παρατηρητές παγίως υπερβάλλουν σχετικά με την οξύτητά των δυσκολιών της, αποτελεί έναν επιπλέον -αν και δευτερεύοντα- ρόλο για τον οποίον ο τούρκος κυβερνήτης ενδέχεται να θεωρήσει δελεαστική την προοπτική να προβεί σε κάποιου είδους -προσεκτικά ενορχηστρωμένης- επιθετική κίνηση κατά της Ελλάδος κατά τον Ιούνιο.

Το γεγονός ότι η Ελληνική Κυβέρνηση θα είναι υπηρεσιακή κατά το κρίσιμο διάστημα αποτελεί μία σημαντική αδυναμία. Όσο ικανός και να είναι ο υπηρεσιακός Πρωθυπουργός κ. Σαρμάς -και οι πληροφορίες αυτών που τον έχουν γνωρίσει υπηρεσιακά αναφέρουν ότι είναι σοβαρός και ικανότατος άνθρωπος, το γεγονός ότι δεν έχει διέλθει από την μακρά ζύμωση της πολιτικής κονίστρας αποτελεί μία αντικειμενική αδυναμία -κι αυτό δεν αποτελεί κατ’ ουδένα τρόπο ψόγο για το πρόσωπό του. Υπό τέτοιες συνθήκες, οι ασκούντες πολιτική εξουσία τείνουν, ευλόγως, να στηρίζονται περισσότερο από το σύνηθες στις εισηγήσεις και τις ικανότητες των υπηρεσιακών τους υφισταμένων.

Εδώ, ακριβώς, έγκειται η κρίσιμη αξία της παρουσίας του Στρατηγού Κωνσταντίνου Φλώρου στη θέση του Αρχηγού του ΓΕΕΘΑ.

Ανάγνωση του υπολοίπου άρθρου

Παρεξηγήσεις γύρω από την Πολεμική Βιομηχανία σε Ελλάδα και Τουρκία: Σύντομο Σχόλιο

Πρόσφατες εξελίξεις γύρω από την Ελληνική και την Τουρκική πολεμική βιομηχανία τείνουν να οδηγήσουν σε επικίνδυνες παρεξηγήσεις και πάντως παντελώς άστοχα συμπεράσματα, τόσο στρατιωτικά όσο και πολιτικά. Συγκεκριμένα, οι ακυρώσεις ή ματαιώσεις πωλήσεων εξοπλισμού που η τουρκική πολεμική βιομηχανία είχε εξασφαλίσει ή στις οποίες προσέβλεπε, σε συνδυασμό με συμβάσεις που υπέγραψαν ελληνικές πολεμικές βιομηχανίες, τείνουν να δημιουργήσουν την εντύπωση περί «αντιστροφής» της συγκριτικής πορείας των δύο μερών: η, αναμφισβήτητα μεγαλύτερη, τουρκική πολεμική βιομηχανία «συρρικνώνεται» ενώ η, μικρή έστω, ελληνική βιομηχανία «απογειώνεται». Πρόκειται περί σοβαρής παραναγνώσεως της καταστάσεως, που οδηγεί σε λανθασμένα τεχνικά συμπεράσματα και σε πολύ σημαντικότερα πολιτικά λάθη.

Η ουσιώδης διαφορά μεταξύ της ελληνικής και της τουρκικής πολεμικής βιομηχανίας δεν έγκειται στο μέγεθός τους, όπως και αν κανείς το μετρήσει: αριθμό και μέγεθος βιομηχανιών, αριθμό και πολυπλοκότητα προϊόντων, όγκος πωλήσεων κ.λπ. Οι κρίσιμες και αλληλένδετες μεταξύ τους διαφορές έγκεινται στα εξής θεμελιώδη:

(α) η τουρκική πολεμική βιομηχανία, όπως και κάθε σοβαρή αμυντική (και όχι μόνον) εθνική βιομηχανία διεθνώς, αποτελεί ένα ολοκληρωμένο σύστημα που κατευθύνεται και υποστηρίζεται από το κράτος μέσω ολοκληρωμένης βιομηχανικής πολιτικής. Στην Ελλάδα δεν απουσιάζει απλώς ένα τέτοιο σύστημα και μία τέτοια πολιτική, αλλά αγνοείται ο ίδιος ο λόγος ύπαρξής του. Αντιθέτως, επικρατεί μία κωμικοτραγική απορία γιατί «δεν μπορούμε να αναπτύξουμε κάποιο σύστημα ενώ έχουμε «τόσο καλά μυαλά»;» (;!).

(β) η τουρκική πολεμική βιομηχανία παράγει ολοκληρωμένα αμυντικά προϊόντα, αφού έχει διέλθει (και συνεχίζει να διέρχεται) μία μακρά περίοδο στοχευμένης απορρόφησης τεχνογνωσίας. Ως «προϊόντα» δεν εννοούνται κατ’ ανάγκην ολοκληρωμένα συστήματα αλλά και κρίσιμα υποσυστήματα (όχι εξαρτήματα αλλά υποσυστήματα – η διαφορά είναι τεράστια) τα οποία μπορούν να χρησιμοποιούνται για τον εκσυγχρονισμό υφισταμένων συστημάτων ή την προσθήκη σε νέα συστήματα, τόσο για λόγους οικονομίας (εγχώριας προστιθέμενης αξίας) όσο και για στρατηγικούς λόγους (ασφάλεια εφοδιασμού και απόρρητο τεχνικών, λειτουργικών και επιχειρησιακών δυνατοτήτων). Είναι άλλο πράγμα να σχεδιάζεις μία βίδα (και ο σχεδιασμός δεν αφορά μόνον το «σχήμα» της αλλά όλες τις ιδιότητές της και την ακριβή διαδικασία κατασκευής της) και άλλο να σου δίνουν τον σχεδιασμό μίας βίδας για να την παραγάγεις. Κατά τη διαδρομή από τη βίδα στο εξάρτημα και από εκεί στο υποσύστημα και τέλος στο σύστημα, η διαφορά γίνεται χαώδης.

