Μικρασιατική Εκστρατεία: Βαθύτερα αίτια της στρατιωτικής μας ήττας, Μέρος 3ο

Ο Αρχιστράτηγος Παπούλας στην Κιουτάχεια, 8 Ιουλίου 1921.

Ελληνικός Στρατός και Οθωμανικός Στρατός: τα ακολουθούμενα πρότυπα

Με την προσπάθεια εκσυγχρονισμού που ξεκίνησε ο κάθε ένας από τους δύο στρατούς κατά το τέλος του 19ου αιώνα, και η οποία διαμόρφωσε τους δύο στρατούς που συγκρούστηκαν το 1920 στη Μικρασία, ο κάθε στρατός – και η κάθε χώρα – κλήθηκε να επιλέξει το στρατιωτικό οργανωτικό της πρότυπο.

Η αρχική επιλογή και των δύο χωρών ήταν η Γαλλία, και ο γαλλικός στρατός. Η επιλογή ήταν εύλογη. Κατά τον 19ο αιώνα, τα δύο ισχυρότατα πρότυπα διεθνώς ήταν ο γαλλικός στρατός και το βρετανικό ναυτικό. Στον τομέα των στρατιωτικών θεμάτων ο ναπολεόντειος γαλλικός στρατός είχε επιφέρει την προηγούμενη επανάσταση και είχε θέσει τα μέτρο σύγκρισης για τη λειτουργία και την επίδοση του οργανισμού και, παρά την ήττα του Ναπολέοντα, εξακολουθούσε να διατηρεί την ακτινοβολία του κατά τη μακρά ειρήνη που ακολούθησε στην Ευρώπη. Ήταν, συνεπώς, ο πρώτος και φυσικός υποψήφιος για να μιμηθεί και να απευθυνθεί για βοήθεια όποια περιφερειακή χώρα ήθελε να (ανα)διοργανώσει το στρατό της. Την εικόνα αυτή για τη συγκριτική ικανότητα των κύριων ευρωπαϊκών στρατών μετέβαλαν, σε κάποιο βαθμό, οι πόλεμοι της Γερμανικής Ενοποίησης, που ανέδειξαν την ανερχόμενη πρωσσική ικανότητα. Όμως, τόσο η γενικότερη ακτινοβολία της Γαλλίας, η συνεχιζόμενη πολιτική της ισχύς, και ακόμη πιο απλοί και πρακτικοί λόγοι, όπως μεγαλύτερη εξοικείωση κρατικών λειτουργών (συμπεριλαμβανομένων των στρατιωτικών) με τη γαλλική γλώσσα συνέχισαν να καθιστούν τη Γαλλία τον βασικό πόλο έλξης. Οι Μεγάλες Δυνάμεις του τέλους του αιώνα εξακολουθούσαν να είναι η Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία, ενώ η Γερμανία ήταν ένας ανερχόμενος πόλος, με μικρή, ακόμη, περιφερειακή επιρροή.

Το αποτέλεσμα ήταν τόσο η Ελλάδα όσο και η Οθωμανική Αυτοκρατορία προσέβλεπαν στη Γαλλία σαν πηγή στρατιωτικού εκσυγχρονισμού. Η Ελλάδα, χωρίς συγκροτημένη προσπάθεια οργάνωσης του στρατού, απλώς προσπαθούσε να παρακολουθεί τις γαλλικές στρατιωτικές εξελίξεις, μετέφραζε γαλλικούς στρατιωτικούς κανονισμούς για καθιέρωση στον ΕΣ, και – περιστασιακά – έστελνε στελέχη για εκπαίδευση στις γαλλικές στρατιωτικές σχολές. Ο Αβδούλ Χαμίτ, με μεγαλύτερη ανάγκη και ισχυρότερη βούληση για μεγάλης κλίμακας στρατιωτικό εκσυγχρονισμό, απευθύνθηκε, αρχικά, στη Γαλλία για στρατιωτική οργανωτική βοήθεια. Η άρνηση της Γαλλίας σε επανειλημμένες αιτήσεις των οθωμανών, και η ταυτόχρονη άνοδος της πρωσσικής στρατιωτικής ακτινοβολίας τους έστρεψαν, τελικά, στους Γερμανούς. Η επίσημη πρόσκληση για γερμανική στρατιωτική βοήθεια έγινε τον Μάιο του 1890. Ο ανερχόμενος ηγεμονισμός και η πρόθεση της Γερμανικής Αυτοκρατορίας για γεωπολιτική διείσδυση στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, στο πλαίσιο της «Πορείας προς την Ανατολή» έκαναν τους Πρώσσους παραπάνω από πρόθυμους να ανταποκριθούν. Μετά από μακρές διαπραγματεύσεις, αποφασίστηκε η παροχή οργανωτικής βοήθειας με τη μικρή στρατιωτική αποστολή Κέλερ που προαναφέρθηκε. Το αμυδρώς αντίστοιχο για την Ελλάδα έλαβε χώρα με την αντίστοιχη αποστολή Εϋντού, το 1911 και, όπως προαναφέρθηκε είχε, εκ των πραγμάτων, μικρότερη επιρροή στον Ελληνικό Στρατό. Ανάγνωση του υπολοίπου άρθρου