(γ) Η τουρκική πολεμική βιομηχανία είναι κατά τάξη μεγέθους μεγαλύτερη από την ελληνική, η οποία στην πράξη αποτελείται από δύο (κατ’ ελάχιστον) έως τέσσερεις (κατά μέγιστο) βιομηχανικές οντότητες, οι οποίες βρίσκονται εκτός οποιουδήποτε σχεδιασμού βιομηχανικής πολιτικής, και ως εκ τούτου είναι μεσοπρόθεσμα ευάλωτες.

(δ) Η εποχιακή διακύμανση (βελτίωση ή επιδείνωση) της θέσης μίας εθνικής (πολεμικής ή άλλης) βιομηχανίας όχι απλώς είναι αναμενόμενη, αλλά και δεν είναι συγκρίσιμη με αντίστοιχη διακύμανση μία άλλης αντίστοιχης εθνικής βιομηχανίας με την οποία έχει διαφορά τάξεως μεγέθους (αν όχι τάξεων μεγέθους).

(ε) Η εξαγωγική δραστηριότητα και αποδοτικότητα της πολεμικής βιομηχανίας είναι κατ’ εξοχήν δευτερεύουσα διάσταση της ευρωστίας της, ειδικά για χώρες που έχουν οι ίδιες στρατιωτική ισχύ και άρα αποτελούν τη βασική και θεμελιώδη αγορά και πελάτης της πολεμικής της βιομηχανίας. Εάν οι εξαγωγές της γερμανικής πολεμικής βιομηχανίας σημειώσουν μεγάλη κάμψη, αυτό όντως αποτελεί σημαντικό πρόβλημα για τη γερμανική πολεμική βιομηχανία. Εάν οι εξαγωγές της κινεζικής πολεμικής βιομηχανίας σημειώσουν μεγάλη κάμψη, αυτό είναι πολύ μικρότερο πρόβλημα για την κινεζική πολεμική βιομηχανία.

Καλό είναι, λοιπόν, να μην επιχαίρουμε με την αντίστροφη εποχιακή διακύμανση των δύο βιομηχανιών, γιατί μιλάμε για τόσο μεγάλες διαφορές, που ουσιαστικά δεν μας προσφέρει καμία ανακούφιση, στρατηγική ή οικονομική.

Πολύ περισσότερο, καλό είναι να γνωρίζουμε ότι με τη βαθιά σήψη στην οποία βρίσκεται η ελληνική πολεμική βιομηχανία, με την απόλυτη αμηχανία ως προς την άσκηση βιομηχανικής πολιτικής στον κλάδο αυτόν, και με τις αδιέξοδες προτάσεις πολιτικής που φαίνεται να δρομολογούνται ή έχουν δρομολογηθεί («πωλήσεις σε στρατηγικούς επενδυτές», «εγχώριες παραγωγές», «συμμετοχές σε διεθνή προγράμματα» κ.λπ.) είναι προδιαγεγραμμένο και το ζοφερό μέλλον της ελληνικής πολεμικής βιομηχανίας.

Ίσως αυτό το τελευταίο είναι το δραματικότερο πρόβλημα: όχι τόσο η (τραγικά) κακή κατάσταση της ελληνικής πολεμικής βιομηχανίας όσο η απόλυτη αμηχανία (πέραν των προσχηματικών «πολιτικών προτάσεων» και «στρατηγικών») σχετικά με την ανάπτυξή της.

Στρατιωτική ισχύς χωρίς ισχυρή πολεμική βιομηχανία δεν υφίσταται. Αυτό απαιτεί, ασφαλώς, πολλές διευκρινίσεις, αλλά ως γενική αρχή είναι μαθηματικής ισχύος.  

(ΥΓ: Για να καταστούν τα ανωτέρω κάπως πιο σαφή και συγκεκριμένα, προτείνεται στον αναγνώστη το εξής απλό: Οι αντίστοιχοι φορείς βιομηχανικής πολιτικής στην πολεμική βιομηχανία είναι η Διεύθυνση Αμυντικών Επενδύσεων και Τεχνολογικών Ερευνών (ΔΑΕΤΕ) για την Ελλάδα και η Undersecretariat for Defence Industries (SSB) για την Τουρκία. Για να φωτιστεί κάπως καλύτερα το πράγμα, συγκρίνετε την «αποστολή της ΔΑΕΤΕ» όπως αυτή αποτυπώνεται στη σχετική ιστοσελίδα, με την αποστολή της SSB όπως αυτή αποτυπώνεται στην αντίστοιχη σχετική ιστοσελίδα. Αν κανείς μπει στον κόπο να συγκρίνει και τα βιογραφικά των «ομολόγων» (ας πούμε) στελεχών, η κατάσταση των πραγμάτων θα φωτιστεί πλήρως. Αν μάλιστα κανείς αναζητήσει και θεσμικά κείμενα ή ομιλίες κρισίμων στελεχών των δύο πλευρών… ίσως χάσει παντελώς το κέφι του. Αν μη τι άλλο, θα σταματήσει να παίρνει σοβαρά τους κατά καιρούς εξαγγελόμενους σχεδιασμούς του ενός ή του άλλου. Η ελευθερία, μας λέει ο ποιητής, θέλει και αρετή).

Κύπρος 1974: Η στρατηγική της ήττας

Αντιστρατήγου (ε.α.) Παναγιώτη Γκαρτζονίκα

(Αναδημοσίευση άρθρου από την εφημερίδα Liberal. Το αναδημοσιευόμενο άρθρο αποτελεί περίληψη μιας ευρύτερης ανάλυσης που έχει δημοσιευθεί στο Τεύχος 2 του περιοδικού ΣΤΡΑΤΗΓΕΙΝ.)

Το Κυπριακό είναι από τα ζητήματα που απασχολούν την Ελλάδα από το 1955 και αποτέλεσε έκτοτε ένα από τα κύρια σημεία αντιπαράθεσης με την Τουρκία. Η Ελλάδα αρχικά θεωρούσε πως θα λύσει το ζήτημα με διπλωματικά μέσα και δεν χάραξε ποτέ μια μακροχρόνια στρατηγική. Σε όλες τις κρίσεις στη συνέχεια το 1964, το 1967 και το 1974 η Ελλάδα δίστασε ή φάνηκε απρόθυμη να επέμβει στρατιωτικά στην Κύπρο. Ιδιαίτερα το 1974 η δικτατορία ανέτρεψε με πραξικόπημα τον Μακάριο χωρίς σοβαρή στρατηγική αξιολόγηση και με μηδενική επίγνωση του διεθνούς περιβάλλοντος. Η εν συνεχεία εισβολή των Τούρκων αιφνιδίασε την Ελλάδα σε όλα τα επίπεδα, η οποία παρέλυσε χωρίς θέληση να επέμβει, χωρίς στρατηγική αλλά και χωρίς σχέδιο ενεργείας.

Από τις 20 Ιουλίου μέχρι τις 16 Αυγούστου 1974, η Τουρκία ενεργούσε επιχειρήσεις στην Κύπρο και η Ελλάδα, τόσο με δικτατορική όσο και με δημοκρατική κυβέρνηση, παρακολουθούσε, ανίκανη να αντιδράσει, φοβούμενη πόλεμο με την Τουρκία. Οι Έλληνες αισθάνθηκαν ότι έχασαν χωρίς στην ουσία να έχουν αγωνισθεί όπως θα έπρεπε και όπως θα ήθελαν. Κάτι τέτοιο, μαζί με όσα επακολούθησαν μετά το 1974, έχει οδηγήσει σε μια αίσθηση αδυναμίας απέναντι στην Τουρκία. Η κατάσταση σήμερα στο Αιγαίο και στη Μεσόγειο θα ήταν ασφαλώς διαφορετική, αν η Ελλάδα είχε επέμβει στην Κύπρο.

Ανάγνωση του υπολοίπου άρθρου

Εξοπλιστικά Μυστήρια I

Η Ανάγκη Ενίσχυσης των Ενόπλων Δυνάμεων

Για να μην επαναλάβουμε τα τετριμμένα, οι Ένοπλες Δυνάμεις δεν έχουν ενισχυθεί εξοπλιστικά κατά τα τελευταία δεκαπέντε έτη, ενώ τα τελευταία δέκα έπεσαν θύμα περικοπών σε ακόμη πιο θεμελιώδη στοιχεία όπως το προσωπικό, τα λειτουργικά έξοδα και τα ανταλλακτικά. Τα προηγούμενα είχαν, σωρευτικά, σοβαρότατες επιπτώσεις στη συνολική στρατιωτική ισχύ της Χώρας. Οι δύο διαδοχικές τουρκικές επιθέσεις χαμηλής εντάσεως κατά το έτος 2020 έφεραν το γεγονός στο προσκήνιο και δημιούργησαν πίεση για άμεση ενίσχυση της ελληνικής στρατιωτικής ισχύος.
Η αναγνώριση της αναγκαιότητας για αυξημένη στρατιωτική ισχύ οδήγησε στη δρομολόγηση ενός συνολικού προγράμματος ενίσχυσης της στρατιωτικής ισχύος, το οποίο σχηματικά συνοψίστηκε στις εξαγγελίες του Πρωθυπουργού στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης τον Σεπτέμβριο του 2020, και το οποίο περιλάμβανε, περίπου κατά λέξη, τα ακόλουθα έξι σημεία:

  1. Η Πολεμική Αεροπορία αποκτά αμέσως μια μοίρα 18 μαχητικών αεροσκαφών Rafale με ταυτόχρονη αντικατάσταση των παλαιότερων Mirage 2000 BG/EG.
  2. Το Πολεμικό Ναυτικό εκκινεί τις διαδικασίες για την ένταξη στον στόλο του τεσσάρων νέων φρεγατών πολλαπλού ρόλου. Παράλληλα, εκσυγχρονίζει και αναβαθμίζει 4 φρεγάτες Meko, που ήδη διαθέτει. Τα νέα σκάφη θα πλαισιωθούν, επίσης, από 4 ναυτικά ελικόπτερα MH-60R.
  3. Εμπλουτίζεται συνολικά το οπλοστάσιο και των τριών Κλάδων, και αμέσως αποκτώνται: νέα αντιαρματικά όπλα για τον Στρατό Ξηράς, νέες τορπίλες βαρέος τύπου για το Πολεμικό Ναυτικό και νέοι κατευθυνόμενοι πύραυλοι για την Πολεμική Αεροπορία.
  4. Το δυναμικό των Ενόπλων Δυνάμεων ανανεώνεται με την πρόσληψη 15.000 ανδρών και γυναικών σε ορίζοντα 5ετίας. Ταυτόχρονα, επαναξιολογείται όλο το πλαίσιο της στρατιωτικής θητείας και της εκπαίδευσης, ώστε οι στρατεύσιμοι να αποκτούν δωρεάν πιστοποιημένες δεξιότητες, δηλαδή επαγγελματικά εφόδια για την πολιτική τους ζωή.
  5. Ενεργοποιείται η Αμυντική Βιομηχανία. Ήδη, στα Ναυπηγεία της Ελευσίνας, αμερικανικά κεφάλαια επενδύουν στον εκσυγχρονισμό τους. Στα ναυπηγεία Σκαραμαγκά σύντομα εισέρχεται στρατηγικός επενδυτής, διατηρώντας τις θέσεις εργασίας. Ολοκληρώθηκε η διαγωνιστική διαδικασία, το αμέσως επόμενο διάστημα επίκειται η ολοκλήρωση της ιδιωτικοποίησης της ΕΛΒΟ και αναδιοργανώνεται η ΕΑΒ, ώστε να μετατραπεί σε κέντρο συντήρησης αεροσκαφών για την ευρύτερη περιοχή.
  6. Οι Ένοπλες Δυνάμεις ενισχύουν την ψηφιακή τους λειτουργία αλλά και τη θωράκισή τους από κυβερνοεπιθέσεις υβριδικού τύπου. Σε κάθε επιχειρησιακό τους επίπεδο εγκαθίστανται σύγχρονα συστήματα που εξασφαλίζουν ασφαλή ροή στην πληροφορία και συνεπώς έγκαιρη κινητοποίηση.

Οι εξαγγελίες αυτές φαίνεται ότι αποτελούν τη βασική περιγραφή ενός σχεδιαζόμενου, και εν μέρει υλοποιούμενου, προγράμματος δέκα (ή ένδεκα) δις ευρώ, χρονικού ορίζοντα πέντε (ή επτά) ετών για την ενίσχυση των Ενόπλων Δυνάμεων.

Το πρόγραμμα αυτό μπορεί να διακριθεί σε πέντε επί μέρους στοιχεία:

(α) Μέτρα για την άμβλυνση του οξύτατου προβλήματος επάνδρωσης των Ενόπλων Δυνάμεων (σημείο (3) των εξαγγελιών).

(β) Μέτρα για την αντιμετώπιση οξύτατων ελλείψεων σε όπλα, όπως τορπίλες, αντιαρματικά, και αερομεταφερόμενοι πύραυλοι (σημείο (3) των εξαγγελιών) καθώς και σε ανταλλακτικά -στοιχείο που δεν αναφέρθηκε αλλά ήταν το οξύτερο πρόβλημα των τελευταίων ετών.

(γ) Μέτρα για την αμυντική βιομηχανία (σημείο (5) των εξαγγελιών).

(δ) Μέτρα για την κυβερνοασφάλεια (;) των Ενόπλων Δυνάμεων (σημείο (6) των εξαγγελιών).

(ε) Μέτρα για την ενίσχυση των Ενόπλων Δυνάμεων σε μείζονα οπλικά συστήματα και συγκεκριμένα σε μαχητικά αεροσκάφη και κύριες μονάδες στόλου (σημεία (1) και (2)).

Στο παρόν και το επόμενο κείμενο θα σχολιαστούν μόνον τα σχετιζόμενα με το (ε), δηλαδή με τα δύο μείζονα εξοπλιστικά προγράμματα ή με ό,τι αφορά τον βασικό «αναπτυξιακό» σχεδιασμό των Ενόπλων Δυνάμεων. Ανάγνωση του υπολοίπου άρθρου

Ωραίος ο Άγιος Νικόλαος – Σειρά του Αρχαγγέλου Μιχαήλ

Το Τουρκικό Ναυτικό

Το Πολεμικό Ναυτικό κέρδισε επανειλημμένως και δικαίως τα εύσημα και τον θαυμασμό μας για την αντιμετώπιση των τουρκικών προκλήσεων στη Μεσόγειο.

Η φρεγάτα Λήμνος, όταν παρενοχλήθηκε από τη φρεγάτα Κεμάλ Ρέις, της έκανε… την πρύμνη φινιστρίνι – ενώ οι «σύμμαχοί» μας, σε μία στάση που θύμιζε χαρακτηριστικά Monty Pythons παρίσταναν ότι δεν συνέβη τίποτα. (Παρεμπιπτόντως, για όποιον είχε την παραμικρή αμφιβολία για την έκβαση της αερομαχίας των Δινόπουλου και Σκαμπαρδώνη το 1974, το περιστατικό των τελευταίων ημερών πρέπει να του τη διέλυσε).

Όταν τουρκικό υποβρύχιο επιχείρησε να εισέλθει στην περιοχή του Σαρωνικού, προφανώς για να δημιουργήσει εντυπώσεις, εντοπίστηκε και στρώθηκε στο κυνήγι από τα ελικόπτερα του Πολεμικού Ναυτικού. Ο κυβερνήτης και το πλήρωμα του τουρκικού υποβρυχίου πέρασαν μερικές ευχάριστες ώρες ως νομιστεράκια για τη Διοίκηση Ελικοπτέρων.

Η Τουρκική Ανεμοπορία

Μετά το Τουρκικό Ναυτικό, και η Τουρκική Αεροπορία αποφάσισε να δοκιμάσει την τύχη της. Η επιλογή ήταν λίγο της απελπισίας, μιας και το Τουρκικό Ναυτικό είχε δικαιολογημένη άγνοια κι αισιοδοξία, ενώ η Τουρκική Αεροπορία είχε τόσο πλούσια εμπειρία από το Αιγαίο που κανονικά δεν θα επέτρεπε τέτοια λάθη. Δεδομένου, όμως, ότι το ηθικό του τουρκικού στόλου δεν είναι στα καλύτερά του, ο κλήρος έπεσε στην THK.

Ζεύγος τουρκικών F-16 επιχείρησε να παρέμβει σε άσκηση συνεργασίας Στρατού Ξηράς – Πολεμικής Αεροπορίας που διεξαγόταν στην περιοχή της Ρόδου (εκτέλεση EAY από αεροσκάφη F-4EPI2K). Η Τακτική Αεροπορία επέτρεψε στο τουρκικό ζεύγος να πλησιάσει επαρκώς, κι εν συνεχεία αεροσκάφη F-16 από τον βορρά και από τον νότο εκτέλεσαν «τανάλια», «εγκλωβίζοντας» τα τουρκικά αεροσκάφη στον χώρο. Ακολούθησαν σκηνές απείρου κάλλους, με τους χειριστές της Τουρκικής Αεροπορίας να χάνουν την ψυχραιμία τους (ειδικά ο Νο 2 του ζεύγους), και τα ελληνικά αεροσκάφη να διασκεδάζουν γύρω τους. Η κατάσταση κατέληξε με το τουρκικό ζεύγος να προσγειώνεται στο Νταλαμάν με κατολίσθηση.

Σε παρόμοιο περιστατικό στη Λέσβο, η ΠΑ έστρωσε πάλι τα τουρκικά F-16 στο κυνήγι. Η τρυφερή οικογενειακή στιγμή τελείωσε με τους τουρκικούς ασυρμάτους να ουρλιάζουν «Βρίσκεστε πάνω από τουρκική επικράτεια! Βρίσκεστε πάνω από τουρκική επικράτεια!» Κανείς δεν μπορεί υπεύθυνα να αποκλείσει το ενδεχόμενο οι τουρκικοί ασύρματοι είχαν δίκιο.

Το οπτικό υλικό από τις τελευταίες ημέρες στον αέρα, χαρακτηρίζεται πάντως, (υπευθύνως) ως «ακατάλληλο δι’ ανηλίκους».

 

Και υποβρυχίως…

Δυστυχώς, τα πιο ενδιαφέροντα πράγματα είναι αυτά που δεν φαίνονται και δεν… ακούγονται. Ενώ στον αέρα και στην επιφάνεια τα πράγματα είναι γνωστά (και στις δύο πλευρές), ό,τι συμβαίνει κάτω από την επιφάνεια είναι γνωστό μόνο στη μία πλευρά. Δυστυχώς, στο πάρτυ που διαδραματίζεται τις τελευταίες ημέρες υποβρυχίως δεν μπορούμε να αναφερθούμε, αν και θα έκανε όλες τις παραπάνω αναφορές να φαντάζουν βαρετές…

 

Το «δια ταύτα»

Η μέχρι τώρα εξέλιξη της κρίσης αποτελεί μία μικρή αλλά σημαντική πολιτική στροφή στη διαχείριση της τουρκικής επιθετικότητας από ελληνικής πλευράς. Η φοβία της πολιτικής ηγεσίας για τη χρήση πολεμικής βίας εκ μέρους της Τουρκίας φαίνεται σταδιακά -τονίζεται: «φαίνεται» και «σταδιακά» να υποχωρεί. Για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια, οι οδηγίες προς τις Ένοπλες Δυνάμεις είναι πολύ λιγότερο επιφυλακτικές και φοβικές απ’ ότι στο παρελθόν. Η ανταπόκριση των Ενόπλων Δυνάμεων είναι υποδειγματική: ενώ σε κάθε περίπτωση το κρίσιμο πλεονέκτημα της πρωτοβουλίας ήταν στην πλευρά της Τουρκίας, αυτοί έχουν κατορθώσει να αποτύχουν οικτρά σε κάθε μία απόπειρα περιστατικού που έχουν επιχειρήσει.

Οι διαδοχικές στρατιωτικές αποτυχίες, έστω και πολύ μικρής πρακτικής αλλά μεγάλης συμβολικής και ψυχολογικής σημασίας, σε συνδυασμό με τη συνολικά δύσκολη πολιτική θέση στην οποία έχει περιέλθει, θα τον ωθήσουν πιθανότατα σε κλιμάκωση της έντασης στο προσεχές μέλλον.

Είναι στο χέρι της πολιτικής ηγεσίας να δώσει ένα μάθημα στον Ερντογάν, και ενδεχομένως να βοηθήσει στην αποκατάσταση της δημοκρατίας στην Τουρκία.

Μην κάνουμε πίσω τώρα!

Μην κάνουμε πίσω τώρα!

Γράφει ο Θανάσης Κ.

Ως αρχική αποτίμηση της κρίσης που εξελίσσεται στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο, αναδημοσιεύεται το κατωτέρω άρθρο, που δίνει τη συνολική εικόνα της κατάστασης κι επισημαίνει τον μόνο και βασικό κίνδυνο που διατρέχουμε αυτή τη στιγμή: να χάσουμε από ανοησία αυτά που έχουμε κερδίσει.

Τώρα που υπήρξε προσωρινή αποκλιμάκωση της τουρκικής πρόκλησης στην Ανατολική Μεσόγειο, άρχισαν πάλι οι ψίθυροι για «διάλογο» με την Τουρκία…

Μερικοί δεν βάζουν μυαλό, έτσι;

Να ξεκαθαρίσουμε λοιπόν, μερικά πράγματα:

Την κρίσιμη στιγμή, όταν απέπλεε ο τουρκικός στόλος και εξαγγέλλονταν επίσημα γεωτρήσεις από το Oruc Reis στην Ελληνική ΑΟΖ, έγιναν πέντε κινήσεις που υποχρέωσαν τον Ερντογάν να αλλάξει τα σχέδια του: Ανάγνωση του υπολοίπου άρθρου

1974: Πόσο Μακριά ήταν η Κύπρος, Αλήθεια; Μέρος Α’

Η Αεροπορική Διάσταση

 

Σύνοψη

Η εγκληματική απροθυμία των υπευθύνων του καθεστώτος του 1974 στην Ελλάδα να συνδράμουν την Κύπρο αεροπορικά κατά τη διάρκεια της Τουρκικής Εισβολής συγκαλύπτεται συστηματικά πίσω από την μυθολογία της «αντικειμενικής αδυναμίας» να παρασχεθεί τέτοια βοήθεια και συνήθως αποκρύπτεται μέσα σε ένα πέπλο ανακριβειών, αοριστιών και μισών αληθειών. Τη σύγχυση γύρω από το θέμα επιτείνουν οι προσχηματικές ενέργειες στις οποίες προέβη το καθεστώς Ιωαννίδη τις ημέρες του πραξικοπήματος, και οι οποίες επιτείνουν τη σύγχυση. Από την άλλη, μέχρι σήμερα δεν φαίνεται να έχει γίνει μία συστηματική διερεύνηση του ζητήματος, η οποία να μπορεί να δώσει τεκμηριωμένη απάντηση στο ερώτημα αυτό.

Στο παρόν επιχειρείται μία συνολική, αναλυτική και συστηματική επισκόπηση της αεροπορικής κατάστασης τον Ιούλιο του 1974, η διερεύνηση των πραγματικών δυνατοτήτων επέμβασης της Ελλάδας στην Εισβολή με την Πολεμική της Αεροπορία, ενώ ταυτόχρονα εξετάζονται οι προσχηματικές ενέργειες του καθεστώτος Ιωαννίδη στον τομέα αυτόν, οι οποίες έχουν προκαλέσει σύγχυση – και οι οποίες εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται για τον σκοπό αυτόν.

Εισαγωγή

Σκοπός του παρόντος είναι να εξετάσει τη δυνατότητα αεροπορικής συνδρομής της Ελλάδας στην Κύπρο κατά την Τουρκική Εισβολή του 1974. Η βασική θέση του είναι ότι το καλοκαίρι του 1974, τόσον τον Ιούλιο όσο και τον Αύγουστο, η Ελλάς είχε τη δυνατότητα να επέμβει στην Κύπρο με την αεροπορία της κατά τρόπο που θα επηρέαζε αποφασιστικά την εξέλιξη της Εισβολής. Προφανώς,  η δυνατότητα αυτή συνδυαζόταν με την ακόμη σημαντικότερη δυνατότητα ναυτικής επέμβασης, η οποία και θα επηρέαζε κατά πολύ πιο αποφασιστικό τρόπο την εξέλιξη και έκβαση των επιχειρήσεων, όμως η ναυτική πλευρά δεν διερευνάται στο κείμενο. Η απόφαση για στρατιωτική αδράνεια της χώρας υπήρξε μία πολιτική απόφαση, τόσο τον Ιούλιο όσο και τον Αύγουστο, και δεν σχετιζόταν με τις πραγματικές στρατιωτικές δυνατότητες, τις οποίες όμως οι υπεύθυνοι και οι απολογητές τους επικαλούνται ως δικαιολογία. Το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια του Αττίλα Ι στην Ελλάδα επικρατούσε στρατιωτικό καθεστώς δεν αναιρεί το γεγονός ότι η απόφαση για την αδράνεια, αν και την έλαβαν εν ενεργεία στρατιωτικοί, την έλαβαν εκτελούντες πολιτικό ρόλο και με αυστηρά πολιτικά κριτήρια. Μάλιστα, το γεγονός ότι ήταν στρατιωτικοί που λάμβαναν πολιτικές αποφάσεις έχει συσκοτίσει το ζήτημα, καθώς οι ενεχόμενοι, προκειμένου να δικαιολογήσουν πολιτικές αποφάσεις τους, είχαν την ευχέρεια να προβάλλουν «τεχνικούς» ισχυρισμούς, συσκοτίζοντας σκόπιμα τα πράγματα. Ανάγνωση του υπολοίπου άρθρου

Ελληνική ΑΟΖ: Αναζητώντας την Αλήθεια

Γράφει ο Ηλίας από Κομοτηνή

Το ζήτημα της ελληνικής Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης / Υφαλοκρηπίδας έχει βρεθεί στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας τα τελευταία έτη, με αφορμή κατ’ αρχάς τις οριοθετήσεις της ΑΟΖ που πραγματοποίησε η Κύπρος με γειτονικά της κράτη και στη συνέχεια με την έναρξη των διαδικασιών εκ μέρους της Ελλάδας για έρευνες υδρογονανθράκων νοτίως της Κρήτης, ενώ πρόσφατα νοτίως της Κύπρου ξεκίνησαν οι πρώτες ερευνητικές γεωτρήσεις από διεθνείς εταιρείες και μαζί και η έντονη τουρκική αντίδραση. Έχοντας διαβάσει σχετικά κείμενα και άρθρα του ειδικού και μη τύπου, παρακολουθήσει διαδικτυακές παρουσιάσεις και συμμετάσχει σε διαδικτυακές συζητήσεις έχω διαμορφώσει την άποψη, αν και μη ειδικός, πως στο ζήτημα αυτό υπάρχουν γερές δόσεις άγνοιας και παραπληροφόρησης, προερχόμενες ακόμη και από θεωρούμενους «ειδήμονες». Έτσι, το παρακάτω κείμενο είναι μια προσπάθεια να παρουσιαστούν κάποιες σημαντικές πτυχές του θέματος που παραμένουν άγνωστες. Η συγγραφή του έγινε κατόπιν προτροπής του Βελισάριου, τον οποίον ευχαριστώ που μου δίνει το βήμα να παραθέσω τις απόψεις μου.

Εισαγωγή

Το ζήτημα της ελληνικής Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης/Υφαλοκρηπίδας παρουσιάζεται, κατά κύριο λόγο, ως μια μεγάλη ευκαιρία αύξησης της πολιτικής, οικονομικής και ενεργειακής ισχύος της Ελλάδας και φυσικά ως άλλος ένας τρόπος εύκολου και ανέξοδου προσπορισμού πακτωλών χρημάτων από την ελληνική πολιτεία τα οποία θα προέλθουν από την άντληση των υδρογονανθράκων της Ανατολικής Μεσογείου. Η πεποίθηση αυτή αποτυπώνεται στον ακόλουθο χάρτη και τις διάφορες παραλλαγές του, ο οποίος απεικονίζει την ΑΟΖ/Υφαλοκρηπίδα που θεωρείται ότι δικαιούται η Ελλάδα.

watermarked-Εικ.1

Εικόνα 1              Πηγή: http://www.voria.gr

 

Έχει πολλάκις αναφερθεί κατά καιρούς, τόσο στον Τύπο όσο και σε σχετικές παρουσιάσεις και ομιλίες, ότι τα όρια της ελληνικής ΑΟΖ/Υφαλοκρηπίδας στον ανωτέρω χάρτη έχουν κατασκευαστεί με βάση τη μέση γραμμή. Έχουν επίσης αναφερθεί οι θεωρούμενες ως αυθαίρετες θέσεις της Τουρκίας, βάσει των οποίων το Καστελόριζο δεν πρέπει να διαθέτει ΑΟΖ, ότι τα ελληνικά νησιά επίσης δεν δικαιούνται ΑΟΖ ή δικαιούνται μόνο μειωμένης γιατί το Αιγαίο αποτελεί ειδική περίπτωση κ.λπ. Λαμβάνεται επίσης ως δεδομένο ότι οι ελληνικές θέσεις είναι σύμφωνες με το διεθνές δίκαιο ενώ οι τουρκικές το παραβιάζουν, με συνέπεια να διακινούνται σενάρια αναφορικά με την προδοτική/ενδοτική/δουλική στάση των εκάστοτε εγχώριων κυβερνήσεων οι οποίες δεν ανακηρύσσουν την ΑΟΖ γιατί φοβούνται την Τουρκία ή δε θέλουν να δυσαρεστήσουν τρίτες χώρες που έχουν τα δικά τους συμφέροντα. Ανάγνωση του υπολοίπου άρθρου

ΛΕΓΟΝΤΑΣ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΜΕ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥΣ (IIIβ) *

Ναυτικό Ισοζύγιο (Β)

Navy_Seals

* Το παρόν αποτελεί συνέχεια του Μέρους (Α) που προηγήθηκε. Περιλαμβάνει την εκτίμηση της καταστάσεως που διαμορφώνουν τα δεδομένα που εκτέθηκαν εκεί, την επισκόπηση των ανεμενόμενων μελλοντικών εξελίξεων στα βασικά μέσα των δύο πλευρών και μία εκτίμηση της κατάστασης που αναμένεται να διαμορφωθεί.

Για τη σύνταξη και αυτού του κειμένου χρησιμοποιήθηκαν πληροφορίες από πολλές πηγές. Οι κυριότερες και πολυτιμότερες, όμως, υπήρξαν το ιστολόγιο e-Amyna και το ιστολόγιο Naval Analyses, και τα δύο εγνωσμένης αξιοπιστίας.

Θα ήθελα και εδώ να εκφράσω τις θερμές μου ευχαριστίες στον κ. Γ.Σ. για τις πολύτιμες παρατηρήσεις του.

Εκτίμηση της Παρούσας Κατάστασης

Πώς αποτιμάται συνολικά το ισοζύγιο που περιγράφτηκε αναλυτικά στο προηγούμενο κείμενο; Για να απαντήσει κανείς στο ερώτημα αυτό, θα πρέπει κατ’ αρχάς να έχει κατά νου τις πολιτικές και στρατηγικές επιδιώξεις των δύο χωρών στον θαλάσσιο χώρο.

Η Ελλάς και η Τουρκία αντιπαρατίθενται σε δύο -απολύτως διακριτά μεταξύ τους- θέατρα επιχειρήσεων: στο θέατρο επιχειρήσεων του Αιγαίου και στο θέατρο επιχειρήσεων της Ανατολικής Μεσογείου. Πρόκειται για δύο θέατρα επιχειρήσεων με τελείως διαφορετική γεωγραφική και υδρογραφική διαμόρφωση, και με τελείως διαφορετικές επιδιώξεις των αντιτιθεμένων σε κάθε ένα από αυτά.

Το Αιγαίο Πέλαγος είναι αρχιπελαγικό περιβάλλον στο οποίο η Ελλάς έχει κυριαρχία επί της συντριπτικής πλειοψηφίας των νήσων, νησίδων και μικρονησίδων. Η Τουρκία επιδιώκει να αμφισβητήσει την κυριαρχία της Ελλάδας επί του νησιωτικού αυτού συμπλέγματoς. Οι προσεγγίσεις του τρόπου αμφισβήτησης, από το 1973 που επανελήφθησαν με ιδιαίτερη ένταση, ποικίλουν, τόσο σε ότι αφορά τα πολιτικά και νομικά προσχήματα, όσο και τα επιχειρησιακά μέτρα που σχεδιάζονται ή/και λαμβάνονται προκειμένου να υποστηρίξουν την πολιτική αυτή. Η αμφισβήτηση -και η συνακόλουθη επιχειρησιακή απειλή- ξεκίνησε με την αμφισβήτηση του καθεστώτος των μεγάλων νήσων και με συνακόλουθη στρατιωτική απειλή εναντίον τους, ενώ από τα μέσα της δεκαετίας του ’90, και κυρίως εξ αιτίας της σταδιακής εφαρμογής του νέου Δικαίου της Θαλάσσης που παρέχει στην Ελλάδα πολύ ευρύτερα κυριαρχικά δικαιώματα, η έμφαση της τουρκικής απειλής μετατοπίστηκε στις νησίδες -και άρα σε επιχειρήσεις διαφορετικής φύσης.

Έτσι, η Ελλάς είναι η πλευρά που πρέπει να υπερασπιστεί και να επαναβεβαιώσει την κυριαρχία της στον θαλάσσιο χώρο του Αρχιπελάγους. Η Τουρκία είναι μία αναθεωρητική δύναμη η οποία έχει ως επιδίωξη να αμφισβητήσει και να ανατρέψει το υφιστάμενο status quo, χρησιμοποιώντας ως μέσα την έμπρακτη αμφισβήτηση των θαλάσσιων κυριαρχικών δικαιωμάτων, κυρίως στο Ανατολικό Αιγαίο, καθώς και την απειλή κατάληψης κύριας νήσου ή κατοικημένης νησίδας, πάλι στο Ανατολικό Αιγαίο και δίπλα στη Μικρασιατική παραλία.

Ανάγνωση του υπολοίπου άρθρου

ΛΕΓΟΝΤΑΣ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΜΕ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥΣ (IIIα) *

Ναυτικό Ισοζύγιο (A)

Navy_Seals

*  Για τη σύνταξη του άρθρου χρησιμοποιήθηκαν πληροφορίες από πολλές πηγές. Οι κυριότερες και πολυτιμότερες, όμως, υπήρξαν το ιστολόγιο e-Amyna και το ιστολόγιο Naval Analyses, και τα δύο εγνωσμένης αξιοπιστίας.

Θέλω να εκφράσω τις θερμές μου ευχαριστίες στον κ. Γ.Σ. για τις πολύτιμες παρατηρήσεις του.

Λόγω της μεγάλης έκτασής του, το άρθρο για Ναυτικό Ισοζύγιο θα δημοσιευθεί σε δύο συνέχειες. Το παρόν Α΄Μέρος περιέχει την επισκόπηση των βασικών μέσων των δύο πλευρών όπως αυτά έχουν σήμερα, ενώ το Β’ Μέρος περιλαμβάνει την αποτίμηση της κατάστασης αυτής, την επισκόπηση των ανεμενόμενων μελλοντικών εξελίξεων στα βασικά μέσα των δύο πλευρών και μία αποτίμηση της κατάστασης που αναμένεται να διαμορφωθεί.

Η σύγκριση των στρατιωτικών δυνάμεων μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, που ξεκίνησε με το προηγούμενο άρθρο, θα συνεχιστεί εδώ με τη σύγκριση της ναυτικής ισχύος των δύο χωρών.

Στο πλαίσιο της σύγκρισης, θα παρατεθούν συγκριτικά οι βασικότερες κατηγορίες συστημάτων ναυτικής ισχύος των δύο μερών, θα γίνει μία εκτίμηση της υφιστάμενης κατάσταση, καθώς και μία αδρή αναφορά στις αναμενόμενες μελλοντικές εξελίξεις.

Κύριες Μονάδες Επιφανείας

Ο κορμός κάθε ναυτικής δύναμης είναι οι κύριες μονάδες επιφανείας, με τις οποίες, κατ’ εξοχήν, διεκδικείται ο θαλάσσιος έλεγχος. Στην περίπτωση της Ελλάδας και της Τουρκίας, οι κύριες ναυτικές μονάδες που τα δυο ναυτικά διαθέτουν για τον ρόλο αυτόν είναι οι φρεγάτες και, στην περίπτωση της Τουρκίας, και κορβέτες.

Το Τουρκικό Ναυτικό (ΤΝ), διαθέτει δεκαέξι (16) φρεγάτες και έναν αριθμό από κορβέτες, στην πράξη όμως μόνον οι δεκαέξι (16) φρεγάτες αποτελούν κύριες μονάδες επιφανείας.

Από τις φρεγάτες, οι οκτώ (8) είναι παλιές φρεγάτες κλάσης O.H. Perry, ριζικά ανακαινισμένες ως προς τα συστήματα μάχης, και υπόλοιπες οκτώ (8) είναι νεώτερες Meko 200TN, μοιρασμένες σε δύο διαδοχικές παραλλαγές (Track Ι και Track II).

Οι εκσυγχρονισμένες φρεγάτες O.H. Perry (κλάση «Gabya») είναι προσανατολισμένες κυρίως στον Α/Α πόλεμο, καθώς οι τέσσερεις εξ αυτών (TCG Giresun, TCG Göksu, TCG Gediz και TCG Gökova) φέρουν το ικανότατο τρισδιάστατο, μέσης ακτίνας ραντάρ αεροπορικής επιτήρησης SMART-S MK2 (3D), τύπου PESA, και εκτοξευτήρα Α/Α τύπου Mk41 Mod 2, μαζικής κατακόρυφης εκτόξευσης βλημάτων RIM-162 ESSM (Evolved Sea Sparrow Missile) ενώ οι άλλες τέσσερεις φέρουν το παλαιότερο δισδιάστατο, μεγάλης ακτίνας ραντάρ αεροπορικής επιτήρησης SPS-49(V)4, και εκτοξευτήρα Mk 13 Mod 4 που βάλει πυραύλους Standard SM-1MR, μέσου βεληνεκούς. Για τα ανθυποβρυχιακά τους καθήκοντα είναι εξοπλισμένες με το παλαιό, πλέον, σόναρ SQS-53B αλλά υποστηρίζουν και ανθυποβρυχιακό ελικόπτερο SH-60B. Η αντιπυραυλική προστασία των σκαφών είναι σχετικά ασθενής, αποτελούμενη από ένα μοναδικό σύστημα Phalanx. Ανάγνωση του υπολοίπου άρθρου